Φοβηθήκαμε… | του Γιώργου Ηρακλέους Αυτός ο άντρας έχασε μες τη νύχτα τη φωνή του, ο άλλος έκοψε το χέρι του και σε φωνάζει! Στη γωνιά στέκει η γυναίκα και κλαίει με τα τυφλά της μάτια και η νύχτα δε λέει να ξημερώσει… Όλα ανάπηρα σ’ αυτήν την πολιτεία! Ίδιες κινήσεις, ίδια λόγια, κανένας δεν αντέχει να πει κατάμουτρα τηνΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Tο άδειο ποτήρι | του Γιώργου Ηρακλέους Άδειο το ποτήρι, το γέμισα με λέξεις, ντύθηκα το φως και μαζεύω ουρανό και χρώματα. Άνθρωποι σκοτεινοί κλέβουνε τις μέρες μας, δίνω ένα νεκρό λουλούδι στον Χριστό για να θυμάται πόσες φορές σταυρώθηκα. Την εποχή των θορύβων, καθώς τρεμοσβήνει τις νύχτες το καντήλι, δυνατοί θόρυβοι με την ένταση σπάσανε το ποτήρι μου, λέξειςΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Το σπασμένο τζάμι | του Γιώργου Ηρακλέους Ο μεγάλος ουρανός, πολύχρωμος κατέβηκε ως το παράθυρο μου, έσπασε τα τζάμια για να μπούνε μέσα: Η Μήδεια κρατώντας αγκαλιά τα μικρά παιδιά της, ο γέροντας Οιδίποδας, τυφλός από τα ίδια του τα χέρια, η μικρή Αντιγόνη με την στάμνα αντί νερό, γεμάτη χώμα για ταφή. Οι παράξενοι ερωτευμένοι, ο Οθέλος και οΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Ο ασυμβίβαστος | του Γιώργου Ηρακλέους Δεν συμβιβάστηκα ποτέ, έλεγα πάντα όχι, μ’ ένα σφιχτό, ψυχρό χαμόγελο κρατούσα ζωντανή την καρδιά των πραγμάτων μέσα μου! Οι δρόμοι της πόλης τώρα με πειράζουν, κούραση και μοναξιά. Έρχονται νύχτες που για λίγο σκέφτομαι μήπως έπρεπε κι εγώ να συμβιβαστώ; Όχι, δε μετανιώνω με τίποτα και για τίποτα κι ας πλήρωσα με γραμμάτιαΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Ερωτήματα στον Μπέρτολτ Μπρεχτ | του Γιώργου Ηρακλέους Είναι σκοτεινοί πάλι οι καιροί, κύριε Μπρεχτ, ο ρατσισμός γεννάει ξανά το φασισμό, και τους δυο γεννάνε η αμάθεια, το μίσος και ο φόβος για κάθε τι το διαφορετικό. Το σύστημα δεν κλείνει το νέο κύκλο κρίσης, οι μέρες της δανεικής μας ευμάρειας τελειώνουν… Λένε: «όχι, δεν είμαστε φασίστες, ρατσιστές, εθνικιστές, είμαστεΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Καβαφικόν | του Γιώργου Ηρακλέους Στις πεδιάδες της Τροίας γύριζε οργισμένος με μανία και θλίψη αγιάτρευτη να διεγείρονται μες το μυαλό του, ο Αχιλλέας, αφού ο Πάτροκλος δε ζούσε πια, έγινε στάχτη. Η όρασή του γεμάτη από ηδονικές ενθυμήσεις, σχεδόν ζωντανές! Και εκεί σε μια πέτρινη ολόδροση βρυσούλα συνάντησε τον έφηβο Λυκάονα, το πιο μικρό παιδί του Πριάμου, τον κοίταζεΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Η ζωή μας στο σφυρί | του Γιώργου Ηρακλέους Μπαίνει η ζωή μας το σούρουπο πάνω στον πάγκο της δημοπρασίας! Πόσο; Ή με τι; Κανένας δεν την αγοράζει. Κι όταν κλείνουν τα καταστήματα στην αγορά μας διώχνουνε. Μνησίκακα χρώματα το μαύρο και το λευκό, γυναίκες ντυμένες στα μαύρα και τα άσπρα χορεύουνε ανάλαφρα με άηχα βήματα. Μια ψιλή βροχή δέρνειΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Μικρή σονάτα της βροχής | του Γιώργου Ηρακλέους Βάψε το πρόσωπό σου, ράντισέ το με την ομορφιά, πριν μαραθεί. Κλείσε τα βλέφαρα, κανένας δεν νοιάστηκε για σένα, χρόνια τώρα… Τα παλιά αντικείμενα δακρύζουν, πάνω τους κίτρινα εισιτήρια του σινεμά και προγράμματα θεάτρου, σου θυμίζουν τις σταρ τις νέες, τις πανέμορφες και λαμπερές! Σου θυμίζουν εσένα κάποτε… Άγγελοι χρυσοί στα γύψιναΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Συνήθεια | του Γιώργου Ηρακλέους Βουλιάζω μέσα στο αρχέγονο φως, καθώς ο ουρανός χαράζει, αόρατα, χαμένα σημάδια κυβερνάνε τα βήματά μου. Η ζωή μου μιμείται τον θάνατο, μοιράζομαι τον πρωινό, πικρό καφέ μου με τη συνήθεια σκορπισμένη σαν μαύρο φύλλο στον δρόμο μου… Η συνήθεια πάντοτε ντύνει το σκέπασμα της ύπαρξης σαν δέρμα, δεν είναι γιατί θα φύγουμε κάποτε καιΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…