Χρόνος ανάγνωσης περίπου:2 λεπτά

Σα ντο χωργιό, ποθές αλλού… | του Αντώνη Κουκλινού

.

Εκατέβαινε με το μπαστουνάκι το σοκάκι…

Στη μ-ποδιά τζη βαστά τ’ αυγά, από το γ-κούμο τω ν’ ορνιθώ.

Η γ’ Ελενιά επαράσερνε τη ν’ αυλή τζη κ’ όπως τη νε θωρεί να κατεβαίνει τση φωνιάζει.

-Έλα να σε ιδώ, μωρή Βαγγελιά… κόπχιασε μέσα.

-Να σταθώ θέλει μνιά σταλιά μωρή, δώμου μνιά καρέκλα να κάτσω, γιατί πονεί ο πόδας μου.

Ήφερε τη καρέκλα και καθίζει στο ν’ ασκιανό τση κρεβατίνας.

-Ιντά ‘παθε ο πόδας σου… ντα που ήσουνε..?

-Στο κούμο τω ν’ ορνιθώ ήμουνε, ετάισά τσι και μαζώνω τ’ αυγά να στέσω μνιά κλωσού… ο πόδας μου πονεί ο παντέρμος, για δε με ‘φήνουνε τ’ αθριτικά να σαλέψω.

-Κακομίτσα κ’ εσυ πας κ’ έρχεσαι και το νε κουράζεις…δε σολαγάσαι..!

-Ίντα θα κάμω μωρή… μπορώ να κάθομαι και οι δουλειές να με ζυγώνουνε..?

-Κάτσε να σου δώσω και του λόγου μου πεντέξε αυγά, να μου τα βάλεις τση κλωσούς, ν’ ανεπχιάσω δυο τρία πουλιά, για θα σφάξω τσι μεγάλες, για δε κάνουνε μπλιό αυγά και μόνο πως τσι ταϊζω.

-Ναι φέρε μου να πα να τη θέσω, γιατί κάθεται και πυρώνει το απότοκο.

-Έχω να σου δώσω και δυό τρία αμπελόφυλλα, να κάμεις μνιά μαγεργιά ντολουμάδες.

-Νάσαι καλά μωρή Ελενιά… λόγω τιμής ελιμπίστικά τσι.

-Να βρίχνει πράμα να τρώει κιανείς και ότι πέψει ο Θεός.

Εγέμισέ τζη τη μ-ποδιά αμπελόφυλλα και ήβαλε και σ’ ένα σακουλάκι τση κλωσούς τ’ αυγά.

-Νάσαι καλά μωρή Βαγγελιά απου θ’ ανεπχιάσω πάλι δυό τρείς όρνιθες, για τ’ αυγό.

-Μώρη σή έχεις ακόμη το χειρόμυλο τση μάνας σου..?

-Ναι… κιαμέ..? ντα ίντα θες….

-Να φέρω μνιά ολιά στάρι, να μου βγάλεις μνιά μαγεργιά χόντρο, να το νε ψήσω με τσι χοχλιούς τ’ αντρούς μου, απου μου το λέει κάθα μέρα, ψήσε μου και ψήσε μου..!

Μα δε μπορώ να κάτσω χάμε, για δε με βοηθά ο πόδας μου να το νε τεντώσω.

-Εγω μωρή θα σου φέρω χόντρο, εδαέ, απου έχω αλεσμένο…

-Να δα γιάντα σ’ αγαπώ… δε ν’ επρόλαβα να στο πώ κ’ αγλακάς ντελόγω μέσα, να μου φέρεις.

-Σιγά το πράμα.. κ’ εσύ το ίδιο κάνεις… αυγά σού ‘δωκα και θα μου τα φέρεις κλωσοπούλια..!

Επήρενε το χόντρο και τ’ αμπελόφυλλα στη μ-ποδιά τζη και γιαγέρνει στο κονάκι τζη.

Μνιά καλημέρα είπανε μεταξύ ντος και από το πουθενά εβρεθήκανε δυο μερώ μαγεροψήματα… θα σάσει τσι ντολουμάδες με τα φύλλα, θα κάμει και το χατίρι τ’ αντρούς τση, να του ψήσει το χόντρο με τσι χοχλιούς.

Κ’ από τη ν’ άλλη μ-πάντα, ήδωκενε αυγά για τη κλωσού και θα τση πάει τα πουλιά να τα ‘νεθρέψει όρνιθες.

Να γιάντα είναι όμορφος ετοσές ο ψεύτης κόσμος…

Το ν’ ομορφαίνουνε οι γ’ απλοί αθρώποι, απου η καλημέρα ντος είναι η πνευματική και ψυχική μας περιουσία.

Γιατί ο γείτονας, ο χωργιανός, ο φίλος, είναι η πραγματική περιουσία μας, που δε πουλιέται, δε μεταβιβάζεται και δε πλερώνεις χαράτσι να τη ν’ έχεις.

Έβγαλα και του λόγου μου το πρόγραμμα, για αύριο…!

Χόντρο με τσι χοχλιούς θα πω τση κεράς μου να μαγερέψει, να βγάλωμε τη μέρα.

Και σε όσους έβαλα τη ν’ ιδέα, καλή όρεξη και πχιέτε μνιά στη ν’ υγειά μου…

Αντώνης Κουκλινός

.

Σύνταξη

Η τέχνη, η επιστήμη, η γλώσσα, ο γραπτός λόγος, η παράδοση, είναι εργαλεία του πολιτισμού, που συμβάλλουν τα μέγιστα για να διαμορφωθεί μια κοινωνία, να θεσπίσει τους κώδικες και την ηθική της, να πλάσει τους όρους δημιουργίας της κοινωνικής συνείδησης, να επεξεργαστεί την αλληλεγγύη της και να φτιάξει έναν κοινωνικό ιστό, που θα διαφυλάσσει και θα προάγει την έννοια άνθρωπος.
Αναγνώσεις:94