Οχτώ χρόνια μετά | διήγημα του Γιώργου Αλεξάτου Σιγά μη με νοιάζει, Ελένη μου! Όσα χρόνια κι αν μου ρίξουν, και ισόβια να κάτσω μέσα, εγώ αυτό που ’θελα να κάνω, το ’κανα. Όχι, δεν ήθελα να τον σκοτώσω. Αυτό που έκανα ήθελα να του κάνω. Και στη δίκη δεν πρόκειται να πω απολύτως τίποτα. Ας πει ό,τι θέλει οΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Η μεσημβρινή παραίσθηση ενός νέου | διήγημα του Θάνου Φωσκαρίνη Αγαπώ πολύ τα παραμύθια. Η παιδική μου ηλικία σχηματίστηκε κάπου ανάμεσα στα «30 διαλεχτά παραμύθια» του εκδοτικού οίκου «Αστήρ», στα «Ωραιότερα παραμύθια του Χάουφ» των εκδόσεων «Πεχλιβανίδης και Σία», στον «Ευτυχισμένο πρίγκιπα» του Όσκαρ Ουάιλντ, στα «Παραμύθια του χειμώνα» του Πολ Ζακ Μπουζό της σειράς «Ανεμώνες», στον «Κόμη Μοντεχρήστο» τουΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Ο Μεγάλος Κριτής | διήγημα της Σοφίας Μαλτέζου Τελευταία φορά που ο Άγγελος Αναγνώστου ανέβηκε στο ανατολικό μπαλκόνι του σπιτιού του για το καθιερωμένο σινιάλο, ήταν στις δημοτικές εκλογές της Αγίας Ελεούσας. Τις βάφτισε έτσι ο κόσμος, γιατί λες από μυστική συμφωνία όλων των υποψήφιων, το βάρος της προεκλογικής εκστρατείας ανά την επικράτεια έπεσε στις κοινωνικές παροχές! Παιδικές στέγες, συσσίτιαΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Το λάθος | διήγημα του Τάσου Αυγερινού Όσο έφεγγε το φως της μέρας και έσφυζε στους δρόμους η ζωή, αυτός έμενε κλεισμένος μέσα στο μισοσκότεινο δωμάτιό του, σαν τον ασπάλακα στο λαγούμι του, και μόνον όταν έπεφτε το σκοτάδι, έβγαινε δειλά δειλά από το θλιβερό κατάλυμά του και τραβούσε, πάντα, προς τις δυτικές συνοικίες της πόλης. Το δρομολόγιο που ακολουθούσεΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Ο κυρ Αλέκος | του Βασίλη Φυτσιλή Εκεί, σ’ εκείνο το γυμνό και άνυδρο ξερονήσι της Γιούρας, εμάς τα «ανήλικα», νεαρούς ΕΠΟΝίτες, παιδιά αγωνιστών, ανταρτόπουλα του Δημοκρατικού Στρατού, που αιχμαλωτίστηκαν από τις δυνάμεις του κυβερνητικού στρατού, μας είχαν μαντρωμένους χωριστά, σε ένα αγκαθερό συρματόπλεγμα, που το ονόμασαν «κλωβός ανηλίκων». Περνούσαμε κι εμείς, μαζί με τους μεγάλους φυλακισμένους αγωνιστές, τον δικόΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Αίσιο τέλος | διήγημα του Άντον Τσέχωφ Στο σπίτι του αρχιεισπράκτορα Στίτσκιν, μια από τις μέρες που είχε ρεπό, είχε πάει ύστερα από πρόσκλησή του η Αγάπη Γκρηγκόριεβνα, μια γεροδεμένη και με πλούσια περιφέρεια κυρία, γύρω στα σαράντα. Ηταν προξενήτρα, αλλά έκανε και πολλές άλλες δουλειές, για τις οποίες μιλούσε μόνο ψιθυριστά. Ο Στίτσκιν τα είχε λίγο χαμένα, αλλά, όπωςΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Ένα κουτί μπισκότα | της Τιτίνας Δανέλλη Πήρε όλες τις σημειώσεις για την Παναγιά της Τήνου και για το αντιτορπιλικό «’Ελλη». Δεν έμενε παρά να γυρίσει στο γραφείο, να γράψει, να παραδώσει, να περάσει από το λογιστήριο και μετά, «Ζήτω η Ελευθερία». Άρχιζε η άδειά της. Ο Γιάννης και κείνη, οι δυο τους σε σμαραγδένια θάλασσα και χρυσή άμμο… Απίστευτο.ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

«Κεραζώζα, σαν να λέμε κερά Ζωή, ζάχαρη!» | της Ζωής Δικταίου Είχε έρθει για τις διακοπές ο Χάρης. Μόλις έκλεισαν τα σχολεία οι γονείς του, τού είχε κάνει το χατίρι και τον έφεραν την ίδια κιόλας μέρα στον παππού. Στο χωριό μπορούσε να απολαύσει το παιχνίδι, την εξοχή και τη θάλασσα χωρίς περιορισμούς και πάντα με τη χαρά και τηνΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

22 Ιουλίου 1943 | του Ηλία Βενέζη Την παραμονή της μεγάλης μέρας κατά το βράδυ, αφού τελείωσαν ό,τι τους είχε οριστεί να κάνουν απ’ την ομάδα τους, είπαν να ξεκουραστούν λίγο. «Ας πάμε στα δέντρα», είπε το κορίτσι. «Να πάρουμε λίγη δροσιά.» Πήγαν στο πάρκο και κάθισαν σ’ έναν πάγκο. Τ’ άστρα πια είχαν βγει. Ήταν καθαρή νύχτα. Ήταν οιΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…