Η αντροϊνοχωρίστρα… | του Αντώνη Κουκλινού Όμορφη η πατσάβρα απου δε πάει άλλο…! Στα εικοσιπέντε τζη, πατεί και δε ν’ αγγίζει τη Γης. Νταρντανογυναίκα στο ένα εβδομήντα και μαλλί μαύρο κατράμι, σάμε τσι κουτάλες, με μάθια απου αστραφταλίζουνε νιάτα. Γεννημένη στη πρωτεύουσα και μ’ ένα φουσάντο, απου κουζουλαίνει μικιούς και μεγάλους. Αεράτη όσο δε μ-πάει, με ούλους κουβεδιάζει όπχιος κιαΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Το ξημέρωμα τσ’ αμοναξάς… | του Αντώνη Κουκλινού Δε ντου κόλανε ύπνος και σηκώθηκενε αξημέρωτα… Έχει μνιά ολιά γίατσο και βγήκενε όξω στη ν’ αυλή και φέρνει μνιά ν’ αμπασκάλη ξύλα κι άφτει φωθιά. Έβαλε στο τζιζβεδάκι καφέ και σαν έβρασε το καϊμάκι, γεμίζει το φλιτζάνι. Έσυρε μνιά ρουφηξά και βγάνει το νταμπάκο να στρίψει ένα τζίγαρο. Ολομόναχος επόμεινε σανΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Εξήντα χρόνια καλοσύνης… | του Αντώνη Κουκλινού Τά χουνε τα χρονάκια ντος, μα σέρνουνται καλά ακόμη. Το σπίτι θέλει τη λάτρα ντου κάθα μέρα, το μαγεργιό ντου, το πλυσταργιό ντου και τη ν’ αυλή διαρμισμένη..! Το ίδιο και το γεροντή, το νε βαβαλίζει οσά ντη βγιόλα. Ήσασέ ντου το αυγουλάκι ντου μελάτο, φρεσκότατο, ζεστό ακόμη, τό πχιασε από το (γ)κούμο.ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Η αξεβράκωτη… | του Αντώνη Κουκλινού Νοικοκύρηδες και καλοστεκούμενοι ήτονε… Οι πλιά δουλευταράδες του χωργιού, μα ίσαμ’ εκειά. Και οι δυό ντονε κοντά στα σαράντα, με δυό χρόνους διαφορά. Σπίθια γυρομπεντενιασμένα, χωράφχια ούλα σώπατα και περβόλια με πηγάδια ούλα ποτιστικά. Ένα σωρό μαξούλια βγάνουνε κάθα χρόνο και γεμίζου ντα πιθάργια, λάδια και καρπό. Ίντα τα θες όμως… καταδιά ν’ ανοίξουνεΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Αποχαιρετισμός… | του Αντώνη Κουκλινού   Ένα φύλλο μας αποχαιρετά…λέγοντας… -Επεράσαμε παρέα, την Άνοιξη και το Καλοκαίρι, μα εδά ήρθενε η ώρα να αποχαιρετηχτούμενε. -Έκαμα το κύκλο μου, μα και το χρέος μου. -Έδωκα το οξυγόνο μου, έκαμα παχύ ασκιανό στσι γειτονιές, να κάτσουνε οι γερόντοι, να πούνε τσι ιστορίες τονε. -Μα και οι γράδες να κλώθουνε τα μεσημέργια καιΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Τ’ αμύγδαλα… | του Αντώνη Κουκλινού Απου θα ξεσουβγιάζεται καθόλου ανεμελιάρης…. Το γάιδαρο καβαλικεύγει και σφυρολογά ένα παλιό σκοπό, με τη σκέψη ντου να ταξιδεύγει, άλαμπλήρη που…. Σα ν’ ήφταξε τη στροφή με τη δροσαπιδιά, εσίμωσε στο πλιά χαμηλό κλαδί και κόβγει ένα δροσάπιδο. Κόβγει κ’ ένα βλασταράκι και το δίδει του γαϊδάρου, να το μασουλίζει κ’ αυτός, να τουΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Με τση φιλιάς τσι μυρωδιές… | του Αντώνη Κουκλινού Μνιά μέρα πριν τρία τέσσερα χρόνια, χτυπά το τηλέφωνό μου… -Καλημέρα πχιός είναι; -Τον Αντώνη το Κουκλινό θα ήθελα παρακαλώ. -Ο ίδιος, πχιός είσαστε; -Ο Μανώλης ο Χαρούλης είμαι ο πατέρας του Γιάννη. Έχασά τα… εκόπηκενε η μιλιά μου προς στιγμής. -Γειά σας κύριε Μανώλη, με εκπλήσσετε, που βρήκατε το τηλέφωνόΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Ετσέ καιρό… | του Αντώνη Κουκλινού Έτσε καιρό μετά τση Παναγίας, στο χωργιό μου, ετοιμάζανε οι εργάτες τα μπογαλάκια ντος για το Μαλεβίζι. Ο Λενακοζαχάρης ήτονε στη γειτονιά μας ο υπεύθυνος του αφεντικού, απου είχενε τ’ αμπέλια στσι Βούτες, όξω από τη Χώρα. Εγώ εκλούθουνα τση μάνας μου…. Τ’ αφεντικά απου θυμούμαι ήτονε ο Κουρουπάκης ο Αντρέας, ο Σταύρος οΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Τσι γάμπες τση να δείξει… | του Αντώνη Κουκλινού Στο ματζιπέτι εσκάλωσε, τσι γάμπες τση να δείξει, να μπεί στ’ αρθούνια ουλονώ, να τως τσι κάμει λήξη. Αρέσει τση τω ν’αμαθιώ, τσι σαϊθιές να κλεύγει, έχει προσόντα και γι’αυτό, πχιός τση τ’απαγορεύγει. Ετσά που τη κοντύνανε, τη μίνι φούστα πάλι, τ’ αμάθια τω ν’ ασερνικώ, κοντεύγει να τα βγάλει. Ω…ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…