«Γεννήθηκα στο βλέφαρο του κεραυνού, σβήνω κυλώντας στα νερά
Ανέβηκα στην κορυφή της συννεφιάς σαλτάροντας με τις τριχιές του λιβανιού, πήρα το δρόμο της σποράς
Κοιμήθηκα στο προσκεφάλι του σπαθιού, είχα τον ύπνο του λαγού
Αγνάντευα την πυρκαγιά της θεμωνιάς αμίλητος την ώρα της συγκομιδής, πήρα ταγάρι ζητιανιάς
Αντάμωσα τον χάρο της ξερολιθιάς, το άλογο στ’ αλώνι να ψυχομαχεί, πήρα ταγάρι ζητιανιάς».
«Γεννήθηκα» (από την «Ιθαγένεια», 1972, σε στίχους Κ. Χ. Μύρη και μουσική Γιάννη Μαρκόπουλου) – Πρώτη εκτέλεση: Νίκος Ξυλούρης.
«Η ανάμνηση του παλικαριού, που «έβαλε ο θεός σημάδι» μόλις στα 44 χρόνια του, είναι πάντα ζωντανή. Ο μύθος του παλικαριού με τη στεντόρεια και την αισθαντική φωνή, την καθαρή ματιά, δεν έπαψε ούτε στιγμή να φουντώνει και να θεριεύει στην καρδιά και στη συνείδηση του κόσμου, κι ας έχουν περάσει τόσα χρόνια από τότε που έφυγε», έγραφε η αξέχαστη Σοφία Αδαμίδου.
«Μια μέρα, μια Παρασκευή, θα πέσω να πεθάνω, και μια Λαμπρή θ’ αναστηθώ από το χώμα πάνω…». Ημέρα Παρασκευή και το τραγούδι του Νίκου Ξυλούρη βγαίνει αληθινό. Ήταν στις 8 Φλεβάρη 1980, όταν ο τραγουδιστής της λεβεντιάς, χτυπημένος από τον καρκίνο, έφευγε για το τελευταίο ταξίδι. Σαράντα δύο χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από το θάνατο του σπουδαίου λυράρη και τραγουδιστή, Νίκου Ξυλούρη, που σφράγισε με τη φωνή του κάποιες από τις πλέον δυνατές στιγμές του ελληνικού τραγουδιού του 20ού αιώνα, τραγουδώντας τις ελπίδες του λαού μας.
Σαράντα δύο χρόνια μετά το θάνατό του και το έργο του Ν. Ξυλούρη, τα τραγούδια που σφράγισε με την καθάρια φωνή του, παραμένουν βαθιά ριζωμένα στις καρδιές όσων είχαν την ευτυχία να γίνουν κοινωνοί του. Γιατί είναι πραγματική ευτυχία η «συνάντηση» με την ανόθευτη φωνή του, με την απαράμιλλη ερμηνεία του. Είναι γνωστός ο πόλεμος, που δέχτηκε ο μεγάλος τραγουδιστής και ενώ ζούσε, καθώς οι δισκογραφικές εταιρίες μετά τη μεταπολίτευση αρνούνταν να εκδώσουν νέους δίσκους του, προφασιζόμενες εμπορικούς λόγους. Κι ας κατείχε ήδη ένα μεγάλο κομμάτι στην καρδιά του λαού μας.
