Λογισμέ μου | της Άννας Τακάκη
Λογισμέ μου λόγιε,
Συ που βαστάς τα χρυσά κλειδιά του νου μου,
άνοιξέ μου κι αυτή τη φορά, να μπω
να λευτερώσω το πνεύμα μου, να φύγει από μένα,
να περιπλανηθεί, να ταξιδέψει…
Αυτός ο βολετός κλοιός, που το βαστά δεν αντέχεται!
Δως μου, λογισμέ μου, τις λέξεις σου τις φλογοβόλες,
να τις κάνω στίχους, να τις κάνω προσδοκίες,
να τις κάνω ευκές κι ευλογίες…
Μα πρώτα θα ευλογήσω εσένα, λογισμέ μου
με τα τίμια μυστήρια της σκέψης μου.
Βάλε με στο πιο υψηλό της σύνεσης βάραθρο
κι από κει να μιλώ για αυτόνε και για κείνονε,
που δεν ξέρει ν’ αρθρώσει μια λέξη
και για όποιονε περιγελά τις ρητορείες μου.
Να ξέρεις, λογισμέ μου,
ότι κι εγώ δεν ήξερα από τρόπους και λόγια,
δεν ήξερα από κανόνες
κι ως αναλφάβητη περιπλανήθηκα
σε τόπους άγνωρους και μακρινούς,
γιατί με όρισε μια άλλη λόγια ορμή,
να τραβήξω προς τα εκεί μακριά.
Εκείθε γνώρισα ανθρώπους πολλυλοΐσιμους,
ανθρώπους, που με πολλούς και διαφορετικούς λογισμούς άντεξαν όλα τα βάσανά τους,
τις ανικανοποίητες επιθυμίες τους,
τα ανεξάντλητα πάθη τους,
τα μίση και την αγάπη τους.
Αντίκρισα πρόσωπο με πρόσωπο τα μοίρα τους
κι άρχισε η μεταμόρφωση να γίνεται μέσα μου…
Η επιθυμία της γνώσης και της μάθησης
πήρε το προβάδισμα.
Πλέον με ένα φτηνό εισιτήριο
δε σταματώ να διαβαίνω από τόπο σε τόπο,
από φυλή σε άλλη φυλή
και τούτο μου καθησυχάζει
τις πάμπολλες ανησυχίες μου,
και τούτο με σώνει, μα την αλήθεια!
Το ανήσυχο πνεύμα σου, λογισμέ μου,
δεν πτοείται πια μήτε στις ανεμοθύελλες της ερήμου,
μήτε στις τρικυμίες του πελάγου,
μήτε σε κάθε κακόβουλου την σαϊτιά, ριπή στην καρδιά!
Λογισμέ μου,
δεν θ’ αντέξω άλλο τον παραλογισμό μου,
γιατί αφέθηκα να παρασυρθώ από μια δύναμη,
που τη θεώρησα μεγαλύτερη του δέοντος
κι εγώ η αδύναμη, πλέον δεν είχα άλλη λέξη να πω
κι έτσι βουβή έπεσα στη γη με τα χαμόχορτα.
Άγγιξα το χώμα, μύρισα χώμα και είπα:
Εδώ θα μείνω καρπός και σπόρος!…
Όσο ήμουν στο υψηλότερο το βάραθρο
δεν τα κατάφερα να φτάσω εκεί που ήθελα,
γιατί η λογία σκέψη μου ήτανε το σφυρί,
που χτυπούσε την καρδιά μου και πια δεν άντεχε
τους τόσους χτύπους!
Εδώ στο χώμα θα μείνω να γροικώ της γης τον παλμό
κι από κει θα ζω τη γήινη ζωή μου
και την αγνότητά μου θα την εξαγνίζω
με τα πάσης φύσεως ζωΐφια,
με τα φυτά και τα βλαστάρια ένα θα γίνω!
Η γη είναι το πάτημά μου το γερό
σε ήλιο και σε δροσιά και σε κάθε καιρού αλλαξιά.
Η γη είναι η φύτρα μου κι εδώ θ’ αφήσω το σπόρο μου
να φυτρώσω ξανά όπως φυτρώνει η χλόη στα χωράφια.
Πατώ γερά τη γη μου, μα αφήνω τη χλόη απάτητη
για να ’ρθει η αγνότητα του νου μου, λογισμέ μου, ν’ ακουμπήσει…
Τούτο το άγγιγμα το δροσερό επιζητώ.
Τούτο το άγγιγμα!
Άννα Τακάκη
[Η εικόνα που συνοδεύει το ποίημα είναι της εικονογράφου Κατερίνα Πουτιλίνα (Катерина Путилина) από το Воронеж της Ρωσίας, με τίτλο «Wolfwalkers fanart», 2021]