Χρόνος ανάγνωσης περίπου:3 λεπτά

Βασίλη Ρώτα, Ο χορός της αρκούδας | «Ελεύθερα Γράμματα» ανθολογία

Το δεκαπενθήμερο περιοδικό «Ελεύθερα Γράμματα», που έφερε τον υπότιτλο «περιοδικό τῆς ζωντανῆς σκέψης» εκδόθηκε το 1945 και κυκλοφορούσε με διακοπές εξαιτίας των διώξεων, από το 1945 έως το 1951.

Ιδρυτής και διευθυντής του ήταν σμυρνιός λογοτέχνης και ιστοριογράφος Δημήτρης Φωτιάδης (1898-1988) γνωστός για το έργο του για την Ελληνική Επανάσταση του 1821. Οι γονείς του ήταν εύποροι, και ο ίδιος κατατάχτηκε ως εθελοντής στον ελληνικό στρατό κατά τη διάρκεια του Μικρασιατικού Πολέμου. Με τη Μικρασιατική καταστροφή κατέφυγε στην Αθήνα και έκανε την εμφάνισή του στα γράμματα με τα θεατρικά Μάνια Βιτρόβα και Το μαγεμένο βιολί το 1931, ενώ εργάστηκε και ως διευθυντής του περιοδικού Νεοελληνικά Γράμματα(1936-1941). Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκόσμιου Πόλεμου έφυγε στο εξωτερικό και εργάστηκε ως ανταποκριτής στο Λονδίνο και τη Μέση Ανατολή. Ξαναγυρνώντας στην Ελλάδα εξορίστηκε στη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου στη Μακρόνησο, την Ικαρία και τον Άγιο Ευστράτιο, ενώ υπήρξε διευθυντής του περιοδικού Ελεύθερα Γράμματα (1945-48). Μετά την απελευθέρωσή του έγινε στέλεχος της ΕΔΑ. Μετά τον πόλεμο στράφηκε στην ιστοριογραφία, επικεντρώνοντας το έργο του κυρίως στην Ελληνική Επανάσταση του 1821. Τιμήθηκε με το Μετάλλιο της Εταιρείας Ελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου της Σορβόννης (1939) και το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορηματικής Βιογραφίας (1982, για το έργο του «Ενθυμήματα»).

Από το σημαντικό αυτό λογοτεχνικό περιοδικό παρουσιάζουμε μια ανθολογία από το περιεχόμενό του. Σήμερα παρουσιάζουμε ένα ποίημα του ποιητή, συγγραφέα, κριτικού και μεταφραστή Βασίλη Ρώτα. Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Ελεύθερα Γράμματα, της Παρασκευής 7 Δεκέμβρη 1945, αριθμός τεύχους 30-31. Έχει υπέρτιτλο «Μύθοι» και τίτλο «Ο χορός της αρκούδας».

..

