Αγαλιανά οι αροδαμοί… (πρώτο μέρος) | της Ζωής Δικταίου Πέρασαν τα χρόνια, φτερούγισαν μακριά, μα όσο κι αν τούτη την απόσταση την όρισε μεγάλη ο χρόνος, στην καρδιά μου δεν μέτρησε ποτέ. Αγαλιανά οι αροδαμοί ξανανθίζουν με την πρωινή πάχνη στη σκέψη. Δεν είναι αναπόληση, ούτε νοσταλγία. Απλά παίζω. Ξεθάβω μια εικόνα από τη μνήμη και λέω μέσα μου, εδώΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Ο Μπίλι Τζόουνς | της Λίτσας Ψαραύτη Κόντευαν να τελειώσουν οι βραδινές ειδήσεις. Κάθε τόσο η μάνα μου γύριζε και μου φώναζε: «Βασίλη, ώρα να κοιμηθείς, αύριο θα ξυπνήσεις νωρίς για το σχολείο». Κάθε βράδυ η ίδια ιστορία. Αφού ξέρει πως αν δε δω τ’ αθλητικά δεν πάω για ύπνο. Εκείνη τη στιγμή είδα τον Μπίλι Τζόουνς στην οθόνη. ΚαθότανΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Μάτια μου ψιχαλιστά (Δεύτερο μέρος) | της Ζωής Δικταίου «Το ταξίδι στη φαντασία για τους προσεκτικούς είναι μάταιο», τόνισε η δασκάλα κάποια φορά, μετά την εκδρομή που είχαμε πάει στο Καρφί και είχαμε δει τη θάλασσα και την Κρήτη από ψηλά. «Τζάμπα κόπος δηλαδή», πετιόταν κάθε τόσο ο Νικολής παριστάνοντας το αντρίτσι από το τελευταίο θρανίο κι εμείς γυρνούσαμε ταΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Η κατάρα της μάνας | του Βασίλη Φυτσιλή Μετά την πτώση του Γράμμου, τον Αύγουστο του 1949, και την υποχώρηση της κύριας δύναμης του Δημοκρατικού Στρατού προς την Αλβανία, η κατάσταση, για τους μαχητές που έμειναν εγκλωβισμένοι στο χώρο της Κεντρικής Ελλάδας, έγινε απελπιστική. Αποκομμένοι στα βουνά των Αγράφων και της Γκιώνας, χωρίς σύνδεση με την Κεντρική Διοίκηση και χωρίςΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Βαθιά ποτάμια | του Χοσέ Μαρία Αργουέδας . Στις 12, όταν οι εξωτερικοί σπουδαστές έβγαιναν στο δρόμο, ακούστηκαν γυναικείες κραυγές. Εγώ και ο Rondinel βρισκόμαστε κοντά στην πόρτα και μπορούσαμε να δούμε το δρόμο. Πολλές γυναίκες πέρασαν τρέχοντας! Όλες ήταν μιγάδες, ντυμένες όπως οι γυναίκες των μαγαζιών που πουλάνε chicha*. Ο πατήρ – διευθυντής βγήκε από το γραφείο του, κατευθύνθηκεΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Μάτια μου ψιχαλιστά (Πρώτο μέρος) | της Ζωής Δικταίου Καιροί που πέρασαν μετρώντας ασημένια φεγγάρια και άστρα που ξεχάστηκαν στα μπαλκόνια του ονείρου παρέα με τα γιασεμιά. Ένα κοχύλι η μνήμη γεμάτο από εκείνα τα λάφυρα τού καλοκαιριού που μαζεύαμε στις έρημες ακτές και νομίζαμε πως μόνο εμείς είχαμε σταθεί τόσο τυχεροί στην ανακάλυψή τους. Συλλαβίζω λέξεις και μαζί μ’ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Ατζί μερί το πάτησε | της Άννας Τακάκη Η γνώση και τα γράμματα ήτονε το πρώτο έγνεμα τσ’ Αρτεμούλας. Μαθήτρια άριστη από την πρώτη του δημοτικού. Μόλις ήμαθε να διαβάζει, αντί για παιγνίδι επροτίμα να βρει κιανένα ξωσκολικό βιβλίο, γιατί τα σκολικά τα διάβαζε εν τω άμα και το θάμα. Και πού να το βρει; Στο σκολειό υπήρχανε τρία τέσσεραΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Το φιλί της Ανθούλας | του Βασίλη Φυτσιλή Από τα ελεύθερα βουνά του, όπου, μαχητής του Δημοκρατικού Στρατού, πολεμούσε κι αυτός, παρέα με τους συντρόφους του, τους Αμερικανούς επικυρίαρχους και τους ντόπιους υποτακτικούς τους, ο Αντώνης Καραγιάννης βρέθηκε ξαφνικά (μετά την αιχμαλωσία του και ύστερα από μια συνοπτική παρωδία «δίκης», στο έκτακτο στρατοδικείο της Λαμίας), στα κρατητήρια της Αθήνας και,ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Σα θέλει η νύφη κι ο γαμπρός φιλιούνται οι συμπεθέροι | της Άννας Τακάκη Σα θέλει η νύφη κι ο γαμπρός φιλιούνται οι συμπεθέροι | της Άννας Τακάκη Ο Σωκράτης με το Δημοκράτη ήτονε στα μαχαίρια. Χρόνια και χρόνια φαονώτανε για μια οργιά χωράφι. Εχάλα ο ένας το σύνορο, το ’σαζε ο άλλος. Κι αρχίζει τον συνοράτορά του ο Δημοκράτης:ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…