Χρόνος ανάγνωσης περίπου:9 λεπτά

Η σχέση του Φεντερίκο Φελίνι με την ψυχανάλυση | του Απόστολου Αποστόλου


Σύμφωνα με τον Michel David στο βιβλίο του με τίτλο «La psicoanalisi nella cultura italiania» Ediz. Bollati Boringhier, η σχέση του Φεντερίκο Φελίνι με τον ψυχαναλυτή Ερνστ Μπέρνχαρντ και μέσω εκείνου η γνωριμία του Φελίνι με το έργο του Καρλ Γιούνγκ ήταν η αφετηρία που στάθηκε πόλος έλξης και προσανατολισμού για την φιλμογραφία του Ιταλού μάγου του κινηματογράφου.

Βρισκόμαστε στις αρχές της δεκαετίας του ’60 και ο Φελίνι, μετά την ολοκλήρωση του «La Dolce Vita», φαίνεται να έχει βυθιστεί σε μια στιγμή σοβαρής προσωπικής κρίσης, σχεδόν στα όρια της κατάθλιψης. Ένας συνάδελφός του, σκηνοθέτης και αρχιτέκτονας ο Σικελός Βιτόριο ντε Σέτα, που μόλις είχε επιστρέψει από τα δύσκολα γυρίσματα της ταινίας του Banditi a Orgosolo, βλέποντας τον Φελίνι σε ψυχική κατάπτωση του πρότεινε να επισκεφτεί τον ψυχαναλυτή Ερνστ Μπέρνχαρντ, (ο οποίος ήταν μαθητής του Καρλ Γιούνκ) και έκανε συνεδρίες ο Βιτόριο ντε Σέτα μαζί του. Φεύγοντας ο Βιτόριο ντε Σέτα του έγραψε χωρίς να το προσέξει ο Φελίνι τον αριθμό τηλεφώνου του ψυχαναλυτή Μπέρνχαρντ σε ένα κομμάτι χαρτί. Λίγες μέρες μετά ο Φελίνι βρήκε έναν αριθμό τηλεφώνου επάνω στο γραφείο του και σκέφτηκε ότι πιθανά θα ήταν ο αριθμό τηλεφώνου μιας ανερχόμενης ηθοποιού που του είχε μιλήσει ο Βιτόριο ντε Σέτα στη συνάντησή τους. Τηλεφωνώντας όμως ο Φελίνι για να συνομιλήσει με τη νέα ηθοποιό για κάποιο ρόλο που την ήθελε να της δώσει, βρέθηκε να συνομιλεί στην άλλη γραμμή τηλεφώνου με τον ψυχαναλυτή Ερνστ Μπέρνχαρτ.

Ο Ερνστ Μπέρνχαρτ ήταν σχεδόν μια θρυλική προσωπικότητα στην ιστορία της ψυχανάλυσης και της ιταλικής κουλτούρας. Άνθρωποι του διαμετρήματος όπως των Adriano Olivetti, Natalia Ginzburg, Roberto Bazlen, Cristiana Campo και Giorgio Manganelli υπήρξαν φίλοι του, ψυχαναλυόμενοι του, ή και τα δύο μαζί. Ήταν Εβραϊκής καταγωγής, που αναγκάστηκε να μεταναστεύσει στην Ιταλία από τη Γερμανία ως αποτέλεσμα των ναζιστικών διώξεων, ζώντας όμως στην Ιταλία κρυμμένος κατά τα δύσκολα χρόνια του ιταλικού φασισμού. Ο Μπέρνχαρντ λειτούργησε καταλυτικά για τις σχέσεις με τους φροϋδιστές της Ιταλίας, και κυρίως με τον Εντοάρντο Βάις, αλλά ήταν και εκείνος που θεμελίωσε τις σπουδές της Γιουνγκιανής ψυχανάλυσης στην Ιταλία.

