Χρόνος ανάγνωσης περίπου:4 λεπτά

Χαμένες γυναίκες | της Ζωής Δικταίου

Κεντούσε με λέξεις στον παλιό μαυροπίνακα
το καινούριο χρυσάφι του ήλιου
και το μάλαμα του φεγγαριού
στην άβυσσο του σύγχρονου κόσμου
για να έχουν ουρανό τα χελιδόνια
και ανοικτό ορίζοντα τα παιδιά .
Ήταν δασκάλα. Το όνομα της ήταν…
Κανείς δεν θυμάται…
κι όμως είχε γίνει πρωτοσέλιδο φρίκης.
Ψιθύριζε, τραγούδια τις νύχτες και προσευχές
για να χτυπήσει ρόδινη η αυγή το τζάμι
για να σταθεί ένας έρωτας φως στο φεγγίτη
πήρε μαζί το καρδιοχτύπι της και την κραυγή.
Την έλεγαν Αγάπη.

Ζύμωνε, με τα χέρια της ροζιασμένα,
με κόπο, κάτι μεγάλα σταρένια ψωμιά
σαν τσέρκια βαρελιού στρογγυλά
πίστευε σ’ ένα κόσμο αγνό
εκεί που κανείς δεν πειράζει κανέναν
αχνιστά ψωμιά, τα στόλιζε με μαύρο πιπέρι κι αλάτι
να χορτάσουν μάτια και στόματα.
Τη φώναζαν Ελπίδα στη γειτονιά. Τη φώναζαν…

Όταν άνοιγε την αγκαλιά της
ξόρκιζαν το φόβο τ’ αρσενικά
κι ονειρεύονταν να γίνουν άντρες τ’ αγόρια
η Φυλάνθη δε γέρασε ποτέ, δεν πρόλαβε
κάποιος, για μια χούφτα κέρματα
πήρε μαζί με τη χαρά της ηδονής και την ψυχή της.

Μιλούσε, όχι με τη φωνή της αλλά με τον τρόπο της,
μιλούσε με τα δέντρα και τα νερά κι έβλεπε αγγέλους
ποτέ δεν είχε ενοχλήσει η Ερμοφίλη
ζωγράφιζε παντού καρδιές, στην άμμο, στον αέρα,
στα τσαλακωμένα χαρτάκια, στους γκρεμισμένους τοίχους
ακόμη και στην πόρτα της, είχε ζωγραφίσει
μια τεράστια κατακόκκινη καρδιά
όμως, καμιά καρδιά δε στάθηκε ικανή
να στηρίξει τα περιορισμένα της όρια
κι ο θάνατος της, πόσο άδικο, κανέναν δε λιγόστεψε.

Φορέματα στο χρώμα της φλόγας
κρεμασμένα στους φανοστάτες του δρόμου
και στα δέντρα της πόλης και στην αγορά,
κόκκινα απλωμένα φορέματα, υπενθύμιση των γυναικών
που χάθηκαν, θύματα της ανείπωτης βίας.
Είναι μια βαθιά λύπη, μα πόσοι έμειναν να αισθάνονται
κι όμως αυτό το μούδιασμα, αυτό το φόβο
θα τον έχεις μόνο εσύ γυναίκα,
γυναίκα με το κόκκινο αέρινο φόρεμα στη φαντασία μου
γιατί είναι σκληρό να δεχτώ το δικό σου
αυτό που έβαψε κόκκινο το αίμα.

Την απουσία σου, την έλλειψη σου, ποιος νοιάστηκε,
η κοινωνία θα την προσπεράσει με συνοπτικές διαδικασίες
όπως τα περισσότερα εγκλήματα εξ’ άλλου
το συνηθίζει, γιατί ανήκουμε όλοι
σ’ ένα, στον ίδιο αρρωστημένο πολιτισμό
που μεγεθύνει την ένδεια, το φόβο, την υποκρισία
που πάσχει από απώλειες, πολλές απώλειες
συνείδησης, ηθικής, πνεύματος, καθήκοντος.

Γυναίκα εσύ, που σε καταδιώκει ο αρχαίος καιρός
που προσπάθησες ελεύθερη να είσαι κάπου
σε μια οικογένεια, σε μια φιλία, σε μια συντροφιά
και ξέχασες να ονειρευτείς για εσένα
μια ζωή, μια βροχή, μια θάλασσα
εσύ που ύψωσες την ψυχή σου
στο φθαρμένο ιστό μιας κοινωνίας που παραπαίει
και τώρα η ανάμνηση σου λιώνει σ’ ένα άσπρο κερί
είσαι όλα, όσα όλοι, έχουν ξεχάσει
αυτόν τον κόσμο τον προστατεύει η λήθη να ξέρεις
κι αν ρωτήσεις εκεί έξω, θα σου πουν πολύ απλά
« η ζωή συνεχίζεται ».

Στη μνήμη σου περπάτησα σήμερα μ’ ένα κόκκινο φόρεμα,
θέλω να συνεχίσω να πιστεύω στην αγάπη,
να αισθάνομαι την καλοσύνη,
έκπτωτη της παρακμής και της ματαιοδοξίας
να μάχομαι για εκείνους που απελπίζονται με το άδικο
για εκείνους με τις μαγεμένες παλάμες
που απομακρύνονται
από τη μοίρα και τις κοσμικές εκκρεμότητες
μιλώντας τη γλώσσα των παιδιών.

