Γιατί δεν μεταδίδονται «καλές ειδήσεις» | του Γιάννη Χατζηχρήστου
Όταν διαβάζετε ή βλέπετε τις ειδήσεις, μερικές φορές μπορεί να αισθάνεστε ότι τα μόνα πράγματα που αναφέρονται είναι τα τρομερά, καταθλιπτικά γεγονότα. Γιατί τα μέσα ενημέρωσης επικεντρώνονται στα άσχημα πράγματα στη ζωή, παρά στα καλά; Και τι μπορεί να πει αυτή η καταθλιπτική κλίση για εμάς, το κοινό τους;
Δεν είναι ότι αυτά τα καταστροφικά τα μόνα πράγματα που συμβαίνουν. Ίσως οι δημοσιογράφοι ελκύονται να αναφέρουν άσχημα νέα επειδή η ξαφνική καταστροφή είναι πιο επιτακτική (για ποιόν;) από τις αργές βελτιώσεις που φέρνει η επιστήμη, η τεχνολογία ή η πολιτιστική δημιουργία. Ή θα μπορούσε να είναι έτσι επειδή οι «συλλέκτες προς διανομή» των ειδήσεων πιστεύουν ότι οι κυνικές αναφορές για διεφθαρμένους (μη) πολιτικούς, φόνους ή ατυχή γεγονότα δημιουργούν απλούστερες ιστορίες, εύκολες να χωνευτούν και καταναλωθούν.
Και έτσι δημιουργείται και κυριαρχεί δια των ΜΜΕ αυτό που λεγόταν συχνά ως λέξη της μόδας το 2016 μετά το σοκ της τότε εκλογής Τράμπ: Η κυριαρχία της «μετα-αλήθειας» στην καθημερινή ζωή, ως βασικός μοχλός για την διαμόρφωση συμπεριφορών έως και πολιτικών ή άλλων κοινωνικών συνειδήσεων. Τότε κατηγορούσαν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ως τον βασικό ένοχο γι αυτό. Σήμερα όμως ξέρουμε ότι άλλος είναι αυτός.
Από ένα μεγάλο σχετικό ψυχολογικό πείραμα που έγινε στο Πανεπιστήμιο του Μάγκιλ στον Καναδά (McGill University) πάνω σε αυτό το θέμα, (σχετική τεκμηρίωση εδώ) προέκυψαν τα πιο κάτω συμπεράσματά:
■ Όπως θα περίμενε κανείς από αυτή τη θεωρία, υπάρχουν κάποιες ενδείξεις ότι οι άνθρωποι ανταποκρίνονται πιο γρήγορα σε αρνητικές λέξεις. Σε εργαστηριακά πειράματα, αναβοσβήνουν τα «λαμπάκια του εγκεφάλου» μας πιο εύκολα με την λέξη «καρκίνος», «βόμβα», «πόλεμος» ή «2 μέτρα χιόνι» σε κάποιον. Και μπορεί να χτυπήσει ένα κουμπί ως απάντηση πιο γρήγορα από ό,τι αν αυτή η λέξη είναι «μωρό», «χαμόγελο» ή «διασκέδαση». Αλλά αυτή η φυσιολογική λειτουργία του εγκεφάλου μας, που εξελίχθηκε για να αντιδρά καλύτερα σε εξωτερικές απειλές για να επιβιώσουμε, δεν αρκεί για να εξηγήσει όλα τα φαινόμενα που μετρήθηκαν στα πειράματά για αυτή την «προκατάληψη αρνητικότητας» που κυριαρχεί στις ειδήσεις (και πλέον και στα μετεωρολογικά δελτία, που αυτογελιοποιούνται συχνότερα πλέον και πολύ πιο γρήγορα από τις άλλες στημένες ιστορίες μετα-αλήθειας που μας βομβαρδίζουν καθημερινά στην ζώνη των ειδήσεων).
■ Βρέθηκαν αποδεικτικά στοιχεία στο γιατί δίνουμε προσοχή στα άσχημα νέα.
Γενικά πιστεύουμε ότι ο κόσμος είναι πιο ρόδινος από ό,τι είναι στην πραγματικότητα! Όσον αφορά δε τη δική μας ζωή, οι περισσότεροι από εμάς πιστεύουμε ότι είμαστε καλύτεροι από τον μέσο όρο και ότι, όπως στα κλισέ, περιμένουμε να πάνε όλα καλά στο τέλος. Αυτή η «ευχάριστη θεώρηση» του κόσμου από την ασφάλεια του καναπέ σου, κάνει τα κακά νέα ακόμα πιο εκπληκτικά και εμφανή, πιο ευκολοχώνευτα και αποδεκτά για να συντηρείται αυτή η ψευδαίσθηση της μετα-πραγματικότητας.
