Χρόνος ανάγνωσης περίπου:5 λεπτά

Ένα ποτηράκι λικέρ τριαντάφυλλο | της Μαρίας Σταυρίδου


Κυριακή του Πάσχα, η οικογένεια μαζεμένη, όλοι αγαπημένοι και φυσικά διατεθειμένοι να δώσουν και να πάρουν «αγάπη», καταναλώνοντας άφθονο αλκοόλ και γεμίζοντας μέχρι σκασμού το στομάχι με όλα τα κρέατα, που με ιδιαίτερη δυσκολία αρνήθηκαν να καταναλώσουν, για να κοντράρουν τη γειτόνισσα, που κάθε χρόνο κρατάει νηστεία σαράντα ολόκληρες μέρες. Όλοι με βαθύ προβληματισμό, αν χαλάσει ο καιρός, αν θα φορεθεί το κόκκινο ή το πράσινο στον χορό… αν η θυγατέρα της γειτόνισσας τελικά βρήκε γαμπρό… Οι ίδιες «με βάθος» συζητήσεις που έχουν ξεπεράσει ακόμη και τη βαρεμάρα, εκείνο το ανίκητο αίσθημα που σε σπρώχνει αργά μα σταθερά προς τα κάτω, που σε βοηθάει να βουλιάξεις μέσα στο κάθισμα, με την αίσθηση πως μετά από λίγο θα είναι αδύνατο ν’ αντικρύσεις το παλιό σερβίτσιο που κρύβει η γιαγιά για την προίκα σου, ενώ η μάνα το βγάζει στα κρυφά κάθε Πρωτοχρονιά και κάθε Λαμπρή με το σχετικό πικρόχολο σχόλιο … «Πότε θα γίνω εγώ επιτέλους γιαγιά;».

Αυτή τη φορά κατάφερα να τρυπώσω σε μια ξεχασμένη γωνιά, δίπλα σε μια μακρινή ξαδέλφη που δεν ακούει καλά… τύχη βουνό… Κοιτάζω μέσα από τα σκούρα παλιά γυαλιά το μέλλον που με καρτερά, μακρινά ξαδέλφια που το μόνο που έχουν να σου περιγράψουν με περισσή περηφάνια είναι οι φοβερές επιτυχίες των πιτσιρικάδων απόγονων στο σχολείο και θείες ξεχασμένες ακόμη και από το Θεό, που παλεύουν άγαρμπα ν’ αποδείξουν πως κάποτε ήταν οι ωραίες του χωριού.

Έχω καταλήξει στο συμπέρασμα πως μάλλον εγώ είμαι το μαύρο πρόβατο της οικογένειας, η μόνη γυναίκα μετά τα τριάντα χωρίς επίσημο φίλο, χωρίς εντυπωσιακή εμφάνιση, χωρίς δικό της σπίτι, μ’ ένα μικρό μεταχειρισμένο αυτοκινητάκι, που μένει μακριά από τη χήρα μάνα και αδιαφορεί για αδέλφια και ανίψια… είναι γεγονός είμαι η πιο εγωίστρια και η πιο κακιά που στέκεται σε μια γωνιά και παρακολουθεί σαν φθηνή παράσταση που έφτασε αυτές τις Άγιες μέρες στην επαρχία, έναν ξοφλημένο θίασο του σωρού…

Κατάντια να νιώθεις έτσι την οικογένεια σου…, οικογένεια… κι όμως γιατί έχω την αίσθηση πως πριν «φύγει» εκείνος όλα ήταν διαφορετικά…

Πριν προλάβω ν’ αφεθώ στις γλυκές αναμνήσεις των εφηβικών μου χρόνων μια αποφασιστική αγκαλιά με παρασέρνει μακριά… στο καμάρι της γιαγιάς… στον ανθισμένο κήπο που σε κάθε γωνιά του υπάρχει και ένα κλεμμένο φιλί, μια παράνομη αγκαλιά και λίγα δάκρυα που συνήθως αφήνουν άγαρμπα τα παιδιά…