ΜΥΘΟΙ

                   Ο ΧΟΡΟΣ ΤΗΣ ΑΡΚΟΥΔΑΣ

                                                                            Τοῦ Βασίλη ΡΩΤΑ

Ντὰμ – ντούμ, ἀμὰν γιαλέλι,
ἡ ἀρκούδα ἡ καψαλή χορεύει.
Χορεύει ἡ σκλάβα µεγαλειότητα,
στῆς Φτωχογειτονιᾶς τὸ σταυροδρόμι.
Γύρω μαζώνεται ὁ χαζολαὸς
κι ὴ µεγαλειότητα τοῦ δάσου
δεµένη ἀπ᾿ τῇ μουσούδα μὲ ἅλυσο,
Χορεύει ὀρθὴ στὰ πισινά της,
σὰν πατητὴς πιωµένος στὸν ληνό,
ἡ ἀρκούδα ἡ καψαλὴ χορεύει.
Χορεύει,- χέρια, μούρη κρεμανταλιασμένα-
σὰν κρεμασμένη ἀπ᾿ τὸν λαιμό.
Μὲ χαλινάρι, τὸν χαλκὰ στὸ τρυφερὸ ρουθούνι,
σὰν σκουλαρήκι περασµένον,
μὲ µάτια τροµοκαρφωμένα
χορεύει θλίθερον χορό,
γύρω στὸν μαῦρο ἀφέντη τὸν ἁλυσοκράτη,
ποῦ ’νε μὲ κονταρόξυλο καὶ ντέφι ἁρματωμένος.
Χορεύει ἡ σκλάδα ἡ ἁλυσόδετη,
γύρω στὸν χοροπαιγνιδιάρη τὸν ἀτσίγγανο.
Κι’ ὅλο τὸ στόµα του τῆς τραγουδάει
σὰν χαλασμένη καραμούζα, ἀμὰν – γιαλέλι,
κι ὅλο βαροῦν τὰ σκουριασµένα χέρια του
τὸ ντέφι, ντάµπα – ντούµπα-
κι’ ὅλο βαρεῖ τὸ κονταρόξυλό του
τῆς θλιθερῆς χορεύτρας τὰ καπούλια.
Χορεύει ἡ σκλάβα µεγαλειότητα,
κι ὅλο μουγκρίζει ἀπὸ τὸν πόνο,
καθὼς τὴ δέρνει ὁ γύφτος ὁ ξεσκλιάρης, –
Ποτὲ δὲν εμουγκρίστη ὁ πόνος τόσο πονεµένα!
Ντὰμ – ντοὺμ – ἀμὰν – ἀμὰν – γιαλέλι,
ἡ ἀρκούδα ἡ καψαλὴ χορεύει.
Γύρω µαζώνεται ὁ χαζολαός,
σκλάβοι φτωχοί, πώχουνε κλέψει τὶς ζωές τους,
κι ἀπὸ λαθραῖον ἀγέρα µόνον ἀνασαίνουν,
στριµώχνονται καὶ χαχανίζουν ξιππασμένοι,
θωρώντας τῆς ζωῆς τὸ μεγαλεῖο
νὰ ἐξευτελίζεται, ἐλεεινὸ παιγνίδι
στὰ χέρια πιὸ ἐλεεινῆς ἀφεντοσύνης.
Χαίρονται ποὺ δὲν εἶναι αὐτοὶ δεμένοι ἀπ᾿ τὸ ρουθούνι
νὰ τρῶνε κονταροξυλιὲς καὶ νὰ χορεύουν
μουγκρίζοντας ἀπὸ τὸν πόνο,
παρὰ γιὰ χάρη τους – γιαλέλι –
ἡ ἀρκούδα ἡ καψαλῆ χορεύει.
Χόρευε ἁρκούδα χόρευε καὶ μούγκριζε ἀπ᾿ τὸν πόνο,
μά κράτει καὶ τὴ θύμηση σφιχτά στὸ κάφκαλό σου,
καθὼς βαρειὰ τσαλαπατᾶς µέσα στὴ σκόνη
τῆς λευτεριᾶς σου τὰ λουλούδια.
Χόρευε ἀρκούδα χόρευε καὶ μούγκριζε ἀπ᾿ τὸν πόνο,
μά κράει καὶ τὴ θύμηση σφιχτὰ στὸ κάφκαλό σου.
Πέρα τὸ δάσο ἁπλώνεται βαθὺ σὰν ὠκεανός.
᾿Εκεῖ στὰ ξέφωτα, στὰ ξέγναντα
χορεύει λεύτερη ἡ βασίλισσα τοῦ δάσου,
λεύτερη σὰν Βοριὰς στοῦ Καύκασου τὰ χιόνια,
λεύτερη σὰν Νοτιὰς στὰ κυµατόδουνα τοῦ Εἰρηνικοῦ,
καὶ δὲ μουγκρίζει ἀπὸ τὸν πόνο,
παρὰ μουγκρίζει ἀπὸ χαρά!
Χάει, χάει; ᾿Εκεῖ νερὰ πηδᾶνε κρουσταλένια,
λαλοῦνε ἀηδόνια, ἐφραίνουνε τὶς ἄσπρες νύχτες,
καὶ κορδαλοὶ χρυσόφτεροι τὸν ἥλιο χαιρετίζουν.
Κι’ ὁ σταυραετὸς ἀπ’ τὰ μεσούρανα κράζει τὴ διάνα·
-Ἔ, σηκωθεῖτε οἱ σκλάβοι, σφίχτε μὲ τὰ δόντια
τὸ χαλινάρι τῆς ντροπῆς, τὴν μυταριὰ τῆς πείνας,
ξυπνᾶτε οἱ ξυλοτρούπηδες, ξυπνᾶτε οἱ κουρελῆδες,
ξυπνάτε οἱ χαμοζώητοι κλέφτες τῆς ζωῆς,
σφίχτε καλὰ τὴ θύμηση στὸ κἀφκαλό σας,
σφίχτε καλὰ τὶς σκεθρωµένες σας γροθιές,
μιά δρασκελιὰ εἶν’ ἡ λευτεριά,
μιὰν ἁλυσίδα νὰ κομμµατιαστεῖ,
μιὰ τόση δούλα ἁλυσιδίτσα κι’ ἴσα, ὅλοι µαξί,
στὰ ξέφωτα, στὰ ξέγναντα
χορεύει λεύτερη ἡ βασίλισσα τοῦ δάσου,
λεύτεροι θὰ μουγκρίζουµε ὅλοι ἀπὸ χαρά,
λεύτερη ἐδῶ κι ἐμπρὸς ἡ γῆ µας θὰ χορεύει.

 

Σύνταξη

Η τέχνη, η επιστήμη, η γλώσσα, ο γραπτός λόγος, η παράδοση, είναι εργαλεία του πολιτισμού, που συμβάλλουν τα μέγιστα για να διαμορφωθεί μια κοινωνία, να θεσπίσει τους κώδικες και την ηθική της, να πλάσει τους όρους δημιουργίας της κοινωνικής συνείδησης, να επεξεργαστεί την αλληλεγγύη της και να φτιάξει έναν κοινωνικό ιστό, που θα διαφυλάσσει και θα προάγει την έννοια άνθρωπος.
Αναγνώσεις:68