Χρόνος ανάγνωσης περίπου:2 λεπτά

Για τη νοστημιά του φαγητού | του Μιχάλη Στρατάκη


Κοντοσιμώσετε, γιατί έχω να σας πω μια ιστορία, απού ‘ναι αληθινή από την πρώτη λέξη, ίσαμε την τελευταία.

Για τη νοστημιά του φαγητού θα σας μιλήσω.

Αφορμή για να σας τα πω, μου ‘δωσε το γεγονός ότι η καλοπαντρεμένη μου είχε κατεβεί το μεσημέρι στο Μεγάλο Κάστρο για να πουσουνίσει.

Είχε ετοιμάσει το φαΐ, επείνασα, μα δεν εσηκώθηκα να βάλω στο πιάτο να φάω, μόνο τηνε περίμενα να ‘ρθει για να μου βάλει η ίδια.

Το ίδιο κάνω κάθε φορά που λείπει, κι ας με κόβει η πείνα.

Πριχού κάμποσα χρόνια, λοιπόν, σ’ ένα τραπέζι στο κονάκι καλού φίλου, είχαμε ετούτηνα την κουβέντα.

Ίντα ‘ναι εκείνονα το πράμα, απού δίνει τη νοστημιά στο φαγητό.

Ο καθένας έλεγε τα δικά του, ιδιαίτερα οι γυναίκες.

Εγώ, δεν εμίλουνα.

Ανήμενα να πομιλήσουνε όλοι, κι ο νους μου ήτανε στα παϊδάκια απού ‘ψηνε στα κάρβουνα ο σπιτονοικοκύρης.

Δεν εμίλουνα, γιατί ανε μιλούσα θα τους πρόσβερνα όλους για κείνα απού ελέγανε.

Όμως, τελικά δεν εγλύτωσα από το πιλάτεμα απού μου κάνανε, για να μιλήσω.

Εσηκώθηκα από την καρέκλα μου και είπα ντως:

«Εγώ θα πάω στο μπάνιο να πλύνω τα χέρια μου. Όσο θα λείπω, να μου βάλετε στο πιάτο μου όσα παϊδάκια δικαιούμαι. Από ‘να να μου βάλει ο καθένας σας κι ένα να μου βάλει η γυναίκα μου. Άμα γιαγύρω, θα σας πω ποιο θα ‘ναι εκείνονα απού μου ‘βαλε η γυναίκα μου».

Αυτό και εγίνηκε.

Άμα εξαναγιάγυρα στο τραπέζι, στο πιάτο μου ήσανε σωρός τα παϊδάκια.

Ίδια κι απαράλλαχτα ήσανε όλα τους.

Και στο κόψιμο και στο ψήσιμο.

Εντάκαρα να δαγκάνω λίγο από το κάθε κομμάτι του κρέατος και όλοι με ξανοίγανε, περιμένοντας να δούνε ίντα θα ‘λεγα.

Κάμποσα παϊδάκια είχα δοκιμάσει, δίχως να μιλώ.

Ξαφνικά, τους έδειξα ένα, που μόλις είχα βάλει στη μπούκα μου.

«Ετούτονε μου το ‘βαλε η Μαρία» τους είπα.

Κοιτάχτηκαν αναμεταξύ τους, γιατί εκατέχανε πως είχα δίκιο.

Είχανε σημαδέψει το κομμάτι προηγουμένως, για να το ξεχωρίζουνε από τ’ άλλα.

«Μα πώς διάολο το βρήκες;» με ρώτηξε ο σπιτονοικοκύρης.

Ετότε σας τους είπα και τη δική μου γνώμη για τη νοστημιά του φαγητού.

«Το πιο νόστημο φαΐ, είναι αυτό που σου βάνει στο πιάτο άθρωπος που σ’ αγαπά», τους είπα.

Εγελάσανε.

Μα εγώ δεν εγέλουνα.

Γιατί εθυμούμουνε το φαΐ από τα χέρια τση μάνας μου, τση γιαγιάς μου και των θειαδών μου.

Και σκέτες βραστές πατάτες να ‘τανε, ονοστημότερες πατάτες δεν υπήρχανε στον ντουνιά.

Δίχως αγάπη, το φαΐ μια ανοσθιά είναι.

Μιχάλης Στρατάκης


Μιχάλης Στρατάκης

Σύνταξη

Η τέχνη, η επιστήμη, η γλώσσα, ο γραπτός λόγος, η παράδοση, είναι εργαλεία του πολιτισμού, που συμβάλλουν τα μέγιστα για να διαμορφωθεί μια κοινωνία, να θεσπίσει τους κώδικες και την ηθική της, να πλάσει τους όρους δημιουργίας της κοινωνικής συνείδησης, να επεξεργαστεί την αλληλεγγύη της και να φτιάξει έναν κοινωνικό ιστό, που θα διαφυλάσσει και θα προάγει την έννοια άνθρωπος.
Αναγνώσεις:56