Το τραγούδι του ξενιτεμού | της Άννας Τακάκη   Γιε μου, και να μου φέρνανε οι ανέμοι τα μαντάτα πως ήφηκες οπίσω σου τση ξενιτιάς τη στράτα. Τα ξένα πως αρνάσαι τα και δεν ξαναμισεύγεις τση Κρήτης χώμα ανεζητάς, τον ήλιο τζη γυρεύγεις, Ας ήτονε να σούντανε πόρτες και παραθύρια να γκρέμιζε ο τρελός βορράς πέτρες και κεραμίδια. Να ξελογιάσωΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Ο θάνατος ενός μοναχικού… | του Γιώργου Ηρακλέους Άνοιγε τις κουρτίνες κι έβλεπε τον κόσμο έξω, ανθρώπους να περνάνε, να φωνάζουνε, στο τραπέζι ένα κεφάλι από πηλό, στους τοίχους ζωγράφιζε λουλούδια, στο πάτωμα ένα μεγάλο στρογγυλό ρολόι ξεκούρδιστο, σταματημένο… Συνδρομητής σε πολλές εφημερίδες τις διάβαζε ώρες πολλές προσεχτικά, έβρισκε να λησμονούνε την καθημερινή αγωνία των ανθρώπων, αυτήν που έκρυβε κιΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Η Δρακoκαβαλάρισσα στη βίγλα, στη Σελένα | της Ζωής Δικταίου Φρόνιμες και νοικοκυρές, αγάπη δε ξομπλιάζουν, να στέκει ο όρκος στην κορφή σε ριζιμιό χαράκι κι η Δρακοκαβαλάρισσα με τη χρυσή φαρέτρα, από τ’ ανέφαλα να βγει τη λιόστερνη την ώρα, να πιεί τ’ ασφενταμόνερο, ν’ ανάψει το φεγγάρι. Να βάλει τα κουδούνια της, τα πέτσινα στιβάνια, να μαζωχτούν οιΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Η πεταλούδα | της Βαγγελιώς Καρακατσάνη Κουράστηκες να περπατάς ανάμεσα σε νεκρούς. Το βλέμμα στο αύριο σήκωνες αλλά η φωτεινή σου παρουσία λίγο απασχολούσε τους περαστικούς. Ύστερα ήρθαν τα γεράματα και δεν μπορούσες να λευκάνεις πια τα ρούχα. Ποταμοί δακρύων για όσα έζησες κι είναι αυτά που σε έκαναν δυνατή. Μα η ευαισθησία σου μεγάλωνε στροφή με τη στροφή, δρόμοΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Χαμένες γυναίκες | της Ζωής Δικταίου Κεντούσε με λέξεις στον παλιό μαυροπίνακα το καινούριο χρυσάφι του ήλιου και το μάλαμα του φεγγαριού στην άβυσσο του σύγχρονου κόσμου για να έχουν ουρανό τα χελιδόνια και ανοικτό ορίζοντα τα παιδιά . Ήταν δασκάλα. Το όνομα της ήταν… Κανείς δεν θυμάται… κι όμως είχε γίνει πρωτοσέλιδο φρίκης. Ψιθύριζε, τραγούδια τις νύχτες και προσευχέςΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Τσ’ αδικιάς το κρίμα | της Άννας Τακάκη   Όχεντρη, ξεφρένιαστη, τροζή, ανεμαλλιασμένη, φουργιόζα που δραμουντανά και των γκοράκω κράζει… Κόμπρα η γλώσσα τζη τρυπά κι η μπούκα τζη μολέρνει φαρμάκι πικροθάνατο που σφάζει και σκοτώνει. Κι έχει τη μούρη δράκαινας, το γροίλισμα του τίγρη, τω δε ποδιώ τζη οι ζαλιές μοιάζουνε τω δαιμόνω. Αλί και τρισαλλίμονο σ’ όποιονε κακομοίρηΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Οι ρίζες | του Γιώργου Ηρακλέους Μνήμες, μνήμες μνήμες και η ψυχή μου προσφυγοπούλα… Οι ρίζες Κορμιά καρφωμένα απ’ τις σαϊτιές της μοίρας, απάνω στην καμένη γη, στις φλέβες βουίζει το αίμα, σε λίγο θα την ποτίσει βαθιά, ακόμη και τ’ αγάλματα στάζουν αίμα τον Αύγουστο. Βλέπω τον παππούλη μου, τον Μικρασιάτη να εκτελείται στην Πέργαμο από τους τσέτες τουΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Ποιήματα για την 4 Οκτώβρη 1957 | γράφει ο Δανιήλ Τσιορμπατζής Ήταν μικρός, αυτός ο πρώτος τεχνητός δορυφόρος του παλιού μας πλανήτη, αλλά τα κουδουνίσματά του διαδόθηκαν σε όλες τις ηπείρους και σε όλους τους λαούς ως η ενσάρκωση του τολμηρού ονείρου της ανθρωπότητας. Σεργκέι Παβλόβιτς Κορολέφ (С.П.Королёв) 4 Οκτώβρη 2022. 65 χρόνια από την εκτόξευση του πρώτου τεχνητού δορυφόρουΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Παραμύθι | του Θεοχάρη Παπαδόπουλου Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας δράκος. Φουγάρο ήταν το στόμα του, που έβγαζε καπνό. Έβαζε ανθρώπους να δουλεύουν και αν δεν δούλευαν σκληρά τους έπινε το αίμα. Κάποτε οι εργάτες τόλμησαν, πήραν σπαθιά και σκότωσαν τον δράκο. Τώρα τα μεγάλα τους μυαλά συνεδριάζουν να βρουν καινούργιο δράκο να τρώει όποιον δεν κάθεται καλά.ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…