Το παράπονο ενός παράλυτου παιδιού | του Άρη Ταστάνη Οι ρόδινες καπιράθες στο λιοτρίβι, δεν έχουν ουσία για μένα. Τα Λαζαράκια με τον καραμελένιο δικέφαλο αητό, μήτε να τ’ αγγίξω. Τις δεκάρες που σκόρπισε ο νονός στα βαφτίσια, τι να τις κάνω εγώ; Μάνα. Το καινούριο πουλόβερ που έπλεξες αγρυπνώντας στο πεζούλι, τι να το κάνω εγώ; Μάνα. Τίποτα τοΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

H μπαλάντα των επιθέτων | του Άρη Ταστάνη Ι Είναι κάτι νύχτες μενεξεδένιες. Παράξενες νύχτες λυπημένες. Που θαρρείς τον λευτερώνουν. Στο μαγεμένο του κόσμου άπειρο. Από το κλειστό παράθυρο. Τον σπρώχνουν. Σε δρόμους που δεν ξέρει να βαδίζει. Ηλιοβασιλέματα ερωτικά βιγλίζει. Στου Μάρκο Πόλο τις γιασεμένιες πολιτείες, αστρολάβων κώδικες διαβάζει. Στου Νίκου Καβαδία τους μέγα ωκεανούς, δελφίνους φοβερούς δαμάζει… ΣτηΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Ονειροπόλοι | του Άρη Ταστάνη Κινήσαμε πάλι για μακρινά ταξίδια. Κι ας φτάσαμε μόλις χθες στο λιμάνι που τ’ ονομάζουν: πραγματικότητα… Οι δρόμοι που σπάραξαν τα όνειρά μας και την ανεμελιά της νιότης μας, αχόρταγοι… Καρτερούν, να επαναλάβουν το άλεσμα όσων περισώσαμε… Οι φίλοι χάθηκαν, για πάντα μας τονίζουν… Εκείνα τα πικρά τους μάτια μόνο θυμάμαι. Και που χρόνος ναΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Οι λαχτάρες των παραλύτων | Άρη Ταστάνη   Καμιά φορά, ας πούμε. Εμείς οι ανέλπιδοι φορείς της εγκεφαλικής πάρεσης και της κακιάς μας μοίρας οι θλιβεροί οινοχόοι, οι καταδικασμένοι ερήμην από μεταφυσικά ιερατεία να σερνόμαστε στη λασπερή σκιά ανάλγητης πραγματικότητας πιασμένοι χεράκια με τη Μέδουσα και τις Μαινάδες, μέσα στις γαλάριες των πνευμόνων μας έρπουμε κι αλλάζουμε κρυστάλλινες προσωπίδες σεΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Μιλώ… | του Άρη Ταστάνη   Θα σου μιλήσω τώρα, για παιδιά που η αγάπη κι η στοργή, ατμός κύλησε απ’ τις τρύπιες τσέπες τους… Τα φτερά τους είναι κολλημένα με λαθραίο μαστίχι. Γι’ αυτό ποτέ δεν θ’ ανέβουν στο ιπτάμενο τρενάκι. Ούτε ποδόσφαιρο θα παίξουν στην αλάνα της γειτονιάς. Δεν θα μαζέψουν φλισκούνι και μανιτάρια στις ράχες του Υμηττού.ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Παιδικές αναμνήσεις | του Άρη Ταστάνη Σ’ είδα με σκισμένο πουκάμισο Καταμεσίς στους αρματωμένους χωροφύλακες Ένα κνικάτο ρυάκι διέσχιζε το μεσοφρύδι σου Και χάνονταν σιωπηλό στο ηλιοφάγωτο στέρνο σου. Ήταν τα χέρια σου δεμένα με κλεψιέλες στη ράχη Κι εγώ στην πιο σκοτεινή γωνιά τρέμοντας Κοιτούσα τις ξιφολόγχες και τις λασπωμένες μπότες τους. Ω χρόνια μου οχτώ! Αδύναμο κορμάκι ΦαρμακωμένηΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…