Η σχέση μεταξύ του Φελίνι και του Μπέρνχαρντ κράτησε περίπου πέντε χρόνια, από το 1960 μέχρι τον θάνατο του ψυχαναλυτή το καλοκαίρι του 1965, όταν ο Φελίνι ολοκλήρωσε και την ταινία του με τίτλο «Ιουλιέτα των Πνευμάτων». Ήταν η πρώτη έγχρωμη ταινία του Φελίνι η οποία αφορούσε την ιστορία μιας παντρεμένης αστής (την υποδυόταν η Τζουλιέτα Μασίνο, σύζυγος του σκηνοθέτη) η οποία καταφεύγει σε ένα κόσμο φαντασιώσεων και ονείρου που θα γίνει το προσωρινό της καταφύγιο, από μια ζωή και από έναν γάμο που δεν την ικανοποιούσαν και την ακύρωναν. Σ’ αυτή την ταινία του Φελίνι υπάρχουν ξεκάθαρα οι ψυχαναλυτικές επιρροές του από την Γιουνγκιανική ψυχανάλυση.

Είναι γεγονός ότι η «θεραπευτική» και φιλική σχέση του Φελίνι με τον Μπέρνχαρντ τον είχε βοηθήσει να λύσει πολλές δυσκολίες του και η συχνότητα των συναντήσεων τους, στο στούντιο στη Via Gregoriana ήταν απαραίτητη για τη γέννηση του «Βιβλίου των Ονείρων» του Φελίνι της θρυλικής συλλογής σχεδίων στην οποία ο Φελίνι σημείωνε σχεδόν μέρα με τη μέρα τα φαντάσματα της ονειρικής του ζωής, από τα τέλη της δεκαετίας του 1960 έως τις αρχές της δεκαετίας του ενενήντα. Το «Βιβλίο των ονείρων» που δημοσιεύτηκε μετά το θάνατο του από τις εκδόσεις Rizzoli το 2008, μαρτυρεί τόσο από καλλιτεχνική όσο και από προ-αναλυτική σκοπιά την ονειρική κινηματογραφική δημιουργικότητα του, η οποία γεννήθηκε από μια συμβουλή του Μπέρνχαρντ να καταγράφει τις νυχτερινές του φαντασίες.

Μέσω του Μπέρνχαρντ ο Φελίνι ανακάλυψε τον Γιούνγκ, ο οποίος υπήρξε δάσκαλος του Μπέρνχαρντ στη Ζυρίχη στις αρχές της δεκαετίας του 1930. Ωστόσο, η συνάντηση με τη λεγόμενη αναλυτική ψυχολογία της Γιουνγκιανής σχολής, πλούσια σε διασυνδέσεις με τη μεσαιωνική αλχημεία και με τα αναγεννησιακά σύμβολα, αντιπροσωπεύει για τον Φελίνι ότι συνέβη στην ίδια χρονική περίοδο με τον Ζαν Πωλ Γκοντάρ όταν εκείνος ήρθε σε επαφή με το μαρξισμό. Και οι δύο μέσα από τις αυτές τις επαφές του ανα-χάραξαν την κινηματογραφική τους πορείας.

Για να είμαστε σαφείς η σχέση του Φελίνι με την Γιουνγκιανή ψυχανάλυση δεν τον οδήγησε να αμφισβητήσει ή να ανατρέψει το έργο του, αντιθέτως τον έβαλε σε μια ιδιότυπη υποψιαστική αίσθηση. Ο Φελίνι χρησιμοποιούσε αρχέτυπα, σύμβολα και άλλες μορφές σύγχρονης μυθοποίησης με απίστευτη μαεστρία ήδη από τις πρώτες ταινίες του, χωρίς να γνωρίζει τίποτα για την ψυχανάλυση. Αυτό που ίσως προσδιόρισε τη φιλμογραφία του, μετά την επαφή του με την ψυχανάλυση του Γιούνγκ μέσα από τη συχνότητα στο στούντιο του Μπέρνχαρντ ήταν η δημιουργική παραγωγή του Φελίνι και ο ενδοσκοπικός χαρακτήρας της ταινίας του «8 ½ » όπου διαφαίνεται μια ψυχαναλυτική ενδοσκόπηση καθώς επίσης και με την ταινία του «Ιουλιέτα των Πνευμάτων», όπου και εκεί τα ψυχαναλυτικά προεικάσματα όπως γράψαμε και παραπάνω είναι ορατά.

