Σαν παλιό ρεμπέτικο | του Γιώργου Ηρακλέους Παλιό ρεμπέτικο στη διαπασών, η Σεράχ με τη φωνή της Νίνου να κόβει σαν μαχαίρι, ανατολίτικη φαντασία κρατάει μισοφέγγαρα χλωμά, πίσω από τα πυκνά τα καφάσια δαιμονισμένες οι ψυχές, Τσιτσάνη μου! Αλλού πέφτει η ζωή κομμάτι κομμάτι, τοίχο τον τοίχο, σε άλλους όλη μαζί σαν σπίτι σε σεισμό. Μια μέρα είναι η ζωήΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Θέαση | του Γιώργου Δ. Μπίμη   Πες μου, που πας αποβραδίς, ποιες σκάλες κατεβαίνεις, ποια εξορία ανοίχτηκε στην άβυσσο της γης; Στη φθίση και στο θάνατο, τί δεν καταλαβαίνεις; τα σύθαμπα θ’ αλώσουνε τους ήχους μιας κραυγής… Ο διχασμός κι ο χορτασμός, όταν θ’ ανταμωθούνε, η πόρτα του παράδεισου θα μείνει σφραγιστή, τα λάφυρα των ποταπών, στο ρήγμα θαΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Δυο ποιήματα του Κώστα Μιχαήλ Μαρή Μωβ Βάφει η πανσέληνος, γαλάζιο τ’ άγριο κύμα, βαθύ το «μπλε», ίδιο το χρώμα της ματιάς σου, καίω τη σάρκα, στην ανάσα της φωτιάς σου, σ’ ακολουθώ γυμνός, σε κάθε αγάπης βήμα, χαμένος μέσα στου κορμιού σου το’ βυθό … Αχ ! πως λαχτάρησα τα φλογερά σου χάδια, γεύτηκα γλύκα, απ’ των χειλιών σουΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Ούτε η πρώτη στο Παρίσι ούτε η τελευταία στον κόσμο. Μικρές ιστορίες γυναικών. Bea | της Ζωής Δικταίου Μια ραγισματιά άνοιγε μέσα της, καθώς πατούσε τα πεσμένα φύλλα, όταν στους μεγάλους περιπάτους της έβλεπε τόσους ανθρώπους και σπάνια αντάλλασσε μια καλημέρα. Όπως τα φωτισμένα πλοία στη θάλασσα, ή τα τραίνα, που κι αν διασταυρώνονται μέσα στη νύχτα σε πορείες παράλληλες,ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Φωτιές αφέντρες του κακού | της Ζωής Δικταίου Είχε περπατήσει σ’ άτριφτες στράτες του θυμαριού και του σπάρτου, στα δάση, μυρίζοντας ανθισμένη ρίγανη και βάτο, έγνοια βαριά η ελευθερία, τη ζύγιαζε σαν κυλιόταν στο παχύ στρώμα της φτέρης με τα μάτια γεμάτα χελιδόνια, κι όταν κρυμμένος στις αφράτες καλαμιές τρελός του πόθου, δεν το φαντάστηκε, κορφολογώντας τη χαρά πριν τουΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Ο χορός των εντυπώσεων | της Μαρίας Σταυρίδου Ένας παράλογος χορός εντυπώσεων. Εικόνες ψεύτικες που λανσάρονται αληθινές. Εικόνες θαμπές που φωτίζονται σα νύφες διαλεχτές. Μια εικονική πραγματικότητα για ζωή γιατί απλούστατα η μοίρα έχει αδικήσει και έχει αδικηθεί. Φιγούρες εγωισμού σε μια αίθουσα κανιβαλισμού και η Βασίλισσα μια γρια που ξέχασε τον σεβασμό, σ’ ένα παλιό συρτάρι στο εξοχικό. ΈναςΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Το όνειρο της επανάστασης | του Γιώργος Ηρακλέους Κρεμάστηκαν τα ρούχα μας απ’ το παράθυρο σαν άνθη λευκά, σπασμένο ποτήρι η καρδιά κι’ εγώ ψάχνω ακόμα το όνειρο της επανάστασης! Ανθισμένη μυγδαλιά μες την παγωνιά και κάτω στην ψυχή μου νύχτα… Πραματευτάδες στις μεγάλες αγορές διαλαλούνε την πραμάτεια τους, τα πουλάνε και τα αγοράζουνε όλα μισοτιμής πια, το πολυκατάστημα «οΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Αγκούτσακες | του Κώστα Μιχαήλ Μαρή Στου Μάρτη τα τελειώματα σωπάσανε τ’ αηδόνια κι έπεσε νεκρική σιγή, ζαέρι εις το χωριό και κράζουνε τσ’ αργαδινές στη Βρύση δυο παγόνια κι οι σκάρες, π’ αναμάζωξε κάθε σκουπιδαριό … Τ’ Απριλομάη οι μυρωδιές, βρωμούνε ναφθαλίνη κι ο γέρο Μίμης, το θεριό στ’ α-όρη κυνηγά, εις το ντουκιάνι του χωριού, πικρό φαρμάκι πίνειΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Ούτε η πρώτη στο Παρίσι ούτε η τελευταία στον κόσμο. Μικρές ιστορίες γυναικών. Charlotte | της Ζωής Δικταίου Στο καβαλέτο ο μουσαμάς πιασμένος σε τέσσερα μανταλάκια πάνω στο τελάρο, και στη βάση ένα χρωματιστό μαντίλι. Στο πορτραίτο το πρόσωπο μιας νέας γυναίκας προκαλούσε θαυμασμό. Με ένα λεπτό πινέλο, ξαναπέρασε το καμπυλωτό στόμα με φωτεινό κρεμεζί και λίγο κόκκινο, μετά γύρισεΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…