Μπήκα μαζί της στο μικρό πατρικό της μητέρας μου κρατώντας την καλά, αυτή η γυναίκα δεν έχει συναίσθηση ούτε της ηλικίας της, ούτε της εύθραυστης παρουσίας της… Με κοίταξε με μια αφύσικη χαρά και μ’ έβαλε κυριολεκτικά να καθίσω στο παλιό σκαλιστό τραπέζι με τα λιονταρίσια πόδια, το περίπλοκο πλεκτό τραπεζομάντηλο και τον ασημένιο δίσκο με τα μικροσκοπικά ποτηράκια και την υπέροχη γυάλινη καράφα. Χωρίς καν ν’ ακούσω τη μιλιά της την είδα να σερβίρει σε δυο ποτηράκια το πολύτιμο σπιτικό λικέρ, που έχει φυλαγμένο για «ειδικές» περιπτώσεις και μετά να κάθεται δίπλα μου.

-Θέλω να δοκιμάσεις το αγαπημένο του πατέρα σου και να μου πεις αν το πέτυχα…

Πήρα στα χέρια μου αδιάφορα το μικροσκοπικό ποτηράκι και χαμογέλασα για μια στιγμή…, το αγαπημένο του πατέρα μου…, η πιο πειστική ατάκα για να με πείσει να δοκιμάσω το λικέρ της…

Έφερα το ποτηράκι κοντά στα χείλη και τότε η μυρωδιά από φρεσκοκομμένα κατακόκκινα τριαντάφυλλα κατέκτησε μονομιάς όλες τις αισθήσεις μου…, ναι, όντως… ήταν το αγαπημένο του… ξαφνικά θυμάμαι… αυτή ήταν η μυρωδιά που με νανούριζε όταν κούρνιαζα φοβισμένη μέσα στην αγκαλιά του, αυτή ήταν η μυρωδιά που σκούπιζε τα δάκρυα μου όταν μ’ αδικούσαν στα παιχνίδια τα υπόλοιπα παιδιά, αυτή ήταν η μυρωδιά που για χρόνια πίστευα πως ήταν η δική του…

Χωρίς καθυστέρηση ακούμπησα τα χείλη με προσοχή και άφησα το υγρό κατακόκκινο νέκταρ των παιδικών μου χρόνων να διεισδύσει μέσα μου… να ποτίσει τον ουρανίσκο που τα τελευταία χρόνια μόνο πίκρα και αηδία γευόταν… να μοσχομυρίσει τα σωθικά μου που είχα πια την αίσθηση πως ήταν μαύρα και μουχλιασμένα από όλες εκείνες τις σκέψεις που με θάβαν ζωντανή μέσα σε μια αφόρητη καθημερινότητα που δεν είχε τίποτα να μου προσφέρει…, τίποτα να φέρει…

Άφησα το πολύτιμο κατακόκκινο νέκταρ να τρέξει μέσα μου, να κάνει χιλιάδες μικρές διαδρομές για να ζωντανέψει στο πέρασμα του την ίδια μου την ύπαρξη… ένα απρόσμενο ταξίδι θύμησης… ίσως και ζωής…

-Μου… θυμίζει τα λουκούμια που μας έφερνε όταν κατέβαινε στην αγορά… μαλώναμε ποιος θα τα πρωτοφάει…, ήταν…

-Ήταν τ’ αγαπημένα σου… και ξέρω καλά πως τ’ αγόραζε μονάχα για σένα.

