Η Αγγελική Μαρκουλή μιλάει για τον «Καταιγισμό Εαυτού» στη Σβούρα
«Μέσω της γραφής οδηγείται σε ενδιαφέροντες συνειρμούς και εθίζεται στην πρωτότυπη ανεύρεση πολυσύνθετων νοημάτων και παραλληλισμών» ενώ η «ειλικρίνεια προς τον εαυτό της και το θάρρος που επιστρατεύει κάθε φορά που αντικρίζει μία κενή σελίδα λειτουργούν για εκείνη λυτρωτικά, καθώς αισθάνεται πως βρίσκει φιλόξενο καταφύγιο μέσα στην αλήθεια των λόγων της». Κατάγεται από το Αλάγνι, σπουδάζει ψυχολογία και πρόσφατα μας συστήθηκε ως ποιήτρια με την πρώτη της ποιητική συλλογή, «Καταιγισμός εαυτού» από τις εκδόσεις 24 γράμματα. Είχαμε μια «καταιγιστική» συζήτηση μαζί της, την οποία και σας παρουσιάζουμε. Καλή ανάγνωση!
Αγγελική σε καλωσορίζω στον φιλόξενο διαδικτυακό μας περιοδικό svoura art. Σπουδάζεις ψυχολογία και παράλληλα γράφεις ποιήματα. Πως συνδυάζονται αυτά τα δύο;
Καλώς σας βρήκα!
Λοιπόν, το στοίχημα στην καθημερινότητά μου είναι οι υπερβάσεις. Υπολογίζω τις μέρες και μετρώ την βαρύτητα της κάθε στιγμής με σημείο αναφοράς τους μύθους που κατέρριψα ή τις αναιρέσεις που πέτυχα με τις αποφάσεις μου. Αγαπώ τις αντιφάσεις, διότι αποδεικνύεται συχνά πως τα φαινομενικά αντικρουόμενα, πηγάζουν από μία εκ βαθέων συμπληρωματικότητα. Έτσι συμβαίνει και με τον συνδυασμό των σπουδών, με την τέχνη και ό,τι άλλο καταπιάνομαι. Οι εκρηκτικοί συνδυασμοί σπινθηρίζουν και φεγγοβολούν υπερδύναμες πιθανότητες. Η αποφυγή των κοινότυπων, προβλέψιμων ή αναμενόμενων εξάπτει την φαντασία μου, την οποία θεωρώ παραμυθία και στρατηγική διαχείρισης της ζοφερής, κυνικής ρουτίνας. Οι σπουδές προκύπτουν, λόγω της εγγενούς διάθεσή μου να εισδύω σε νέα κοιτάσματα γνώσης και η ποίηση αποτελεί τον τρόπο μου να συνδέω προσωπικές σκέψεις και εξωγενείς πληροφορίες, αφήνοντας με νέα πνοή, κάποιο ευφάνταστο και δημιουργικό αποτύπωμα.
Οι σπουδές σου στην ψυχολογία βοηθούν σε μια βαθιά ενδοσκόπηση του εαυτού;
Οπωσδήποτε, η ουσιαστική ενασχόληση με τα μαθήματα μού έχει προσφέρει, μέχρι στιγμής, μοναδικές νοητικές εμπειρίες. Στηριζόμενοι σε μία πιο κοινή βάση, όταν γίνεται λόγος για σπουδές, κατανοούμε, κυρίως, μία πληθώρα θεωριών, τα ποικίλα μαθήματα και την διδακτέα ύλη. Ωστόσο, προσωπικά, μου αρέσει να βιώνω την διδακτική εμπειρία. Δύναμαι να κατανοώ και να αφομοιώνω πιο αποτελεσματικά τις ιδέες των βασικών θεωριών της Ψυχολογίας, όταν επιτρέπω στις εμπνεύσεις των θεωρητικών να αποτυπώνονται στην νόησή μου και να αναπτύσσονται σε δαιδαλώδη γνωστικά μονοπάτια. Η προσωπική ενδοσκόπηση, όπως αναφέρετε, αναλύεται, κατ’ εμέ, σε χαρτογράφηση των σκέψεων και αντιδράσεων που ακολουθούν μίαν εξωτερική αφορμή. Δηλαδή, προκύπτουν παραλληλισμοί και βαθύτερες