Λίγα χρόνια μετά τον θάνατο του Μπέρνχαρντ, ο Φελίνι πειραματίστηκε ανοιχτά με τον μύθο και την κλασική λογοτεχνία, δημιουργώντας την ταινία Σατυρικόν, που υπήρξε μια ελεύθερη προσέγγιση του έργου του Πατρωνίου. Ο Τζέιμς Χίλμαν συνεχιστής της Γιουνγκιανής ψυχανάλυσης και θεμελιωτής της Ψυχολογίας των Αρχετύπων, ένας από τους πιο γνωστούς στοχαστές ο οποίος εστιάστηκε στη σχέση μυθολογίας και ψυχολογίας σε πολλά βιβλία του και σε διαλέξεις του, θα υποστηρίξει ότι η ταινία Σατυρικόν του Φελίνι είναι μια ταινία που δημιουργήθηκε κάτω από την Γιουνγκιανή ευαισθησία.

Πολλές φορές της ζωής ο Φελίνι μίλησε για τη σημασία που είχε για εκείνον η γνωριμία του με τον Μπέρνχαρντ και μέσω εκείνου με τη σκέψη του Γιούνγκ από τις αρχές της δεκαετίας του 1960, ακόμη και σε κείμενα του, όπως το «Κάνοντας μια ταινία», δημοσιευμένο το 1980, που αποτελεί ουσιαστικά ένα καλλιτεχνικό μανιφέστο μας λέει τα εξής: «Η ανάγνωση μερικών βιβλίων του Γιούνγκ και το οράματός του για τη ζωή, είχε για μένα τ μια αποκάλυψη και αποτέλεσε μια συναρπαστική, απροσδόκητη, εξαιρετική επιβεβαίωση σε κάτι που είχα υποψιαστεί σε μικρή έκταση βέβαια». Καταλήγοντας ότι «ο Γιούνγκ αποτελεί για μένα έναν συνοδοιπόρο, έναν μεγαλύτερο αδερφό, έναν σοφό και γιατί όχι έναν μάντη και επιστήμονα».

Μέσα σε εκείνους τους στοχασμούς του, ο Φελίνι προβαίνει μάλιστα σε μια σύγκριση μεταξύ του Γιούνγκ και του Φρόϋντ, που ασφαλώς δεν ήταν το αποτέλεσμα κάποιας θεωρητικής εκτίμησης του, αλλά της καλλιτεχνικής του εμπειρίας. Θα πει μεταξύ άλλων: «Η επιστημονική ταπεινοφροσύνη του Γιούνγκ μπροστά στο μυστήριο της ζωή, μου φαίνεται πιο ωραία από εκείνη του Φρόϋντ. Άλλωστε, ο Φρόϋντ με τις θεωρίες του, μας αναγκάζει να σκεφτόμαστε, ενώ ο Γιούνγκ με την αρχετυπική και λιγότερο ορθολογιστική προσέγγιση του, μας επιτρέπει να φανταστούμε, να ονειρευτούμε, σαν να εισερχόμαστε έτσι στο σκοτεινό λαβύρινθο της ύπαρξής μας, στη διαύγαση της προσωπικής μας παρουσίας.»

Σημαντική είναι και η επίσκεψης που έκανε ο Φελίνι στο περίφημο πυργόσπιτο του Γιούνγκ στο Μπόλινγκεν, μάλιστα όπως αναφέρει στην αλληλογραφία του με τον Γάλλο συγγραφέα Ζωρζ Σιμενόν, τον καλωσόρισε ένας ανιψιός του Γιούνγκ, ο οποίος ήταν μεγάλος θαυμαστής των έργων του. Χάρη σε αυτόν λοιπόν ο Φελίνι μπόρεσε να δει και ένα μικρό δωμάτιο που γενικά δεν το άνοιγαν σε κανέναν γιατί, όπως του ανέφερε ο ανιψιός του Γιούνγκ τους ντρόπιαζε λίγο. Και αυτό γιατί ήταν ένα δωμάτιο διακοσμημένο με μάνταλα, γυαλί από αλάβαστρο και άλλα μαγικά αντικείμενα, συμπεριλαμβανομένης και μιας ρόμπας ενός μάγου, ενδεχομένως ενός μυημένου ή τέλος πάντων ενός γκουρού, που φορούσε ο ίδιος ο Γιούνγκ.