Γεννημένος στα Ανώγεια, από πολύ μικρός άρχισε να μαθαίνει λύρα. Στα 15 του χρόνια, ήταν ήδη λυράρης. Έπαιζε λύρα και τραγουδούσε με μια δική του τεχνική, που περισσότερο βασιζόταν στο ένστικτο. Έχοντας ήδη γράψει κάποια δικά του τραγούδια, συναντά τον Γιάννη Μαρκόπουλο, που του προτείνει συνεργασία. Πρώτοι καρποί της, τα «Ριζίτικα» και η «Ιθαγένεια». Ακολουθούν οι συνεργασίες του με τους Σταύρο Ξαρχάκο, Χρήστο Λεοντή, Ηλία Ανδριόπουλο κλπ. Από τις μεγάλες του επιτυχίες ήταν οι κύκλοι «Ερωτικά», «Ελεύθεροι πολιορκημένοι», «Ο δείπνος ο μυστικός», «Διόνυσε καλοκαίρι μας», «Ακολουθία», «Καπνισμένο Τσουκάλι», «Κύκλος Σεφέρη», «Αντιπολεμικά», «Ξυλουρέικα», «Ερωτόκριτος», «Το μεγάλο μας τσίρκο»… Τραγούδια, που παραμένουν, όπως και ο ίδιος, ζωντανά, μέσα σε κάθε γνήσια ελληνική ψυχή. Τραγούδια, με τα οποία ονειρευτήκαμε, εμψυχωθήκαμε, πορευτήκαμε στους αγώνες μας για ένα καλύτερο αύριο. Δημιουργίες από τις οποίες αναδύεται το σπάνιο ήθος του ερμηνευτή τους, που στάθηκε πάντοτε καθάριος και ανιδιοτελής, πέρα από μικρότητες και συμβιβασμούς. Η επανακυκλοφορία έστω και κάποιων από τους δίσκους του είναι χρέος όχι μόνο προς τον ίδιο τον αξέχαστο ερμηνευτή, αλλά προς τον ίδιο το λαό μας.
Διώχτηκε από τη χούντα, ενώ με τα τραγούδια του, μέσ’ το Πολυτεχνείο, εμψύχωσε τους «ελεύθερους πολιορκημένους» φοιτητές. Άνθρωπος ανιδιοτελής, περήφανος και με σπάνιο ήθος, στάθηκε πάντοτε πάνω από μικρότητες και συμβιβασμούς.
Τα τραγούδια του παραμένουν, όπως και ο ίδιος, ζωντανά, μέσα σε κάθε γνήσια ελληνική ψυχή. Τραγούδια, με τα οποία ονειρευτήκαμε, εμψυχωθήκαμε, πορευτήκαμε στους αγώνες μας για ένα καλύτερο αύριο. Δημιουργίες από τις οποίες αναδύεται το σπάνιο ήθος του ερμηνευτή τους, που στάθηκε πάντοτε καθάριος και ανιδιοτελής, πέρα από μικρότητες και συμβιβασμούς.
Σαράντα δύο χρόνια, που έφυγε ο αξέχαστος, μοναδικός λυράρης – τραγουδιστής Νίκος Ξυλούρης, ο οποίος σφράγισε με τη φωνή, το πάθος, το χαμόγελο, την αγωνιστικότητα και την καλοσύνη του το σύγχρονο ελληνικό τραγούδι, ενώ έβγαλε από το περιθώριο και την κρητική μουσική, ενέπνευσε συνθέτες και στιχουργούς και έδωσε τη φωνή του σε αγώνες του λαού.
Τραγουδιστής – σύμβολο μιας ολόκληρης εποχής ο Ν. Ξυλούρης υπήρξε συνάμα άνθρωπος ανιδιοτελής και με σπάνιο ήθος. Δε συμβιβάστηκε ούτε ζήτησε αντίτιμο για την καλλιτεχνική του κατάθεση. Παραμένει «μέτρο» λεβεντιάς και αξιοπρέπειας και όχι μόνο μέσα στον «στενό» κόσμο των συναδέλφων του. Γιατί ο Ξυλούρης, πέραν της αξεπέραστης φωνής του, είχε κι ένα ακόμα «προσόν», που δεν ήταν θέμα ταλέντου, αλλά κάτι ακόμα σημαντικότερο, γιατί αποτελούσε προϊόν ενσυνείδητης επιλογής: Όπως ακριβώς τίμια και λεβέντικα τραγούδησε, έτσι και έζησε!
