Άιντε δε σ’ αρνιού-, σ’ αρνιούμαι χαλασιά μου (2ο μέρος) | της Χαρούλας Βερίγου [Συνέχεια από το πρώτο μέρος] Στο χρόνο απάνω, παρακινημένος απ’ τον Κούβαρη, της είχε γυρέψει γάμο, θα την ήφερνε νύφη στον Τσαμαντά, είπε να μιλήσει στη μάνα και στην αδερφή της, αν τό ’θελαν έρχονταν κι εκείνες μαζί, κάπως θα ’βρισκαν τρόπο να πορεύονταν, θα μεγάλωνεΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Άιντε δε σ’ αρνιού-, σ’ αρνιούμαι χαλασιά μου (1ο μέρος) | της Χαρούλας Βερίγου Ο Γιώτης, από γεννησιμιού του φευγάτος, έτσι τον είχε βγάλει η φύση, ψια πειραγμένο, αλλά όχι ντιπ σιεμεντελό. Ήλεγαν έφταιγε η μάνα του η Ρίνα πό ’χε ανέβει γκαστρωμένη στον κίσσαρα και τον πελέκησε με το κασάρι παραμονή τ’ αη Συμιού. Θά ’χε ξαστοχήσει πως οιΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Η θειάκω η Τάτα (δεύτερο μέρος) | της Χαρούλας Βερίγου – Μπάντιου [Συνέχεια από το προηγούμενο] Όλη νύχτα αλάρωτη, δεν είχε κλείσει μάτι η καψερή. Τη μια στιγμή της φαίνονταν η τσέργα βαριά, νόμιζε καίγονταν ως τα μηλίγγια, την άλλη φτενή την τίναζε οριό σύγκορμη κι έριχνε και τη βελέντζα με τον πυκνό φλόκο από πάνω για να ζεσταθεί. ΆλληΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Η θειάκω η Τάτα (πρώτο μέρος) | της Χαρούλας Βερίγου – Μπάντιου Η θειάκω η Τάτα η καμαροφρύδα, που παράγγελνε να μην κακολογούν και να μην κρίνουν κανένα, που ορμήνευε πως περισσότερο ψωμί τρώγεται με το μέλι παρά με το ξίδι κι όταν έσμιγε με τα κούτσικα έλεγε κι έλεγε και δεν έβαζε γλώσσα μέσα της κι ανέβαινε η χαράΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Ζαχαρούλα τ’ όνομά σου και γλυκό το φίλημά σου | της Χαρούλας Βερίγου – Μπάντιου (μέρος Γ) Συνέχεια από το δεύτερο μέρος Σα να μην την έφταναν τα βάσανα, της ήταν γραφτό της Ζαχαρούλας να ζήσει αργότερα τόσο τον πόλεμο του σαράντα, όσο και τον εμφύλιο. Ησυχία δεν έβρισκε τούτος ο κοσμάκης και τούτος ο τόπος. Έμπαινε η φτώχεια απ’ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Ζαχαρούλα τ’ όνομά σου και γλυκό το φίλημά σου | της Χαρούλας Βερίγου – Μπάντιου (μέρος Α) Είχε φτάκει στο ποτάμι ζαλωμένη τη βαρέλα στον πλάτη, το σαπούνι στο σακούλι, τις παλιές φωνές αξόδευτες στη μέσα τσέπη της ψυχής. Ο χτύπος της καρδιάς αράθυμος πια, είχε διαβούν τα χρόνια, κουράζονταν. Άφηκε τα σκουτιά στην πετρωμένη οχτιά κάτω απ’ το φράξο,ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…