Χρόνος ανάγνωσης περίπου:5 λεπτά

Ποιητικό αφιέρωμα στο φθινόπωρο – Τρία ποιήματα για το Φθινόπωρο | της Ζωής Δικταίου

Η θύμηση της ομορφιάς του φθινοπώρου

Η θύμηση της ομορφιάς του φθινοπώρου

όταν το διάχυτο φως καταργεί τις σκιές,

αντανακλάσεις χρυσαφένιες μαστιγώνουν την ώχρα,

στα μάτια δάκρυα.

Θα παραδοθείς

κι αυτή τη φορά στα παιχνίδια της μνήμης

και στο βάθος της αλήθειας

ένα κερί αναμμένο στο παράθυρο.

Μεσάνυχτα, έρχεται αθόρυβα η σιωπή.

Ρωτάς τι είναι η θλίψη…

Φωνή τρεμάμενη.

Το μέλλον μιας μελαγχολίας ψιθυρίζω.

Αύριο…

Δεν ακούς.

Αύριο, θα αργήσει η αυγή.

Τη φλούδα του κορμιού απειλεί ο θάνατος.

Ξημέρωμα, στις όχθες της λίμνης συνάψαμε ανακωχή.

Ποιος ετοιμάστηκε να δρέψει τον καρπό,

έχει τόση ομίχλη η λίμνη.

Κόκκινα μήλα,

κάτω απ’ τον έμπυρο ουρανό αθάνατα.

Στο όνειρο της επιστροφής

ένα παράθυρο αντίκρυ στον ήλιο.

Το άλλο στην άβυσσο.

Μύστες μιας πανάρχαιας προσευχής.

Ο προαιώνιος χορός των χρωμάτων

κρεμεζί και σμαραγδένιο, σιντεφένιες διαφάνειες,

Εικόνες καινούριες θέματα παλιά

τόσο γνώριμα κάτω απ’ την πρώτη βροχή.

Η ίδια υπόσχεση ξανανθίζει στα λόγια του χτες.

Σε διαδρομές μοναχικές ξαναγυρνούμε ταξιδιώτες,

αθέατοι οδοιπόροι της Αγάπης.

Οι άγγελοι διστακτικοί, ξεμάκρυναν

ακολουθώντας άλλο καραβάνι.

Στο σεληνόφωτο του Έρωτα ρότα αιώνια,

κλείνεις τα μάτια αφήνεσαι

κοιμάσαι μα δεν ονειρεύεσαι,

κάτι απ’ τον εαυτό σου έχεις αφήσει,

ένα άγγιγμα στο σπασμένο καθρέφτη

κι ένα βλέμμα δυσπιστία γεμάτο.

Άδεια η καρδιά από αμαρτίες, καίγεται.

Με τα φτερά της αθωότητας κι εσύ

Θα φύγεις… Αύριο.


Φθινόπωρο, η αγάπη ξαναζεί

Τις λέξεις,

μου ζητάς, να τις λερώσω,

δεν είδες φαίνεται

πως λιώνει ο ήλιος

με τη σκέψη σου, στη δύση,

ν’ αντέξεις,

κι ένα όρκο θα σου δώσω

στο φως να κρέμεται

το σ’ αγαπώ

κι εκεί, ο καιρός να το αφήσει.

Τη λύπη,

δε σου γύρεψα να σβήσεις

από το πάθος

κάτι ακόμη μου χρωστάς

κι αυτό μισοσβησμένο έχει μείνει,

στο καρδιοχτύπι

το παλιό μας αν γυρίσεις

με άλλο λάθος

θα σε βρω, άλλη φορά,

όταν χαθείς μες του μυαλού τη δίνη.

Πως λιγοστεύω,

όταν στα μάτια σε κοιτάζω,

στην πιο αδύναμη μικρή στιγμή,

όλα τα ασήμαντα που ζήσαμε, μαζί,

με τα μεγάλα απόψε θυσιάζω,

κι ότι πιστεύω,

στην καρδιά σου το διαβάζω,

στου χρόνου την καινούρια τη ρωγμή,

φθινόπωρο, η αγάπη ξαναζεί…

σωπαίνεις στον καθρέφτη και σου μοιάζω.


Ο Σεπτέμβρης μειώνει επικίνδυνα την απόσταση

Φθινόπωρο, τοπίο της ψυχής,

εδώ που όλα μιλούν

και όλα σωπαίνουν ταυτόχρονα.