Χρονικό σπουδαίας προσφοράς
Η πορεία του καλλιτέχνη, που ανδρώθηκε στα Ανώγεια και κατέκτησε όλη την Ελλάδα, υπήρξε ξεχωριστή και ασυμβίβαστη. Στα δώδεκά του χρόνια αποκτά την πρώτη του λύρα και στα δεκατέσσερά του, κιόλας, παίζει και τραγουδά σε πανηγύρια. Πρώτος σημαντικός σταθμός της ζωής και της πορείας του υπήρξε το Ηράκλειο. Το 1969 – χρονιά που τραγουδά την περίφημη «Ανυφαντού» – εγκαθίσταται στην πρωτεύουσα. Είχε προηγηθεί, το 1966, η εμφάνισή του στο φολκλορικό φεστιβάλ του Σαν Ρέμο, παίρνοντας το πρώτο βραβείο. Το 1970, η γνωριμία του με τον Τάκη B. Λαμπρόπουλο αποφέρει συμβόλαιο συνεργασίας με την «Columbia». Θέλει να τραγουδήσει τα τραγούδια της πατρίδας του, τα «Ριζίτικα», τον «Ερωτόκριτο». O πρώτος μεγάλος του δίσκος με τίτλο «Ψαρρονίκος – Κρητικά Τραγούδια» περιλαμβάνει επιτυχίες του από 45άρια και ηχογραφήσεις του σε κρητικά κομμάτια. Ακολουθεί η εξαίρετη συνεργασία του με τον Γιάννη Μαρκόπουλο στο «Χρονικό» (σε στίχους K. X. Μύρη). Την επόμενη χρονιά, εκδίδονται τα «Ριζίτικα», σε ενορχήστρωση Μαρκόπουλου (ο δίσκος βραβεύεται από τη Γαλλική Ακαδημία του Σαρλ Κρος).
H φωνή του Ξυλούρη στην καρδιά της δικτατορίας γίνεται σημαία αντίστασης. Το 1972 κυκλοφορεί η «Ιθαγένεια», σε στίχους K. X. Μύρη («Γεννήθηκα», «Χίλια μύρια κύματα» κ.ά.). Συμμετέχει στο «Διάλειμμα», πάντα σε μουσική του Μαρκόπουλου και στίχους των K. X. Μύρη, Μ. Ελευθερίου, Γ. Σκούρτη, Ερ. Θαλασσινού και του συνθέτη, ενώ συνεργάζεται με τον Ξαρχάκο στο άλμπουμ «Διόνυσε Καλοκαίρι Μας». Θα συνεχίσουν μαζί στο «Αθήναιον», όπου η Τζένη Καρέζη με τον Κώστα Καζάκο παρουσιάζουν το έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη «Το μεγάλο μας τσίρκο», με θέμα την ιστορική διαδρομή της Ελλάδας στα νεότερα χρόνια. Μέσα από τις ιστορικές αναφορές και τα τραγούδια, εκφράζεται το τεταμένο αντιδικτατορικό κλίμα, το οποίο θα οδηγήσει στην εξέγερση του Πολυτεχνείου. Και εκεί ο Ξυλούρης είναι μπροστάρης. Δε διστάζει να βρεθεί κοντά στους «ελεύθερους πολιορκημένους» φοιτητές για να τους εμψυχώσει. Μένει μαζί τους, μοιράζεται το πρόχειρο φαγητό τους και τραγουδά σ’ αυτά τα παλικάρια, που τον κάνουν περήφανο μέσα στις μαύρες μέρες της δικτατορίας το «Πότε θα κάμει ξαστεριά…». Η αγέρωχη στάση του τον φέρνει αντιμέτωπο με τους διωγμούς της χούντας. Οι συναυλίες, οι δίσκοι του, οι ραδιοφωνικές και οι τηλεοπτικές εκπομπές του απαγορεύονται.
Το 1974 κυκλοφορεί η «Συλλογή», με παλαιότερα και καινούρια τραγούδια του Ξαρχάκου. Εδώ περιλαμβάνονται τα υπέροχα: «Πώς να σωπάσω» (στίχοι K. Κινδύνη), «Αυτόν τον κόσμο τον καλό» (στίχοι B. Ανδρεόπουλου), «Γεια σου χαρά σου Βενετιά», «Παλικάρι στα Σφακιά» (στίχοι N. Γκάτσου) και «Ητανε μια φορά» (στίχοι K. Φέρρη).
