Η εξέλιξη μιας ιδέας | του Γιάννη Χατζηχρήστου Η τρίτη γενιά του ίντερνετ, η υπέρβαση της τοξικότητας της δεύτερης και μια ευκαιρία για την δημοκρατία Όταν μου μάθαινε ένας δάσκαλος μου στο Πανεπιστήμιο της Πάτρας, ο Γιώργος Μητακίδης (ο μουστάκιας στην φωτογραφία πιο κάτω), Μαθηματική Λογική με μια εκπληκτική εισαγωγή στα μεταμαθηματικά των Γκέντελ (Kurt Friedrich Gödel) και Τούρινγκ (AlanΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Συνείδηση | της Μαρίας Σταυρίδου Η ώρα που μπορώ ν’ αποκαλυφθώ η ώρα που η σιωπή ξεκινά να μιλά στην ψυχή. Μικρές ανεπαίσθητες κραυγές που θάφτηκαν τόσο βαθιά που κανείς δεν μπορεί ν’ ακούσει τώρα πια. Μυστικά μικρά, μεγάλα, ίσως και σοβαρά που ναρκώθηκαν για να «σώσουν» τη θυγατέρα, τον γάμο, την αγάπη, που πρόδωσε τον όρκο μπροστά στον παπά.ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Μικρή σονάτα της βροχής | του Γιώργου Ηρακλέους Βάψε το πρόσωπό σου, ράντισέ το με την ομορφιά, πριν μαραθεί. Κλείσε τα βλέφαρα, κανένας δεν νοιάστηκε για σένα, χρόνια τώρα… Τα παλιά αντικείμενα δακρύζουν, πάνω τους κίτρινα εισιτήρια του σινεμά και προγράμματα θεάτρου, σου θυμίζουν τις σταρ τις νέες, τις πανέμορφες και λαμπερές! Σου θυμίζουν εσένα κάποτε… Άγγελοι χρυσοί στα γύψιναΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Η θεραπεία μέσω της ποίησης στα ειδικά σχολεία και στα άτομα της τρίτης ηλικίας | του Χρήστου Δημούλα [Συνέχεια από το προηγούμενο άρθρο] Ο Αμερικανός ψυχίατρος Jack Leed το 1969 αναφέρεται πρώτος στη χρήση της θεραπείας μέσω της ποίησης στα ειδικά σχολεία για παιδιά με συναισθηματικές διαταραχές αλλά και στα κέντρα συμβουλευτικής. Πρώτος είπε ότι η ποίηση τα οδηγεί σεΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Γούζομαι-Εγούγια μου-Γηθειά | του Νίκου Λουκαδάκη Στα χνάρια των λέξεων Η λαλιά μου. Το ξεφουντωμένο αγριολούλουδο που ολοχρονίς ανθεί και λουλουδίζει, γαντζωμένο στ’ ανεμοφάωτα χαράκια του νου μου. Το άσβεστο κερί που φέγγει το σκότος του σήμερα, κόντρα στσ’ ανεμικές των αιώνων. Καιρούς εδά κλουθώ τα χνάρια της και δεν ‘ποχορταίνω να σαλεύω σε τόπους και σε χρόνους γνωστούς καιΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Μια Ελένη, πολλές ιστορίες | της Ζωής Δικταίου Ανατολικός άνεμος, εξόριστος, με τη μάσκα του αθώου χτυπούσε τα γυμνά κλαδιά έξω και την ψυχή της στο περιθώριο. Ίδιος πάντα ο έρημος δρόμος και ο τρόμος, ρεμβάζοντας το γκρίζο αφτέρουγες λέξεις, ανώνυμοι πόθοι, χαμηλά το βλέμμα στο σκουριασμένο κλειδί κιτρινισμένα φύλλα οι γάτες στο παράθυρο, το πουκάμισο στα μανταλάκια, ένα πιόνιΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Ελεγεία θαμπού τοπίου | της Άννας Τακάκη Τόπε που μ’ έκανες να σ’ αγαπήσω και τώρα με σκίζεις σαν μαχαιριά γυρίζω πίσω να σ’ αντικρίσω μου ’γινες θύμηση από παλιά κι έτσι με θύμησες θα συνεχίσω. Απλώνω τα χέρια, να σ’ αγκαλιάσω και κάνεις πέρα σαν κάποιος ξένος Ανοίγω το βλέμμα να σε χορτάσω κι άλλων ανθρώπων βρίσκω το γένοςΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Ο φορατζής και τα παθήματά του | του Μενέλαου Γουβέτα Πρωί πρωί έπαιρνε το λεωφορείο του ΚΤΕΛ από την πόλη ο φορατζής και γύρναγε τα χωριά της περιοχής του για να εισπράξει τον κοινοτικό φόρο απ’ τους χωρικούς, περίπου σαν την παλιά δεκάτη ήταν κι αυτός ο θεσμοθετημένος φόρος με όλες τις βαριές συνέπειες για τον οικογενειακό κορβανά. Βέβαια, οΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Και πχοιός δε ντο παθαίνει… | του Αντώνη Κουκλινού Αγουροξυπνημένος και μπροσάφορμος εσηκώθηκε τη ταχινή. Αψύς και κακόκεφος, ετσά απού το (ν)είδενε να ξεφυσά, δεν αντάλλαξε μούδε καλημέρα η κερά ντου. Μαθημένη στα χούγια ντου, δε ντου δίδει σημασία γιατί κατέχει πως θα μπλέξει. Κιανείς δε (ν)τον-ε πείραξε, μα τάξε πως θα τη πλερώσει όπχοιος του παντήξει. Πχοιός κατέχει… ΝαΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…