Ωστόσο αν οι συγγενείς του Γιούνγκ εξέφραζαν μια διστακτικότητα να αποκαλύπτουν εκείνο το δωμάτιο του σπιτιού του και τους προκαλούσε σε μεγάλο βαθμό μια αμηχανία, ο Φελίνι φαινόταν να αισθανόταν τον Γιούνγκ πιο ανθρώπινο, όταν είδε το κρυφό δωμάτιο, χαρισματικό, πιο κοντινό του και πιο μυστηριώδη σύμφωνα με όσα έγραψε στον Σιμενόν έχοντας ανακαλύψει αυτό το «μυστικό βίτσιο» του Γιούνγκ ή την ιδιοσυστασία της κοσμικής υποψίας που διέθετε ο Γιούνγκ. Εν ολίγοις, έγραφε στον Σιμενόν: «αν ένας επιστήμονας σαν αυτόν, ένας φιλόσοφος, αποδέχεται τα μυστήρια και τα όρια μιας τελετουργίας που μπορεί να φαίνονται τουλάχιστον στα μάτια μας, αόριστα, ακατάληπτα, ακόμη και γελοία, αυτό σημαίνει ότι ήξερε να βλέπει βαθύτερα και επίσης ότι ο Γιούνγκ, ότι είχε παρακάμψει όλες τις ατομικές συμβάσεις, τους κοινωνικούς κομφορμισμούς, όλα εκείνα τα πράγματα που γενικά περνιούνται ως αξιοπρεπείς συμπεριφορές».

Εξάλλου ο Φελίνι διέκρινε και το βλέπουμε μέσα από τις ταινίες του, ότι η ζωή μας είναι νοηματοδοτημένη από συγκεκριμένους προορισμούς, ενώ η μυστική συνείδηση όπως εκείνη του Γιούνγκ διακατεχόταν από μια συνομιλία με το αόρατο, με το άρρητο. Τα όσα αναφέρει ο Φελίνι για τον Γιούνγκ και τη μυστική συνείδηση που ψάχνει να ψηλαφήσει τις αλήθειες μας θυμίζουν την απάντηση που δίνει ο Σειλινός στον Μίδα. Ο Μίδας κυνήγησε τον Σειλινό τον έπιασε και του ζήτησε να του αποκαλύψει την αλήθεια. «Φυλή εφήμερη και άθλια –απάντησε ο Σειλινός – τέκνο της τύχης και του μόχθου, γιατί με αναγκάζεις να σου φανερώσω εκείνο που θα ήταν καλύτερο για σένα να μη το γνωρίσεις ποτέ;»

Αξιοσημείωτη περίπτωση είναι και η αφήγηση του ονείρου του Φελίνι όταν είδε τον θάνατο του Μπέρνχαρντ ένα μήνα πριν συμβεί το γεγονός. Βέβαια αυτή η περίπτωση οραματισμού στον Φελίνι δεν ήταν ξένη προς εκείνον τη βλέπουμε και στις κινηματογραφικές του εικόνες. Σημαντικές αντιστοιχίες και συγχρονισμοί συμβαίνουν και μέσα στις ίδιες τις ταινίες του, με αφαιρέσεις που ξεμακραίνονται από τις κατοικημένες περιοχές της λογικής και δονούν την αφηγηματολογία της κινηματογραφικής του εικόνας.