Έντονη καλλιτεχνική και πολιτικοκοινωνική δραστηριότητα χαρακτηρίζει τον Ν. Ξυλούρη και κατά τη μεταπολιτευτική περίοδο. Τραγουδά το σπουδαίο έργο «Καπνισμένο Τσουκάλι» του Χρήστου Λεοντή – μια συλλογή ποιημάτων του Γιάννη Ρίτσου, γραμμένα στη Λήμνο την περίοδο της εξορίας του από το φασισμό. Είναι συγκλονιστικός όταν τραγουδά: «Αυτά τα κόκκινα σημάδια στους τοίχους, μπορεί να ‘ναι κι από αίμα. Όλο το κόκκινο στις μέρες μας είναι αίμα»… Το 1975 επιστρέφει στις ρίζες, παρουσιάζοντας ένα μεγάλο προσωπικό δίσκο με παραδοσιακά κομμάτια της Κρήτης, με τίτλο «Τα που θυμάμαι τραγουδώ». Το 1976, σε συνεργασία με τον Χριστόδουλο Χάλαρη, κυκλοφορεί ο «Ερωτόκριτος», ενώ, παράλληλα, τραγουδά στον «Κύκλο Σεφέρη», σε μουσική Ηλία Ανδριόπουλου. Ακολουθούν τα «Ερωτικά», οι «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι» του Γ. Μαρκόπουλου, τα «Αντιπολεμικά» των Λ. Κόκκοτου – Δ. Χριστοδούλου, τα «Ξυλουρέικα». Μετά το θάνατό του, ύστερα από τετράχρονη καθυστέρηση, κυκλοφόρησε το «Σάλπισμα», σε μουσική Λουκά Θάνου, όπου ο Ξυλούρης ερμηνεύει Βάρναλη, Καρυωτάκη κ.ά. H «Μπαλάντα του κυρ Μένιου» θα ξεχωρίσει με το δυνατό και προφητικό της μήνυμα.
Η μορφή του Νίκου Ξυλούρη ταυτίστηκε με την περηφάνια, την ανθρωπιά, την αγωνιστικότητα. Ο Ψαρρονίκος, που γαλουχήθηκε με τα ιδανικά της ελευθερίας, της ανθρωπιάς και της αξιοπρέπειας, ήταν πάντα παρών στους κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες του λαού μας για ένα καλύτερο αύριο. Στη σύντομη ζωή του πρόλαβε να μας κάνει κοινωνούς της σπάνιας ερμηνείας του και να μας διδάξει πολλά για το ρόλο του καλλιτέχνη, για τη στάση απέναντι στην τέχνη του και στην κοινωνία.
Δισκογραφία:
* Μια μαυροφόρα που περνά (1958)
* Ανυφαντού (1969)
* Ο Ψαρονίκος (1970)
* Μαντινάδες και χοροί (1970)
* Χρονικό (1970)
* Ριζίτικα (1971)
* Διάλειμμα (1972)
* Ιθαγένεια (1972)
* Διόνυσε καλοκαίρι μας (1972)
* Ο τροπικός της Παρθένου (1973)
* Ο Ξυλούρης τραγουδά για την Κρήτη (1973)
* Ο Στρατής Θαλασσινός ανάμεσα στους Αγάπανθους (1973)
* Περήφανη ράτσα (1973)
* Ακολουθία (1974)
* Το μεγάλο μας τσίρκο (1974)
* Παραστάσεις (1975)
* Ανεξάρτητα (1975)
* Κομέντια, η πάλη χωρικών και βασιλιάδων (1975)
* Καπνισμένο τσουκάλι (1975)
* Τα που θυμούμαι τραγουδώ (1975)
* Κύκλος Σεφέρη (1976)
* Ερωτόκριτος (1976)
* Η συμφωνία της Γιάλτας και της πικρής αγάπης (1976)
* Οι ελεύθεροι πολιορκημένοι (1977)
* Τα ερωτικά (1977)
* Τα Ξυλουρέικα (1978)
* Τα αντιπολεμικά (1978)
* Σάλπισμα (1978)
* 14 χρυσές επιτυχίες (1978)
Μετά το θάνατό του κυκλοφόρησαν:
* Τελευταία ώρα Κρήτη (1981)
* Νίκος Ξυλούρης (1982)
* Πάντερμη Κρήτη (1983)
* Ο Δείπνος ο μυστικός (1984)
* Σταύρος Ξαρχάκος:Θεατρικά (1985)
* Ο Γιάννης Μαρκόπουλος στον ελληνικό κινηματογράφο (1988)
* Η συναυλία στο Ηρώδειο 1976 (1990)
* Το χρονικό του Νίκου Ξυλούρη (1996)
* Νίκος Ξυλούρης (2000)
* Η ψυχή της Κρήτης(2002)
* Ήτανε μια φορά…(2005)
* Του Χρόνου Τα Γυρίσματα (2005)
* Ήτανε Μια Φορά… Και Έμεινε Για Πάντα! (2017)