Το Χαμοκατσίφαρο Μιαν ώρια αυγή θα σηκωθώ, μια ωργιόπλουμη αυγούλα! Στο χάραμα τση ταχηνής, στσης πάχνης τη δροσούλα… Μιαν ακριβή μου πεθυμιά και τάξιμο θα κάνω ταχιά – ταχιά, κατσά – κατσά θα βγω στα όρη απάνω, πέτρα τη πέτρα πατουχια, πέτρα τη πέτρα ζάλο να βγαίνω να σφυρολογώ ριζίτικο τραγούδι κι αέρας να δροσολογά και να ‘ρχεται από τοΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Με το γ-καφέ ντου έστεκε μπροστά στο πανωπόρτι, ο Μιχελής να ξανοίγει όξω τη ν’ αμυγδαλιά. Εντακάρανε και φουσκώνουνε τα κλαδιά τζη, γιατί ξεπετά τ’ αμάθια σιγά, σιγά ν’ ανθίσει.Στο καιρό τζη ανθισμένη είναι το στολίδι τση γειτονιάς. Απάνω στο ντράφο οι σπουργίτες ξετινάσου ντα φτερά ντως και τζιμπολογούνε τα ψωμόθρουλα από χάμε. Ένα γόνατο οι οξυνίδες γύρου, γύρου ώραΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Ας μεταφερθούμε σε μία εποχή όχι πολύ μακρινή, ούτε πολύ κοντινή σε έναν τόπο παρθένο, τότε που τα ζώα μιλούσαν με τους ανθρώπους και οι άνθρωποι καταλαβαινόντουσαν όλοι μεταξύ τους. Η Ίζα ζούσε σε μια καλύβα μέσα στο δάσος, με τους γονείς της και τις τρεις αδερφές της. Υπήρχε ένα έθιμο τότε σε εκείνα τα μέρη όταν το κορίτσι πήγαινεΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Ήταν πρωινό του καλοκαιριού, και ο πατέρας μου ήθελε να με σέρνει μαζί του στα ξύλα, και λέω με σέρνει, γιατί δεν ήθελα να πάω. Αυτός επέμενε να πάμε πρωί-πρωί, να φορτώσουμε δυο δεμάθια ως συνήθως στη γαϊδάρα μας, και να γυρίσουμε αμέσως, να μη μας ε φάει η κάψα. Ήθελε τα ξύλα για να ζυμώσει. Ξεκινήσαμε αποδιαφώτιστα, εγώ πάντωςΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Η λογοτεχνία δεν υπάρχει μόνο για να αρέσει αλλά κυρίως για να εκφράζει. Την κοινωνική κατάσταση και τα παράγωγά της. Τις υπάρχουσες παραγωγικές σχέσεις και την προσπάθεια για την αλλαγή τους. Τον αγώνα του ανθρώπου για μιά καλύτερη ζωή. Αγώνας στον οποίο οι λογοτέχνες πρέπει να πρωτοστατούν αν θέλουν να διαθέτει η γραφή τους την απαιτούμενη αυθεντικότητα και η θέσηΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Μέσα στην τύρβη και στον ορυμαγδό του σκοτισμένου ουρανού, του φθοροποιού άνεμου και της επιζήμιας βροχής, οι ποιητές ας διατυπώσουν ορθά, θεμελιακά και αξιόπιστα αυτό ακριβώς που εννοούν. Ας καταγράψουν τους οιωνούς κι ας αποκαλύψουν την αντίρροπη δύναμη που μάχεται το ζόφο και την κακουργία, για να εμπνεύσει τις δημιουργικές σκέψεις και τις ενάρετες πράξεις των θνητών όντων της δημιουργίας.ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Το χιόνι Το χιόνι είναι άσπρο, μαλακό σαν τελειωμένος έρωτας, -είπε. Έπεσε απρόσμενα, τη νύχτα, μ’ όλη τη σοφή σιωπή του. Το πρωί, λαμποκοπούσε ολόλευκη η εξαγνισμένη πολιτεία. Μια παλιά στάμνα, πεταμένη στην αυλή, ήταν ένα άγαλμα. Εκείνος ένοιωσε την κοφτερή ψυχρότητα του πάγου, την απεραντοσύνη της λευκότητας, σαν άθλο του προσωπικό μονάχα μια στιγμή ανησύχησε: μήπως και δεν τουΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Αλιεύσαμε στο διαδίκτυο μαντινάδες και σας τις παρουσιάζουμε. Άλλες μιλούν για το σεβντά και την αγάπη, άλλες είναι σκωπτικές, άλλες φιλοσοφικές, όλες όμως περιέχουν το χιόνι και τον χιονιά, μέρες που είναι. Ιδού λοιπόν η λαϊκή σοφία: Ω την παντέρμη τη ζωή είντα λογής γυρίζει, το βράδυ να ‘ν’ αστροφεγγιά τ’ αϋτέρου να χιονίζει. . Εγώ ‘μαι τσ` αστραπής παιδίΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

ΠΛΗΞΗ II Ο ήλιος πεσμένος στο δεξί πλευρό, θαμπός κι αδύναμος, αχτινορραγεί. Τα δέντρα στενάζουν στο σύνορο του μύλου και του χώματος. Ξεχασμένα πουλιά κι άψυχες φλέβες χιονιού κεντρώνουν το τοπίο. Από κάπου ακούγεται μουσική Μπετόβεν, όχι, Pink Floyd, τι λέω, disco ενορχηστρωμένη με βιολιά και φλάουτα. Ένα σύννεφο κατεβαίνει γεμάτο αναμμένα κεριά. Θ’ αργήσει, ίσως και να διαλυθεί. ΤαΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…