Αύριο, εν ονόματι της Αγάπης
Ζωή Δικταίου
Κέρκυρα 4 Οκτωβρίου 2015
Αφιερωμένο στις χαμένες γυναίκες


[Το εικαστικό που συνοδεύει το ποίημα είναι έργο της Κερκυραίας Ζωγράφου Μαρίλης Βλάχου]


Πηγή έμπνευσης του ποιήματος ήταν η είδηση:

«Καναδάς: “Κόκκινα Φορέματα” για τις 1200 δολοφονημένες και αγνοούμενες αυτόχθονες γυναίκες» (4 Οκτ. 2015).

[..] Η αυτόχθονας καλλιτέχνις, Τζέιμι Μπλακ, από το Γουίνιπεγκ, δημιούργησε το έργο REDress Project (Κόκκινα Φορέματα). Συγκέντρωσε κόκκινα φορέματα από την κοινότητα και τα κρέμασε σε δημόσιους χώρους ως μια οπτική υπενθύμιση των γυναικών που δεν υπάρχουν πλέον.

Τα κόκκινα ρούχα έχουν εκτεθεί παντού, από πανεπιστημιουπόλεις ως το Καναδικό Μουσείο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα. Η εφημερίδα Globe and Mail χαρακτήρισε την έκθεση «στοιχειωμένη», αναφερόμενη στο κομμάτι της έκθεσης που βρισκόταν στον Ερυθρό Ποταμό, εκεί όπου βρέθηκε το σώμα της 15χρονης Τίνα Φοντέιν. Στις 4 Οκτωβρίου, η Μπλακ ζητά από τις γυναίκες να δωρίσουν ένα φόρεμα για το έργο, να κρεμάσουν ένα κόκκινο φόρεμα έξω από το σπίτι τους, ή να φορέσουν ένα κόκκινο φόρεμα.

«Με αυτή την εγκατάσταση ελπίζω να επιστήσω την προσοχή στη ρατσιστική φύση των βίαιων εγκλημάτων κατά των Αβορίγινων γυναικών και να προκαλέσω την παρουσία μέσω της σήμανσης της απουσίας”, εξηγεί η Μπλακ στην ιστοσελίδα της. […]


 

Ζωή Δικταίου (Χαρούλα Βερίγου)

Γεννήθηκα στην Κρήτη το 1962. Στο Τζερμιάδων μεγάλωσα, εκεί έμαθα και τα πρώτα γράμματα. Δεν έγινα δασκάλα όπως ονειρευόμουν. Με κέρδισε η Τουριστική Εκπαίδευση. Ζω στην Κέρκυρα. Πιστεύω στην αγάπη. Με γοητεύουν φεγγάρια, γιασεμιά, κιτρινισμένα χαρτάκια της θύμησης, όσο και οι ξεφτισμένες δαντέλες του παλιού καιρού. Καινούρια ανάγνωση πάντα η βροχή. Όχημα μαγείας οι λέξεις. Δεν αναρωτιέμαι πια γιατί γράφω. Όπως αναπνέω, μιλάω, ονειρεύομαι, συμφιλιώνομαι με τη ζωή και τον θάνατο, έτσι και η ανάγκη μου να γράφω. Ακουμπώ στο παρελθόν, όμως η λέξη που με καθορίζει είναι το «Αύριο». Με το μολύβι του έρωτα σπασμένο στο χέρι και την προοπτική του ονείρου στ` ανοικτά της ψυχής, αύριο, ακριβή η άνθηση της άνοιξης μέσα στην αλήθεια του φθινοπώρου. Στίχοι μου έχουν μελοποιηθεί από τον Γιάννη Νικολάου, τον Νίκο Ανδρουλάκη, τον Γιώργη Κοντογιάννη και τον Αλέξανδρο Χατζηνικολιδάκη.

Εργογραφία:

Λασίθι, Τόπος Μέγας – Η κούπα των θεών, Αφήγημα, Δεκέμβριος 2020
Αύριο, αφή αλμύρας οι λέξεις, Ποιητική συλλογή, Νοέμβριος 2020
Αθιβολή γαρύφαλλο και θύμηση κανέλλα, Διηγήματα, Νοέμβριος 2019
Αύριο στάχυα οι λέξεις, Ποιητική συλλογή, Σεπτέμβριος 2018
Οι άλλες ν’ απλώνουν ρούχα κι εσύ τριαντάφυλλα, Διηγήματα, Φεβρουάριος 2018
Μια κούρσα για τη Χαριγένεια, Μυθιστόρημα, Μάιος 2017
Αύριο, νυχτώνει φθινόπωρο, Μυθιστόρημα, Ιούνιος 2015
Ιστορίες για φεγγάρια, Παιδική Λογοτεχνία, 1996, Αθήνα
Αύριο στάχυα οι λέξεις, Σεπτέμβρης 2018
Αύριο, αφή αλμύρας, Νοέμβρης 2020

Συμμετοχές σε συλλογικά έργα:
«Γράμματα της ποίησης», Ποιητική ανθολογία, 2020, Αθήνα
«Μονόλογοι», Ποιητική ανθολογία, 2017, Αθήνα

Σύνταξη

Η τέχνη, η επιστήμη, η γλώσσα, ο γραπτός λόγος, η παράδοση, είναι εργαλεία του πολιτισμού, που συμβάλλουν τα μέγιστα για να διαμορφωθεί μια κοινωνία, να θεσπίσει τους κώδικες και την ηθική της, να πλάσει τους όρους δημιουργίας της κοινωνικής συνείδησης, να επεξεργαστεί την αλληλεγγύη της και να φτιάξει έναν κοινωνικό ιστό, που θα διαφυλάσσει και θα προάγει την έννοια άνθρωπος.
Αναγνώσεις:84