T’ αγάλματα | του Γιώργου Ηρακλέους Πολύ αγαπήθηκε αυτός ο τόπος με τους ανθρώπους, τα παιδιά, τα σπίτια και τα μνήματα. Όταν έχασε την υπομονή και την περηφάνια του, άρχισε να κομματιάζεται. Τώρα χειρονομούν τα δέντρα, οι ελιές, τα κυπαρίσσια, τα νησιά του, μόνο τα αγάλματα μ’ ένα λουλούδι στα χέρια κοιτάζουν άγρυπνα, αυστηρά με κίτρινα αγκάθια στο κεφάλι! Κυριακή,ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Με μπλε και με λέξεις | της Ζωής Δικταίου Μια φορά κι έναν καιρό, του βοριά το φυσερό, γλίστρησε απ’ τα δυο του χέρια στων παιδιών τα μεσημέρια. Μια δασκάλα εποχής είπε, «μην ανησυχείς, εκεί στο βάθος της ψυχής μια σταγόνα της βροχής θα σε πάει παραπέρα, πες μας και μια καλημέρα! Μα τα μπλε μου σκουλαρίκια μπλε είναι τουΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Καβαφικόν | του Γιώργου Ηρακλέους Στις πεδιάδες της Τροίας γύριζε οργισμένος με μανία και θλίψη αγιάτρευτη να διεγείρονται μες το μυαλό του, ο Αχιλλέας, αφού ο Πάτροκλος δε ζούσε πια, έγινε στάχτη. Η όρασή του γεμάτη από ηδονικές ενθυμήσεις, σχεδόν ζωντανές! Και εκεί σε μια πέτρινη ολόδροση βρυσούλα συνάντησε τον έφηβο Λυκάονα, το πιο μικρό παιδί του Πριάμου, τον κοίταζεΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Είπες, να ξεκουράσω την ψυχή απ’ την άρνηση | της Ζωής Δικταίου Είπες, να ξεκουράσω την ψυχή απ’ την άρνηση έχει μείνει πολύς δρόμος ακόμη, στάλα – στάλα η βροχή, λέξεις προσευχής ρωτάς ο έρωτας, πάντα παρών μονίμως απών, αλμυρό νερό που μεγεθύνει τη δίψα. Φτερό λευκό η σκέψη σου σε καταγάλανο ουρανό κι όμως, είσαι εσύ που εξαργύρωσες τοΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Εσύ κι εγώ | της Άννας Τακάκη Αχ, αγάπη μου!… Δε μας έμεινε πια ψυχή για έρωτα. Η ψυχή μας, μια όρθια πέτρα στην Ακρόπολη, πέτρωσε τα άλικα όνειρά μας. Στον Ιερό Βωμό της επιβίωσης θυσιάστηκαν οι χλίδες ελπίδες μας. Στους δαιδαλώδεις δρόμους των στοχεύσεων πήραν φωτιά τα φτερά μας. Στο πρώτο μας σαλπάρισμα η «Αργώ»μας βυθίστηκε. Σε μια ΜαραθώνιαΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Η ζωή μας στο σφυρί | του Γιώργου Ηρακλέους Μπαίνει η ζωή μας το σούρουπο πάνω στον πάγκο της δημοπρασίας! Πόσο; Ή με τι; Κανένας δεν την αγοράζει. Κι όταν κλείνουν τα καταστήματα στην αγορά μας διώχνουνε. Μνησίκακα χρώματα το μαύρο και το λευκό, γυναίκες ντυμένες στα μαύρα και τα άσπρα χορεύουνε ανάλαφρα με άηχα βήματα. Μια ψιλή βροχή δέρνειΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Στο αιώνιο και στο αληθινό | της Ζωής Δικταίου Στο φως, προσεύχεσαι. Αισθάνεσαι δίχως να φοβάσαι πια τους ίσκιους, ελεύθερος, δοξάζεις τις αισθήσεις στο στερέωμα χαράζοντας κύκλους μυστικούς στην αιωνιότητα. Λάφυρα στα χέρια, σγουρά τριαντάφυλλα από την προίκα της γης τελευταία δώρα πριν γνωρίσεις την αφανή αρμονία. Όλο παράπονο το κλάμα που ακούγεται χαμηλόφωνες μύχιες σκέψεις για τα άλλα ζητήματαΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Η συγχορδία των φωνηέντων | της Άννας Τακάκη Όλα βουβάθηκαν ξαφνικά… Τα πουλιά, η θάλασσα, οι άνθρωποι… Όλα βουβάθηκαν. Κι έμεινε μια μούχρια σιωπή να ταλαντεύεται ανάμεσα στη μέρα και στη νύχτα χωρίςένα ίχνος κραδασμού. Οι θόρυβοι και οι φωνές κρύφτηκαν μέσα στη μυσταγωγία μιας ανελέητης μοναξιάς που είναι πιο και από το θάνατο βουβή! Εγώ κι εσύ μη αντέχονταςΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Συνείδηση | της Μαρίας Σταυρίδου Η ώρα που μπορώ ν’ αποκαλυφθώ η ώρα που η σιωπή ξεκινά να μιλά στην ψυχή. Μικρές ανεπαίσθητες κραυγές που θάφτηκαν τόσο βαθιά που κανείς δεν μπορεί ν’ ακούσει τώρα πια. Μυστικά μικρά, μεγάλα, ίσως και σοβαρά που ναρκώθηκαν για να «σώσουν» τη θυγατέρα, τον γάμο, την αγάπη, που πρόδωσε τον όρκο μπροστά στον παπά.ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…