Έτσι, η έλξη μας για τις κακές ειδήσεις μπορεί να είναι πιο περίπλοκη από το να τα ρίχνουμε όλα σε έναν απλό δημοσιογραφικό κυνισμό ή την παροιμιώδη, πλέον, αμάθεια των δημοσιογράφων. Το γιατί αυτή η ανεξήγητη πείνα που πηγάζει από το σκοτάδι μέσα από την μετα-αλήθεια που διαμορφώνουμε για ότι γίνεται εκεί έξω στηρίζεις αυτό το παιχνίδι της «επικοινωνίας», που βρωμάει πλέον σκοταδισμό του μεσαίωνα.
► Αυτά όμως τα συμπεράσματα των ψυχολόγων τα είχαν ήδη ανακαλύψει οι ειδικοί του «πολιτικού μάρκετινγκ» εδώ και 1-2 δεκαετίες. Η κυριαρχία της μετα-αλήθειας δια των αρνητικών ειδήσεων, δηλαδή η διασπορά του φόβου σε συσκευασία χύμα, είναι το σταθερό πλέον υπόβαθρο για το «χάκινγκ» που γίνεται συνεχώς και με ένταση στα μυαλά μας. Στόχος του: η φθορά των συνειδήσεων (που πρωτο-αναλύθηκε από τον Ένριχ Φρομ μετά την επιτυχία της ταινίας «τα σαγόνια του καρχαρία» στα 80s) και το σταδιακό κλείσιμο του καθένα μας μέσα σε ένα συμπαγές ατομικό του κουκούλι. Εν αναμονή κάποιου Μεσσία για να επαναφέρει πάλι την τάξη και την (συγχωρεμένη πλέον) μεσαία τάξη στην ζωή, για να βολευτούμε πάλι κάπου μέσα της.
Έτσι, βήμα το βήμα και μέτρο με το μέτρο το χιόνι, διαμορφώνεται το υπόβαθρο της κυριαρχίας των πολιτικών του «41 τουκατό» και η εύκολη χειραγώγηση των πολλών για να μπορεί να δουλέψει ο νεοφιλελευθερισμός και οι ελίτ που κερδίζουν από την καταστροφική εφαρμογή του στην κοινωνία, την οικονομία και την πολιτική. Δηλαδή για να συνεχιστούν οι αιτίες που διέλυσαν τα τελευταία χρόνια των κοινωνικό ιστό εντείνοντας τις ανισότητες ως κάτι το φυσιολογικό να συμβαίνει. Φυσιολογικό όπως και το να κρυώνεις χωρίς κεντρική θέρμανση Γενάρη μήνα. Και χωρίς ένα μέτρο χιόνι.
Κλείστε το το ρημάδι το χαζοκούτι! Και βάλτε επιτέλους το μυαλό σας να λειτουργήσει, μπας και ποτέ απαντήσει και σε κανένα «γιατί» ή «πώς». Δεν καταναλώνει ρεύμα, μην το φοβάστε.
Γιάννης Χατζηχρήστος
Γιάννης Χατζηχρήστος
Ο Γιάννης Χατζηχρήστος γεννήθηκε το 1958 στην Αθήνα. Αφού αποφοίτησε από το Μαθηματικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Πατρών συμμετείχε στην υλοποίηση σύνθετων έργων πληροφορικής και επικοινωνιών στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα για πολλά χρόνια. Από οικογένειες από την μια μεριά συντηρητικών Κωνσταντινουπολιτών (από την πλευρά του πατέρα του) και μελών του ΚΚΕ/ΕΛΑΣ από την άλλη (από την πλευρά της μητέρας του), δραστηριοποιήθηκε στην Αριστερά από τα μαθητικά του χρόνια, το 1973.
Τα τελευταία χρόνια ανέπτυξε δράση για την εμπέδωση της αμεσοδημοκρατίας στην Αριστερά και την αυτοδιοίκηση. Ενδιαφέρεται για την ανάπτυξη του κοινωνικού μη κρατικού τομέα της οικονομίας ως βασικού μοχλού ανάπτυξης, κυρίως στον πρωτογεννή και τον χρηματοπιστωτικό τομέα, καθώς και για την ανάπτυξη νέων μη ιεραρχικών ενεργειακών δικτύων. Τα ιδιαίτερα ενδιαφέροντα του εστιάζονται κυρίως στην Εφαρμογή της δημοκρατίας & της Αμεσοδημοκρατίας στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, στον Κοινωνικό Τομέα Οικονομίας, στην Ενεργειακή Πολιτική, στις Πολιτικές Υγείας, στην Αγροτική Πολιτική καθώς και στην Πληροφορική και Παραγωγική Ανασυγκρότηση.
Έχει εκδώσει τα βιβλία:
Ανασκαφή στο μέλλον, μυθιστόρημα, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 2006
Το φ του φόβου, μυθιστόρημα, 2014