Ο κόσμος για τον Φελίνι είναι ένας σφικτός κόμπος από σύμβολα που προβάλουν άλλοτε ως λέξεις, άλλοτε ως εικόνες και άλλοτε ως ήχοι. Μια τέτοια λέξη που σωρεύεται όλο το μυστήριο χρησιμοποίησε στην ταινία «8 ½». Η φράση Asa-Nisi-Masa. Ήταν η φράση που απροσδόκητα προφέρεται μια σκηνή από την αυτοβιογραφική ταινία του «8 ½», και αποτελούσε η συγκεκριμένη φράση μια μετάβασης από το παρόν του πρωταγωνιστή και σκηνοθέτη Γκουϊντο (ερμηνεύοντας τον ρόλο αυτό ο έξοχο Μαρτσέλο Μαστρογιάννη) στο παρελθόν του της παιδικής ηλικίας, ως μια μακρινή ανάμνηση του ασυνειδήτου. Ακόμη καλύτερα θα λέγαμε ότι η συγκεκριμένη φράση αποτελεί μια παλιννόστηση στους εύφορους χώρους του παιδικού ασυνειδήτου. Ο Γκουίντο βρίσκεται σε κάποιο πάρτι στις διακοπές του, εκεί υπάρχει μια διορατική γυναίκα που γράφει σε έναν μαυροπίνακα τις λέξεις «ASA NISI MASA». Ο Γκουϊντο συνειδητοποιεί ότι είναι η φράση που σκεφτόταν ως ίχνος (traces) του πρωτογενούς ασυνειδήτου. Ο Λακάν έχει υποστηρίξει ότι το ασυνείδητο είναι κτισμένο ως γλώσσα (structuré comme un langage). Αποτελεί μια από τις πιο συμβολικές σκηνές σε όλες τις κινηματογραφικές ταινίες του Φελίνι, μια μικρή φράση που δεν σημαίνει τίποτα, ή ίσως, απομονώνοντας τις λέξεις της φράσης AsaNisiMasa να σημαίνει, το κεντρικό λήμμα του συνόλου της Γιουνγκιανής θεωρίας ΑΝΙΜΑ. Όσο όμως προχωράει κανείς προς τα επίκεντρα του ψυχικού σημαίνοντος τόσο περισσότερο γίνεται ασαφής, γιατί η γλώσσα ολοένα και πιο συμβολική καθίσταται. Γι’ αυτό και η κινηματογραφική γλώσσα του Φελίνι διαθέτει ένα μυστικό άνθος υποψιασμού.

Απόστολος Αποστόλου


Ο Απόστολος Αποστόλου είναι καθηγητής Πολιτικής και Κοινωνικής Φιλοσοφίας. Δίδαξε στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Ψυχολογίας, και ως Επισκέπτης Καθηγητής στο Universita’ degli Studi di Padova και στο Universita’ degli Studi di Salento, καθώς επίσης στα Ελεύθερα Πανεπιστήμια Libera Universita’ di Arese (Μιλάνο) και Libera Universita’ di Collefero (Ρώμης).
Το 2006 λειτούργησε η Ελληνική Φιλοσοφική Συμβουλευτική κάτω από την εποπτεία του.
Το 2008 ίδρυσε μαζί με τον Καθηγητή Φιλοσοφικής Συμβουλευτικής Mario Guarna, την Cristina Finazzi και συνεργάτες κορυφαίους καθηγητές Φιλοσοφικής Συμβουλευτικής στην Φλωρεντία.
Έχει αρθρογραφήσει σχεδόν σε ελληνικά περιοδικά για θέματα λογοτεχνίας, φιλοσοφίας, πολιτικής, τέχνης, καθώς και στον ημερήσιο τύπο. Άφθονη αρθρογραφία υπάρχει και σε περιοδικά του εξωτερικού. Έχει επιμεληθεί και έχει ιδρύσει περιοδικά και έχει γράψει τρία βιβλία.
Διδάσκει Πολιτική και Κοινωνική Φιλοσοφία στη Σχολή Δημόσιας Διοίκησης.

Σύνταξη

Η τέχνη, η επιστήμη, η γλώσσα, ο γραπτός λόγος, η παράδοση, είναι εργαλεία του πολιτισμού, που συμβάλλουν τα μέγιστα για να διαμορφωθεί μια κοινωνία, να θεσπίσει τους κώδικες και την ηθική της, να πλάσει τους όρους δημιουργίας της κοινωνικής συνείδησης, να επεξεργαστεί την αλληλεγγύη της και να φτιάξει έναν κοινωνικό ιστό, που θα διαφυλάσσει και θα προάγει την έννοια άνθρωπος.
Αναγνώσεις:416