Το βλέμμα μου ξαφνικά θόλωσε, ενώ ως δια μαγείας το ποτηράκι στα χέρια μου ξαναγέμισε μ’ εκείνο το ευλογημένο νέκταρ… Δεν μπορούσα να το πιστέψω… πως ήταν δυνατό να το έχω ξεχάσει… εγώ θυμόμουν τα πάντα που είχαν σχέση με τον πατέρα μου…

Άρχισα να πίνω ξανά την ίδια ώρα που ατέλειωτα δάκρυα είχαν ξεκινήσει ν’ αυλακώνουν το πρόσωπο μου… δάκρυα γεμάτα θυμό… οργή… παράπονο…

-Μου λείπει γιαγιά… μου λείπει τόσο πολύ…

-Το ξέρω κοριτσάκι μου…, το ξέρω…

Επιστρέψαμε στο Πασχαλιάτικο τραπέζι που είχε στηθεί έξω στην αυλή μ’ ένα δειλό χαμόγελο στα χείλη και μια σφιχτή ζεστή αγκαλιά που δεν θα ξεχάσω ποτέ στη ζωή μου, μια σπάνια πολύτιμη αγκαλιά που είχε καταφέρει να με ξυπνήσει από λήθαργο βαθύ…

Μετά από πολλά πολλά χρόνια έπαιξα με τα παιδιά, χόρεψα με τ’ αδέλφια μου, δοκίμασα τους μεζέδες των θείων, γέλασα με τ’ αστεία των ανδρών και μετά κούρνιασα δίπλα στη μάνα, που έχω την εντύπωση πως με παρατηρούσε σαν εξωγήινη…

-Τι έπαθες σήμερα;

-Τίποτα…, απλώς… δοκίμασα το λικέρ τριαντάφυλλο της γιαγιάς… και θυμήθηκα… πόσο σ’ αγαπώ μαμά!

Μαρία Σταυρίδου 

[Η εικόνα είναι ψηφιακό έργο που δημιούργησε για το κείμενο της Μαρίας Σταυρίδου ο εικονογράφος Αλκέτας Λεοννάτος, 04.2023]


Η Μαρία Σταυρίδου γεννήθηκε, σπούδασε και εργάστηκε στη Θεσσαλονίκη, ενώ από πολύ μικρή ηλικία, ασχολήθηκε με την καταγραφή των σκέψεων της στο χαρτί. Εργάσθηκε με επιτυχία σαν στέλεχος επιχειρήσεων στον ιδιωτικό τομέα. Σήμερα ασχολείται με τη συγγραφή βιβλίων (μυθιστορήματα – ποιητικές συλλογές – παραμύθια για «μεγάλα» και μικρά παιδιά). Μάχιμη  αρθρογράφος και μέλος σε δεκάδες Λογοτεχνικές Ομάδες στο διαδίκτυο. Άρθρα και ποιήματα της έχουν αναρτηθεί σε διαδικτυακά Περιοδικά, Λογοτεχνικά ανθολόγια ποίησης και Ημερολόγια. Ασχολείται ακόμη με τον σχεδιασμό κοσμημάτων.

 To 2022 εκδίδει το πρώτο της μυθιστόρημα «Σάρκα και ψυχή» 668 σελ. (ISBN:978-618-00-3440-0), ενώ υπό έκδοση βρίσκονται: το «Θολά είδωλα» και η πρώτη ποιητική συλλογή «ΦΟΡΜΙΓΓΑ».

Η Μαρία γράφει με την οπτική και αθωότητα έφηβης, με την ικανότητα να πηγαινοέρχεται από την ουτοπία στον ρεαλισμό με μεγάλη ευκολία και δίνει στον αναγνώστη την ευκαιρία να νιώσει συναισθήματα που τα έχει ξεχάσει.

Σύνταξη

Η τέχνη, η επιστήμη, η γλώσσα, ο γραπτός λόγος, η παράδοση, είναι εργαλεία του πολιτισμού, που συμβάλλουν τα μέγιστα για να διαμορφωθεί μια κοινωνία, να θεσπίσει τους κώδικες και την ηθική της, να πλάσει τους όρους δημιουργίας της κοινωνικής συνείδησης, να επεξεργαστεί την αλληλεγγύη της και να φτιάξει έναν κοινωνικό ιστό, που θα διαφυλάσσει και θα προάγει την έννοια άνθρωπος.
Αναγνώσεις:68