Σήμα κινδύνου | του Γιώργου Ηρακλέους Διψάνε οι μέρες για νερό, μπαίνω στο σκοτεινό τρένο της φυγής, μεγαλώνουνε τα χάσματα ανάμεσα στο σώμα και την ψυχή… Ετούτη η προσφυγιά σέρνεται μέσα μας, δειπνούμε τις αμαρτίες των γονιών μας και των συνανθρώπων τα κρίματα… Βαλσαμωμένη ζωή, τα σώματα των εφήβων μαρμαρωμένα, άψυχα αγάλματα. Το τρένο της φυγής σταματάει στην κοιλάδα τωνΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Η απάντηση | του Γιώργου Ηρακλέους Νύχτα στον σταθμό του τρένου, μια σκιά περπατάει στις ράγες, σκονισμένες πλατφόρμες, σκουριασμένα μεταλλικά παγκάκια… Στη διασταύρωση των γραμμών μια γυναίκα κρατάει τ’ ανοιγμένο ρόδι κι εύχεται ν’ αλλάξουνε τα πράγματα! Παλιοί, αγαπημένοι μου σύντροφοι, εσείς που μάθατε τον κόσμο κι απέξω κι από μέσα, πείτε μου τι επιτέλους έχουμε δικό μας σ’ αυτήνΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Το παγκάκι | του Γιώργου Ηρακλέους Κάθομαι συχνά σ’ ένα παγκάκι στο πάρκο ολομόναχος, δεν έχω πού να πάω, έχασα τον δρόμο μου μες την διαστολή του χρόνου…. Καθώς περνούν τα χρόνια, οι λέξεις γίνονται πουλιά και κουβεντιάζεις μελωδικά μαζί τους γύρω από το παγκάκι, τα δάχτυλα μοιάζουνε κλωνάρια μυγδαλιάς και όσοι περνούν από το πάρκο είναι γνωστοί, μα δενΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Το φωτεινό μονοπάτι | του Γιώργου Ηρακλέους Πήρα το φωτεινό μονοπάτι για ν’ αλλάξω ζωή, να βρω τα λουλούδια που θ’ ανθίζουν για πάντα, το πέλαγο που θα ξαναγίνει γαλάζιο και καθάριο σαν το γυαλί! Προχώρησα γεμάτος χαρά, στο μαντίλι μου δυο ρόδα φυλαγμένα τραγουδούσαν ένα τραγούδι για τους οδοιπόρους… Κάποιος, κάποτε, μου είχε πει: «Θα είμαστε μαζί για πάντα»,ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Η συνοικία | του Γιώργου Ηρακλέους Κλειστό το περίπτερο της γειτονιάς, νύχτα καλοκαιριού καταμόναχη, χωρίς τσιγάρο απόψε. Γυρίζουν απ’ την εξορία κάποιοι γείτονες κρατώντας τις βαλίτσες τους κι όλα τους φαίνονται αλλιώτικα και ξένα, το βλέπω στα μάτια και στις αμήχανες κινήσεις τους! Η ζωή κι ο θάνατος, το ένα καταργεί το άλλο και τα δυο στέκουνε ασάλευτα στη γωνιάΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Ο εργάτης | του Γιώργου Ηρακλέους Δεν το καταλαβαίνουν οι πολλοί πως η δύναμή τους σκοτώνει, σαν να πήραν τέλος οι λέξεις και να μην υπάρχει τίποτα να ειπωθεί! Στην άπλα του μεσημεριού ένας εργάτης κοιμάται, η σκισμένη του μπλούζα τον βιογραφεί, ανέγγιχτο, καθαρό, μ’ έναν μορφασμό στο πρόσωπο και ιδρωμένο τον τράχηλο, ένας εργάτης ονειρεύεται… Μαζί με τη μεγάληΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Ανάσταση λαού | του Γιώργου Ηρακλέους (Στον Γιάννη Ρίτσο) Μην κλάψεις μάνα, πεθαίνω όρθιος πλάι στα πουλιά και τα δέντρα με πορφυρά μπαλώματα στη σάρκα μου, αόρατους εχθρούς τριγύρω κι ένα κόκκινο γαρύφαλλο στο χέρι να θυμίζει άλλες εποχές… Μην κλάψεις μάνα, άγρυπνες σαν άστρα νύχτες φτάνουνε σε λίγο και δακρυσμένες ελπίδες. Η εικόνα της θάλασσας το δείχνει, χιλιάδες στόματαΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Πάσχα λαού | του Γιώργου Ηρακλέους Οι μεγάλες εβδομάδες στάζουνε κερί, μυρίζουνε λιβάνι, πνίγονται στα δάκρυα της πόρνης τη νύχτα της μεγάλης Τρίτης, φοράνε τα λευκά τους ρούχα να υποδεχτούνε τον Νυμφίο, μα ο Νυμφίος ποτέ δε φτάνει… Σταγόνες αγωνίας στο μέτωπο, ένας ατέλειωτος κήπος της Γεθσημανής είναι η ζωή μας, τα πάθη μετά, ο επιτάφιος θρήνος, κάθε απαρηγόρητη μεγάληΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Σταγόνες -σταλαγματιές | του Γιώργου Ηρακλέους Μια σταγόνα νερού να πιει του παραδείσου το αηδόνι, χιλιάδες φονιάδες του κλέψαν τη φωνή, κι όλες οι Παναγιές χλωμιάσανε απ’ την λύπη! Δυο σταλαγματιές νερό για τις ψυχές που στεγνώσανε, γιατί σκοτώσανε το όνειρο και την ανάσταση μια νύχτα μεγάλης Παρασκευής κι ύστερα σβήσαν τα κεριά τους… Τρεις σταγόνες δηλητήριο να πιει ηΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…