Το χωριό που γεννήθηκα είναι οι Γκαγκάλες | του Μιχάλη Στρατάκη Κακόηχο όνομα, ακαταλαβίστικο, δίχως παραπομπές σε παραδεισένιους τόπους ή, έστω, σε μαρμαρένια αλώνια όπου ποταμοί τρέξανε τα αίματα Τούρκων καταχτητών μακελεμένων από κατσούνες Γκαγκαλιανών ημίθεων. Στον καρποφόρο μεσσαρίτικο κάμπο είναι κουκουβισμένο το χωριό μου, εκεί που σμίγουν και σφιχταγκαλιάζονται οι αέρηδες του Ψηλορείτη και των Αστερούσιων βουνών, εκεί πουΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Δευτεροούλης που εκοντοσίμωνε τ’ Αυγούστου, σαν κι εδά ήτανε | του Μιχάλη Στρατάκη Την κάψα, τα σταφύλια και τη Λουλούδη θυμούμαι. Μια δεκαριά χρονώ ήμουνε δε θα ’μουνε και κανά χρόνο μικρότερη μου ήτανε η γειτονοπούλα μου, που στοίχειωνε τον ύπνο και τον ξύπνιο μου. Έρωτας μέγας και ανομολόγητος, τουλάχιστο από τη μεριά μου. Για τη μεριά της, ποτέ μουΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Μπορεί να ’φταιγε και η ρακή | του Μιχάλη Στρατάκη Αν μου ήτανε μπορετό, ετούτες τις αράδες δεν θα τις έγραφα σε χαρτί, μα θα τις σκάλιζα σε βράχο, για να μπορούνε να τις διαβάζουνε εκείνοι που γιγνώσκουν ά αναγιγνώσκουν… Κατέχω πως δεν είναι πολλοί, μα μια μέρα πολλοί θα γενούνε… «Εγώ, μρε, είμαι άθεος;» μου ’πε και τα μάθιαΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Είναι τατιανιστής, είναι τατιανολάτρης, είναι τατιανολάγνος | του Μιχάλη Στρατάκη Είναι τατιανιστής, είναι τατιανολάτρης, είναι τατιανολάγνος. Γιατί μόνο η Τατιάνα, και η κάθε Τατιάνα, μπορούνε και τον χώνουνε ακόμη πιο βαθιά στο βουρκόλακο όπου κυλιέται. Κι αυτό θέλει, αυτός είναι ο φυσικός του χώρος και τρέμει μη τον χάσει. Ένας φόβος, ένας τρόμος, είναι όλη η ζωή του. Τρέμει τουςΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Οι εργολάβοι του Χρονιάρη | του Μιχάλη Στρατάκη Άντε να ξεφύγουμε λίγο από τα γινάτια της πολιτικής, γιατί έχουμε και μια αθρωπιά που κοντεύει να αλεστεί η κακομοίρα στις μυλόπετρες των εκλογών και του πετροπολέμου τους, που όπου να ’ναι θα μας ξεκαυκαλώσει όλους. Αφορμή για να ξεγλυστήσω από τα «γιούργια και τους φάγαμε», είναι η καλοπαντρεμένη μου που μουΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Στα Καμίνια | του Μιχάλη Στρατάκη Κάθε φορά που τα ζάλα της πεθυμιάς και της μνημοσύνης μου με σέρνουνε στα Καμίνια, στη φτωχογειτονιά των μικράτων μου και του βλασταρίσματος μου, περνώ κι από το δρόμο βορεινά της Αγίας Βαρβάρας, εκειά που θυμούμαι πως ήτανε ο φούρνος της κερά Νίκης. Κι ακόμη κι εδά, εξήντα χρόνους ύστερα, κάθε που πορπατώ εκείνοΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Εμύριζε ασβέστη, πετρόλαδο, ρίγανη και ιδρώτα η προσμονή του Πάσχα | του Μιχάλη Στρατάκη Εμύριζε ασβέστη, πετρόλαδο, ρίγανη και ιδρώτα η προσμονή του Πάσχα, στα παιδικάτα μου. Κι αν δε μπορώ να καταλάβω Πάσχα από τα μεγαλώματα μου κι ύστερα, οφείλεται στο ότι δε μου ξαναπαντήξανε, συντεριασμένες οι τέσσερις μυρωδιές. Βασανιστικά μου λείπουνε κι απελπισμένα τσ’ αναζητώ, όπως βασανιστικά μουΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Τα ξερά κουκιά | του Μιχάλη Στρατάκη Εκειά που ανεμογύριζα στην αγορά του Μεγάλου Κάστρου, τα μάθια μου εσκαλώσανε σ’ ένα τσουβάλι με ξερά κουκιά κι εκειά επομείνανε, παίρνοντας παραμάσκαλα και το νου μου. Δε πα να χάλιε η αγορά από την τραβάγια των μπακάληδων και των περασάρηδων, εγώ πράμα δεν εγροίκουνα. Ο νους μου είχε ξαναμολάρει στση κορφές καιΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Για τη νοστημιά του φαγητού | του Μιχάλη Στρατάκη Κοντοσιμώσετε, γιατί έχω να σας πω μια ιστορία, απού ‘ναι αληθινή από την πρώτη λέξη, ίσαμε την τελευταία. Για τη νοστημιά του φαγητού θα σας μιλήσω. Αφορμή για να σας τα πω, μου ‘δωσε το γεγονός ότι η καλοπαντρεμένη μου είχε κατεβεί το μεσημέρι στο Μεγάλο Κάστρο για να πουσουνίσει. ΕίχεΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…