Χρόνος ανάγνωσης περίπου:2 λεπτά

Και που λες φίλε μου… | του Αντώνη Κουκλινού


Έσκυψα μέσα μου να σμίξω, με παλιές αναμνήσεις.

Σε παλιούς, όμορφους, ανέμελους, καιρούς.

Κοπελάκι του δημοτικού…

Στο χωργιό μου τη Γληγοργιά…

Πάνω και κάτω Τεμενέλι, λέμε μνια περιοχή με πολλά μικιά περβολάκια.

Με τρεχάμενο κρυγιό νερό και μνια στέρνα παραδίπλα.

Από κεία ήχενε καταπότη και ποτίζανε ούλοι τα ζαρζαβατικά ντως.

Σε τούτηνε τη πηγή με τα δυο πεζουλάκια πάντα κι άλλη, τσοι θεόρατους πλατάνους και τσοι βάτους να απλώνουνται τα ίσα πάνω, πόσες φορές δεν ήκατσα κοπελάκι να κάμω μεσημέρι γη κολατσό.

Μνια ντομάτα, ένα ντάγκο ψωμί, δυο ελιές κι ένα κομμάτι τυρί.

Το νερό εκεινηνά την εποχή απού εκαλοκαίρευγε, ελιγόστευγε και το «βλέπαμε».

Δηλαδή για να μη μολάρει άλλος κιανείς τη στέρνα να ποτίσει τα κηπικά ντου, αν ήθελες να ποτίσεις, εκάθουσουνε μνια-ν ημέρα ολάκερη να το βλέπεις, μπορεί και μνια νύχτα αδε-ν είχενε πολύ νερό.

Το κάνανε και μέρες, ο αγροφύλακας με τη κοινότητα, με χαρτί απού έγραφε με πχια σειρά θα ποτίζει ο καθένας, μα επηγαίνανε και το «κλέφτανε».

Πολλές φορές αφήνανε δίπλα στο κουτσουνάρι, τη σκαλίδα με ένα γαμπά, για να μολογά πως το νερό το βλέπουνε για να «φοβάται» όπχιος πάει να μολάρει τη στέρνα και να φύγει.

Στάθηκα να ξαποστάσω σε ένα ζεύκι, σε κειονά το τόπο.

Και ήντα δε θυμήθηκα…

Ένα χωργιανό γαμπρό είχαμενε, απού ήτονε στη Νότιο Αφρική στο Γιοχάνεσμπουργκ φωτογράφος.

Είχενε έρθει στο χωργιό μας με φωτογραφικές μηχανές και κάμερα απού τραβούσε σινεμά.

Μερακλής όξω καρδιά, ήκαμε μνια μάζωξη με χωργιανούς και κάλεσε το Γιώργη το Στρατιδάκη το λυράρη από τα Σκούρβουλα να φέρει τη λύρα να γλεντήσουνε.

Αριστερά τση στέρνας με το κουτσουνάρι, ήτονε μνια ποταμίδα μεγάλη και την είχανε, αφύτευτη.

Εκειά εκάτσανε ούλοι μαζί μνια παρέα.

Ανάψανε φωθιά κι εψήνανε τα οφτά και στη γούρνα στο κουτσουνάρι εβάνανε τσοι νταρμετζάνες το κρασί να κρυγιώσει.

Εστελιώθηκενε γλέντι τρικούβερτο, με χορευτάδες, τσοι παλιούς μερακλήδες του χωργιού μου, απού μερακλώνανε με τσοι κοντυλιές του Στρατιδογιώργη.

Ολημερίς εγλεντίζανε και σαν ήρθενε η γ-ώρα να γυρίσομε στο χωργιό, μας έβγαλε τη φωτογραφία που θωρείτε.

Ύστερα από δυο μέρες στο ντραβαδά στη πλατέα του χωργιού, σε ένα πανί στο τοίχο, εμαζωχτήκανε οι χωργιανοί, να ιδούνε «σινεμά» το γλέντι από το ζεύκι τση παρέας.

Μνήμες ανεξίτηλες που τσοι κουβαλώ μέσα μου, ωσα-ντο δάσκαλο απού βαστά τα βιβλία ντου να διδάξει.

Τούτη τη φωτογραφία την έχω ιερό κειμήλιο, μνιας και είμαι το τρίτο τζαναβάρι, απού κάθεται μπροστά στη φωτογραφία.

Μακάρι να υπήρχενε και το βίντεο που τράβηξε αλλά πχιος ξέρει.

Δυστυχώς με τα γεγονότα που γενήκανε τότε στην Αφρική ο άνθρωπος αυτός σκοτώθηκε.

Πόσα χρόνια περάσανε από τη δεκαετία του εξήντα που σμίξαμε εκειά στο Τεμενέλι, κάπου στο εξήντα οχτώ ήτονε.

Σφαλίζω τα μάθια μου και τα ξαναζώ….

Ακόμη και η μυρωδιά τση ντομάτας, χτυπά στ’ αρθούνια μου.

Γροικώ το κουτσουνάρι με το νερό, να μου γεμίζει το λαήνι να πχιω να δροσερέψω.

Οι κοντυλιές του Στρατιδογιώργη, με τσοι παλιούς χορευτάδες να σέρνουνε το χορό και τσοι χωργιανούς να κάθουνται χάμε, απάνω στοι κουρελούδες να τσοι χειροκροτούνε.

Δροσερεύγω στον ασκιανό τω πλατάνω και πάω ν’ ανεμαζώξω το σκαλιδάκι μου με το γαμπά μου.

Εγώ εμόλαρα τη στέρνα και πότισα τη ψυχή μου….

Άλλος να πάρει εδά σειρά….

Αντώνης Κουκλινός


Αντώνης Κουκλινός

Σύνταξη

Η τέχνη, η επιστήμη, η γλώσσα, ο γραπτός λόγος, η παράδοση, είναι εργαλεία του πολιτισμού, που συμβάλλουν τα μέγιστα για να διαμορφωθεί μια κοινωνία, να θεσπίσει τους κώδικες και την ηθική της, να πλάσει τους όρους δημιουργίας της κοινωνικής συνείδησης, να επεξεργαστεί την αλληλεγγύη της και να φτιάξει έναν κοινωνικό ιστό, που θα διαφυλάσσει και θα προάγει την έννοια άνθρωπος.
Αναγνώσεις:386