Χρόνος ανάγνωσης περίπου:2 λεπτά

Μούντζα-τύφλα | του Νίκου Λουκαδάκη

Στα χνάρια των λέξεων



Η γλώσσα μας, σε όλο της το εύρος, είναι η κιβωτός που διαφύλαξε και διαφυλάσσει από τον άγριο κατακλυσμό του χρόνου, την ιστορία του τόπου, τα ήθη, τα έθιμα και τόσους άλλους ανεκτίμητους θησαυρούς του πολιτισμού μας. Δεν χρειάζεται κανείς να είναι γλωσσολόγος για να αντιληφθεί την ιστορική και πολιτιστική μνήμη που κουβαλάει η λαλιά μας, αρκεί να ακολουθήσεις τα χνάρια μιας-μιας λέξης και να ‘χεις τα μάτια σου ανοιχτά, απολαμβάνοντας το ταξίδι.

Το ταξίδι τούτο με γύρισε πίσω στο Βυζάντιο, τότε που δεν υπήρχαν μέσα μαζικής ενημέρωσης για να διαπομπεύουν όποιον άτυχο έβαζαν στο μάτι, ούτε τηλεδικαστές για να μοιράζουν δίχως σκέψη καταδίκες. Οι ποινές που προβλέπονταν την εποχή του Βυζαντίου, εκτός από τις καθιερωμένες για τα βαριά αδικήματα (θανατική ποινή, εξανδραποδισμό, ακρωτηριασμό και άλλα τέτοια ωραία!), υπήρχε και η διαπόμπευση, ο δημόσιος δηλαδή εξευτελισμός, ο διασυρμός του καταδικασμένου και είχε διάφορες μορφές.

Η διαπόμπευση αφορούσε τους κλέφτες, τους δειλούς, τους μέθυσους, τους μοιχούς, τους προδότες και άλλους. Η τελετή λοιπόν τούτη ξεκινούσε με το κούρεμα, πράγμα που ήταν μεγάλη προσβολή για τον ένοχο. Ο τιμωρημένος καταντούσε σαν κουρεμένο γίδι, κουρόγιδο δηλαδή που έγινε αργότερα κορόιδο. Πάνω σε ένα γαϊδούρι τον περιέφεραν σε πλατείες και δρόμους όπου τα αλαλάζοντα πλήθη τον έβριζαν και τον ξεφτίλιζαν με κάθε τρόπο. Ο κόσμος συνήθως για να πάρει μέρος στην τελετή της διαπόμπευσης συγκεντρωνόταν με βούκινα ή με τύμπανα (από κει και οι εκφράσεις, έγινε βούκινο και ο κόσμος το ‘χει τούμπανο).

Απεικόνιση διαπόμπευσης. Πηγή: διαδίκτυο

Η περίφημη αυτή τελετή περιλάμβανε και μουντζούρωμα του προσώπου του τιμωρημένου με καπνιά. Βουτούσαν τις παλάμες τους στην καπνιά, την ασβόλη όπως την έλεγαν (εξού και η λέξη αποσβολωμένος) και με ανοιχτά τα δάχτυλα την άπλωναν στο πρόσωπο του ενόχου. Την ασβόλη την έλεγαν και μούντζα (μουντό χρώμα). Έτσι η χειρονομία αυτή έμεινε εις στον αιώνα ως μούντζα, η εθνική χαρακτηριστική, υβριστική κίνηση, που σήμερα ποινικοποιήθηκε (ενώ παλιά αποτελούσε ποινή!).

Για τα πολύ βαριά παραπτώματα, όπως η συνωμοσία και η προδοσία, πριν την πομπή τον ένοχο τον τύφλωναν, έτσι είχε και τύφλες και μούντζες (μουρτζότυφλος-μουρτζούφλης). Έτσι όταν μουντζώνουμε σήμερα, για να ενισχύσουμε τη βρισιά λέμε: «τύφλα στα μάτια σου». Από την ίδια συνήθεια προέρχεται και η φράση, κοίτα την τύφλα σου (δηλαδή, κοίτα τις δικές σου τις πομπές). Όσοι βέβαια τη γλύτωναν και αθωωνόταν, έβγαιναν καθαροί και όχι μουντζουρωμένοι, άρα την έβγαζαν καθαρή ή έβγαιναν ασπροπρόσωποι. Όσοι πάλι καταδικάζονταν, μετά τη διαπόμπευση, είτε εξορίζονταν, είτε μεταλλίζονταν (καταναγκαστικά έργα σε μεταλλεία), είτε πήγαιναν σε καταναγκαστική κωπηλασία (κάτεργα), όπου κάθε κατεργάρης καθόταν στον πάγκο του.

Λουκαδάκης Νίκος


Νίκος Λουκαδάκης

Ο Νίκος Λουκαδάκης γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης το 1973. Μεγάλωσε σε μια εποχή και σε ένα περιβάλλον που του επέτρεψε να αγαπήσει τα βιβλία, τη γνώση και το απαύγασμα της ανθρώπινης τέχνης, την ποίηση. Εργάζεται σε μεγάλη βιομηχανία της Κρήτης και είναι παντρεμένος με δύο παιδιά. Αρθρογραφεί σε εβδομαδιαία βάση στην τοπική εφημερίδα της Κρήτης «Αντίλαλος», για την λαογραφία, τη γλώσσα και την ιστορία μας.

Σύνταξη

Η τέχνη, η επιστήμη, η γλώσσα, ο γραπτός λόγος, η παράδοση, είναι εργαλεία του πολιτισμού, που συμβάλλουν τα μέγιστα για να διαμορφωθεί μια κοινωνία, να θεσπίσει τους κώδικες και την ηθική της, να πλάσει τους όρους δημιουργίας της κοινωνικής συνείδησης, να επεξεργαστεί την αλληλεγγύη της και να φτιάξει έναν κοινωνικό ιστό, που θα διαφυλάσσει και θα προάγει την έννοια άνθρωπος.
Αναγνώσεις:344