Χρόνος ανάγνωσης περίπου:4 λεπτά

Αστικός πόλεμος και στρατιωτικοποίηση των πόλεων, γράφει ο Πάνος Ξηρουχάκης

(με αφορμή το βιβλίο «Μικροί πόλεμοι σε μεγάλες πόλεις» του Χ.Φιλιππίδη)

Τα πεδία του πολέμου μετακομίζουν σταδιακά στις πόλεις, και οι δυτικές στρατιωτικές μηχανές προετοιμάζονταν γι’ αυτό πυρετωδώς… Αυτός ήταν και ο βασικός στόχος τούτου του καταπληκτικού έργου, να εξετάσει τις λεπτομέρειες αυτής της προετοιμασίας και να διερευνήσει την εφαρμογή των σχετικών σχεδίων. Για να το πράξει έτσι και να κατανοήσει την αστικοποίηση του πολέμου, ο Φιλιππίδης κάνει μια αναδρομή στο παρελθόν ώστε να εξετάσει το πώς ο πόλεμος άλλαξε μέσα στο χρόνο: «Το τέλος του Β΄ Ολοκληρωτικού Πολέμου σηματοδοτεί, κατά κάποιον τρόπο, τη λήξη μιας μακράς περιόδου ανοιχτών διακρατικών συγκρούσεων. Το ξέσπασμα των αντιαποικιοκρατικών αγώνων και μια σειρά από αντάρτικα κινήματα αφιερωμένα στην κομμουνιστική υπόθεση διαμόρφωναν σταδιακά ένα περιβάλλον μέσα στο οποίο το φαινόμενο του πολέμου αποκτούσε πρωτόγνωρα χαρακτηριστικά».

Ο πόλεμος εισέρχεται σε μία νέα φάση, όπου η διεξαγωγή του θα παύει να είναι μια αποκλειστική (δια)κρατική υπόθεση. Περνάμε στην περίοδο των άτακτων πολέμων (irregular warfare) και ασύμμετρων συγκρούσεων. «Κάθε είδους μη κρατικοί δρώντες (non-state actors) ―από πολιτοφυλακές και αντάρτες μέχρι οργανωμένο έγκλημα, πειρατές και οργανώσεις που συγκροτούν κάποιας μορφής «πρωτο-κράτος» (proto-state), όπως συμβαίνει στην περίπτωση του Ισλαμικού Κράτους― διεκδικούν για τον εαυτό τους το δικαίωμα στην κήρυξη του Εχθρού» Ένα δικαίωμα που από τις Συνθήκες της Βεστφαλίας μέχρι χοντρικά και τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο έμοιαζε να αποτελεί αποκλειστικό προνόμιο των κρατικών σχηματισμών.

Ο συγγραφέας επιλέγει να βασιστεί και στις μελέτες του ολοκληρωτιστή (παρόλο που τον θεωρεί πολιτικό του εχθρό) Carl Schmitt που ήταν από του πρώτους που αποδήμησε την κυριαρχία του κράτους στο να κηρύσσει και να κάνει πόλεμο. Εστιάστηκε έτσι στην ανάδυση της φιγούρας του αντάρτη, ως εκείνης της υποκειμενικότητας που εκφράζει παραδειγματικά την ιδιότητα του άτακτου και του ανορθόδοξου που σημαδεύει τις συγκρούσεις που ακολουθούν τον β’ Παγκ. Πόλεμο. Ο Carl Schmitt αναδεικνύει επίσης έγκαιρα την ιδιαίτερη σημασία του πολιτικού στοιχείου στους άτακτους πολέμους. Μία σημασία που όπως σημειώνει ο Φιλιππίδης «επιβεβαιώνεται εκείνη την εποχή από τα ίδια τα στρατιωτικά επιτελεία, όταν αυτά ισχυρίζονταν πως οι άτακτοι πόλεμοι αποτελούν καταρχάς πολιτικές και δευτερευόντως στρατιωτικές υποθέσεις». Πράγματι τα τελευταία χρόνια οι περισσότεροι πόλεμοι είναι proxy war (μεταξύ άτακτων δυνάμεων συνήθως), χωρίς την ανοιχτή σύγκρουση μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων που βρίσκονται από πίσω,κάτι που για πολλούς λόγους συμφέρει εκείνες που κατά αυτόν τον τρόπο φαίνεται ότι δεν παραβιάζουν το διεθνή δίκαιο. Αλλά ακόμα και όταν μία διακρατική σύγκρουση δεν μπορεί να αποφευχθεί για τον ίδιο λόγο η κήρυξη πολέμου αποφεύγεται. Έτσι όταν οι Αμερικάνοι έκαναν την επέμβαση στο Ιράκ το 2003 δεν κήρυξαν καν πόλεμο…