Άνοιξες την πόρτα στο άγνωστο

κλείνοντας πίσω σου κάθε τι οικείο.

Δεκάδες σύμβολα μπορούν να ενωθούν

σε χιλιάδες συνδυασμούς,

υφαίνοντας μέσα από αλλόκοτα παιχνίδια,

με μια χλωμή αχτίδα τού φεγγαριού

ξανά,

τη μορφή σου.

Όλες οι σκέψεις

αποτυπωμένες στα βλέμματα,

στη φαντασία πια…

Κι όμως αισθάνομαι

ακόμη και το πορτρέτο σου

να παραμονεύει τη ζωή μου.

Ναι, καταλαβαίνω αυτήν τη φευγαλέα λύπη

και το ανείπωτο αντίο στο σταθμό,

τώρα,

που η οχλοβοή της πλατείας έγινε ψίθυρος

κι ο ψίθυρος σιωπή μες τη βροχή.

Απαλλαγμένη από κάθε πλεόνασμα καλοκαιριού

με την αλήθεια γυμνή,

τώρα,

δεν μπορώ να κρύψω τα αισθήματα.

Φθινόπωρο, έντονη η ανάμνηση

της τελευταίας άφεγγης λάμψης στα μάτια…

Σε σκέφτομαι,

στο θρόισμα των φύλλων,

με κυρίαρχη την αίσθηση της απουσίας τού περιττού.

Αφήνεις τη σκέψη

να σε γυρίσει πίσω στο χρόνο,

τόσο απλά,

με τη μυρωδιά της νοτισμένης γης.

Αναπολείς μ’ ένα συναίσθημα θολό,

γνωρίζοντας πως τίποτα δεν σε χωρίζει από το φως.

Αλεξάνδρεια, Κωνσταντινούπολη, Κρήτη

κι ύστερα πάλι εδώ, στο Ιόνιο φως,

με τα πρώτα κυκλάμινα πιστά στο ραντεβού,

όπως τότε, στα ίδια μέρη, στις ίδιες γωνιές.

Προικισμένη με κάτι απ’ τη μνήμη σου,

κάτι απ’ το χάδι σου, αφή βελούδινη,

ζώντας ήσυχα,

χωρίς να περιμένω το ακατόρθωτο,

όμως σε μια διαρκή αναζήτηση…

Εσύ μου έδειξες το δρόμο!

Η πνευματική φύση τού κόσμου,

εκείνη που απεγνωσμένα ήθελες να κατακτήσεις,

δοσμένη μέσα από τη δύναμη των λέξεων.

Φτάνει να βρέχει, όπως σήμερα,

φτάνει κάπου ν’ ακούγεται ένα πιάνο.

Κάτω από την ασημένια πένα

εμφανίζεται τ’ όνομα σου…

Στο χαρτί

οι συνειρμοί αναστατώνουν την καρδιά,

πλάνες τυφλές που έχω αγαπήσει,

Ασεβής και ασυμβίβαστη η ψυχή στο παρόν…

Πάντα θα μού κοστίζουν οι στιγμές,

αυτές που δεν μπορώ

να κοιτάζω τ’ άστρα μαζί σου.

Φθινόπωρο,

μα δεν είναι της λήθης η βροχή.

Αν μπορούσες να τη δεις πώς πέφτει στη θάλασσα,

αν ήταν να ένιωθες τι σημαίνει ν’ ασκητεύεις

όταν ο άνεμος κουρσεύει τα όνειρα

και οι γλάροι εξαπατούν τον ορίζοντα μ’ ένα πέταγμα

κάτω από το διπλό ουράνιο τόξο.

Όταν συνοψίζεται η αθωότητα σε μια μόνο ψιχάλα

ο Σεπτέμβρης μειώνει επικίνδυνα την απόσταση.

Παρακμάζουν οι τελευταίες προσδοκίες

στην αυλόπορτα του φάρου,

κογχύλια και φύκια σκορπισμένα στα βράχια,

αστραπές στο πηχτό μελάνι

αυτό που με περικυκλώνει από παντού.

Ένα ξένο χέρι προσπαθεί να με κρατήσει,

κάποιος ορκίζεται σε καινούριες εικόνες,

μα δεν υπάρχει αφετηρία…

Ένα δάκρυ μόνο γνωρίζω,

εσένα μόνο αγαπώ!

Ατάλαντη και αδιάφορη στο άγγιγμα

όπως κάθε φορά.

Από ποιον αλήθεια κίνδυνο

νομίζεις πως ξεφεύγω,

χαράζοντας από αμηχανία

τυχαία ονόματα και γράμματα,

κάθε φορά που νυχτώνει φθινόπωρο.

[Ένα «Ποιητικό αφιέρωμα στο φθινόπωρο», μέρος της ποιητικής συλλογής της «Αύριο στάχυα οι λέξεις» της Ζωής Δικταίου]

Ζωή Δικταίου

[Η φωτογραφία που συνοδεύει τα ποιήματα είναι ο πίνακας του εικαστικού Γέρμαν Αλεξάντροβιτς (Герман Александрович, 1928 – 2009 ), 1992]

Ζωή Δικταίου (Χαρούλα Βερίγου)

Γεννήθηκα στην Κρήτη το 1962. Στο Τζερμιάδων μεγάλωσα, εκεί έμαθα και τα πρώτα γράμματα. Δεν έγινα δασκάλα όπως ονειρευόμουν. Με κέρδισε η Τουριστική Εκπαίδευση. Ζω στην Κέρκυρα. Πιστεύω στην αγάπη. Με γοητεύουν φεγγάρια, γιασεμιά, κιτρινισμένα χαρτάκια της θύμησης, όσο και οι ξεφτισμένες δαντέλες του παλιού καιρού. Καινούρια ανάγνωση πάντα η βροχή. Όχημα μαγείας οι λέξεις. Δεν αναρωτιέμαι πια γιατί γράφω. Όπως αναπνέω, μιλάω, ονειρεύομαι, συμφιλιώνομαι με τη ζωή και τον θάνατο, έτσι και η ανάγκη μου να γράφω. Ακουμπώ στο παρελθόν, όμως η λέξη που με καθορίζει είναι το «Αύριο». Με το μολύβι του έρωτα σπασμένο στο χέρι και την προοπτική του ονείρου στ` ανοικτά της ψυχής, αύριο, ακριβή η άνθηση της άνοιξης μέσα στην αλήθεια του φθινοπώρου. Στίχοι μου έχουν μελοποιηθεί από τον Γιάννη Νικολάου, τον Νίκο Ανδρουλάκη, τον Γιώργη Κοντογιάννη και τον Αλέξανδρο Χατζηνικολιδάκη.

Εργογραφία:

Λασίθι, Τόπος Μέγας – Η κούπα των θεών, Αφήγημα, Δεκέμβριος 2020
Αύριο, αφή αλμύρας οι λέξεις, Ποιητική συλλογή, Νοέμβριος 2020
Αθιβολή γαρύφαλλο και θύμηση κανέλλα, Διηγήματα, Νοέμβριος 2019
Αύριο στάχυα οι λέξεις, Ποιητική συλλογή, Σεπτέμβριος 2018
Οι άλλες ν’ απλώνουν ρούχα κι εσύ τριαντάφυλλα, Διηγήματα, Φεβρουάριος 2018
Μια κούρσα για τη Χαριγένεια, Μυθιστόρημα, Μάιος 2017
Αύριο, νυχτώνει φθινόπωρο, Μυθιστόρημα, Ιούνιος 2015
Ιστορίες για φεγγάρια, Παιδική Λογοτεχνία, 1996, Αθήνα
Αύριο στάχυα οι λέξεις, Σεπτέμβρης 2018
Αύριο, αφή αλμύρας, Νοέμβρης 2020

Συμμετοχές σε συλλογικά έργα:

«Γράμματα της ποίησης», Ποιητική ανθολογία, 2020, Αθήνα

«Μονόλογοι», Ποιητική ανθολογία, 2017, Αθήνα

Σύνταξη

Η τέχνη, η επιστήμη, η γλώσσα, ο γραπτός λόγος, η παράδοση, είναι εργαλεία του πολιτισμού, που συμβάλλουν τα μέγιστα για να διαμορφωθεί μια κοινωνία, να θεσπίσει τους κώδικες και την ηθική της, να πλάσει τους όρους δημιουργίας της κοινωνικής συνείδησης, να επεξεργαστεί την αλληλεγγύη της και να φτιάξει έναν κοινωνικό ιστό, που θα διαφυλάσσει και θα προάγει την έννοια άνθρωπος.
Αναγνώσεις:73