Καθώς όμως αλλάζει ο πόλεμος, αλλάζει και η αντίληψη του πολεμικού πεδίου. Η μετάβαση από τις διακρατικές στις ασύμμετρες συγκρούσεις σημαίνει μία μετάβαση από τα ανοιχτά πεδία στις πολύπλοκες (κυρίως αστικές) τοπογραφίες. Ο χώρος γίνεται έτσι ένας ιδιαίτερος τρόπος πολέμου… Πράγματι αν κι η γεωγραφία υπήρξε ανέκαθεν πολύ σημαντική στη διαμόρφωσης της στρατιωτικής ιστορίας, τώρα πια αποκτά ακόμα πιο καθοριστική σημασία εξαιτίας της αστικής ιδιομορφίας και πολυπλοκότητας αλλά και της πολυπληθιασμικής πυκνότητας. Ο στρατιωτικός κλάδος λοιπόν εστιάζει στις πόλεις και αντιμετωπίζει το αστικό περιβάλλον ως ένα διακριτό πεδίο επιχειρήσεων με τις δικές του προκλήσεις. Ένα παράδειγμα του πόσο η αστικοποίηση του πολέμου αλλάζει τα δεδομένα είναι ότι οι πόλεις παρέχουν λόγω των πολύπλοκων μορφολογιών και των έντονων πληθυσμιακών τους χαρακτηριστικών επιχειρησιακά πλεονεκτήματα σε ομάδες με περιορισμένα μέσα (αναλογιστείτε τη δύναμη που έχουν οι τυφλές επιθέσεις των Τζιχαντιστών στις δυτικές μητροπόλεις μη ξεχνώντας ότι δεν είναι ούτε τόσο πολυάριθμοι, ούτε έχουν όπλα ισάξια με τους δυτικούς, ούτε κάποιο κράτος τους στηρίζει), ενώ ακυρώνουν πολλές από τις δυνατότητες των συμβατικών στρατών (π.χ. δεν μπορείς να βομβαρδίσεις και να ισοπεδώσεις μια πόλη που ζουν και σύμμαχοι σου διάσπαρτα με τους εχθρούς. Ας αναλογιστούμε τι κάνανε αντίθετα οι Σύμμαχοι στο β΄ Παγκ. Πόλεμο στη Δρέσδη και στο Τόκιο…)

Σε αυτό τον πόλεμο η ανάγκη της παρακολούθησης και άμεσης επέμβασης ενάντια στον εχθρό φάντασμα (που εμφανίζεται και εξαφανίζεται στην αστική ζούγκλα εύκολα) σηματοδοτεί την ανάγκη του κυρίαρχου να είναι παντού! Μέσα σε αυτό το πλαίσιο η αστυνομία αποκτά νέα αξία και νέες ευθύνες. Αλλά και ο στρατός γίνεται λίγο αστυνομία: «Εχθρός σηματοδοτεί και μία αντίστοιχη αποδόμηση του δίπολου στρατός / αστυνομία, έτσι όπως αυτό είχε διαμορφωθεί, λίγο-πολύ, από τις Συνθήκες της Βεστφαλίας και έπειτα. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, παρατηρείται μία δραστική διεύρυνση του στρατιωτικού αντικειμένου και μία ραγδαία στρατιωτικοποίηση της λειτουργίας των πόλεων, είτε αυτή εκφράζεται με την ανάληψη πολιτικών και αστυνομικών καθηκόντων από τις ένοπλες δυνάμεις είτε διατυπώνεται με τη μορφή μιας αδιάκοπης στρατιωτικοποίησης των δυνάμεων αστυνόμευσης. Η μόνιμη παρουσία του στρατού στους δρόμους του Παρισιού προσφέρει ίσως σήμερα την πιο αδιάσειστη και ζοφερή απόδειξη επ’ αυτού.»

Το έργο είναι καταπληκτικό και αποτελεί σημαντική συνεισφορά στην κατανόηση των νέων μορφών συγκρούσεων (και κατά προέκταση και του σύγχρονου τρόπου ζωής…). Υπάρχει όμως κατά τη γνώμη μας μια αδυναμία. Ο συγγραφέας δείχνει να μη θεωρεί πιθανόν στο μέλλον τις διακρατικές συγκρούσεις μεταξύ μεγάλων δυνάμεων. Κάτι τέτοιο όμως είναι πιθανόν και δρομολογείται ήδη από τις πρόσφατες εξελίξεις. Έτσι αν και η σύγκρουση στην Κριμαία και στο Ντονμπάς είχε χαρακτηριστικά proxy war (οπότε εμπίπτει και στην κατηγορία συγκρούσεων που περιγράφει ο συγγραφέας) δεν παύει να υπήρξε μία σύγκρουση μεταξύ της Ρωσίας και της Ουκρανίας (και των Συμμάχων της) με χιλιάδες νεκρούς. Ίσως στο μέλλον αυτό ενταθεί και οι διακρατικές συγκρούσεις γίνουν πιο ξεκάθαρες. Τίποτα λοιπόν δεν αποδεικνύει ότι η φάση αυτού του πολέμου που περιγράφει ο Φιλιππίδης δε θα είναι μια παροδική φάση που θα δώσει τη θέση της σε διακρατικές συγκρούσεις στο μέλλον. Θα δούμε. Το μέλλον είναι μαύρο και ο Φιλιππίδης θα συμφωνούσε σε αυτό!

[δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στο περιοδικό «Zero Geographic» αρ. Τεύχους 26, Καλοκαίρι 2019]

Πάνος Ξηρουχάκης

Δρ Γεωγραφίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου

 

 

 

 

 

 

 

 

.

Σύνταξη

Η τέχνη, η επιστήμη, η γλώσσα, ο γραπτός λόγος, η παράδοση, είναι εργαλεία του πολιτισμού, που συμβάλλουν τα μέγιστα για να διαμορφωθεί μια κοινωνία, να θεσπίσει τους κώδικες και την ηθική της, να πλάσει τους όρους δημιουργίας της κοινωνικής συνείδησης, να επεξεργαστεί την αλληλεγγύη της και να φτιάξει έναν κοινωνικό ιστό, που θα διαφυλάσσει και θα προάγει την έννοια άνθρωπος.
Αναγνώσεις:156