συνδέσεις αιτίας κι αιτιατού, που αναδεικνύουν τις προοπτικές ή τις αδυναμίες μίας προσωπικής ανταπόκρισης σε κάποιο συμβάν. Η διορατικότητα που παρέχει αυτού του είδους η ικανότητα, μου δίνει την αίσθηση πως με εξοπλίζει, πρωτίστως, με αυτογνωσία και δευτερευόντως, με βοηθά να αντιλαμβάνομαι ακριβέστερα την καθεστηκυία τάξη των πραγμάτων γύρω μου. Πιο απλά, οι σπουδές με έχουν ωθήσει να προσλαμβάνω βαθύτερα τον κόσμο, σε πολλαπλά επίπεδα. Έχοντας ως γνώμονα την πολυμορφία των παραγόντων και την συνθετότητα των αντιδράσεων, που ενδέχεται να προκύψουν από ένα άτομο, ανά τις διαφορετικές περιστάσεις, επιδιώκω να αντιλαμβάνομαι κάθε κατάσταση ως έχουσα πολλαπλές ερμηνείες και αρίφνητες εκβάσεις. Αυτή ακριβώς η δυναμικότητα των περιστάσεων τροφοδοτεί την ισχυρή αισιοδοξία μου για τις εξελίξεις. Εννοώντας πως μία πολυσχιδής αναπαράσταση των βιωμάτων, εντείνεται η θεώρηση περί ρευστότητας και αναπροσαρμογής των τεκταινόμενων. Επομένως, η προοπτική της εξέλιξης, νοερά με παραπέμπει στην ιδέα της προόδου και την αποφυγή του τέλματος ή της αδράνειας. Καταλήγω λοιπόν στο ότι η βαθιά ενδοσκόπηση αναπόφευκτα μας οδηγεί σε φλέβες νερού που κυλά και ευεργετεί τους οιωνούς βελτίωσης και προσωπικής ανάτασης.
Η ποίηση, γράφεις, αποτελεί για σένα καθημερινή διέξοδο. Επενεργεί δηλαδή λυτρωτικά;
Η λέξη «λύτρωση» αποτελεί η πρώτη που μου έρχεται στον νου κάθε που γίνεται αναφορά στην ποίηση. Θεωρώ την ποίηση ως ευγενική μορφή ειλικρινούς παραδοχής των συναισθημάτων μου. Παράλληλα, είναι ένας άμεσος και πάντοτε λειτουργικός τρόπος να αποτυπώσω και να αναπαραστήσω όσα αναμειγνύονται περιέργως και ποικιλοτρόπως στο μυαλό μου. Η ποίηση προκύπτει με αμέτρητες αφορμές, από την πιο συνηθισμένη κίνηση στην ρουτίνα κάποιου, έως κι από μία αίφνης αξιοπερίεργη στιγμή. Ωστόσο, ο τρόπος που αποδίδεται με λέξεις κάθε βίωμα, είναι αυτός που αναδεικνύει τα νοερά αποτυπώματα και την ποιότητα των συλλογισμών που το αφορούν. Επομένως, μέσα στην όποια καθημερινότητα διάγει ο καθένας, ο τρόπος που επιλέγει να εκφράσει ή να αποκρύψει τις προσωπικές του ερμηνείες, μπορεί να έχει επιρροή σε εύρος γεγονότων και στην ποιότητα ζωής του.
Προσωπικά, νιώθω ευγνώμων, που χρησιμοποιώ το παιχνίδι με τις λέξεις με τέτοιον τρόπο, ώστε να με ανακουφίζει. Αυτό που εννοώ, είναι πως μέσω της γραφής οδηγούμαι σε ενδιαφέροντες συνειρμούς και εθίζομαι στην πρωτότυπη ανεύρεση πολυσύνθετων νοημάτων και παραλληλισμών. Έχω την εντύπωση πως με αυτόν τον τρόπο καταφέρνω να ενώσω αντιφατικές πλευρές των εμπειριών και της προσωπικότητάς μου, εντοπίζοντας συνδέσεις στην πολυπλοκότητα που αισθάνομαι να με περιτριγυρίζει. Μέσα στην αναμφίβολη ασάφεια των γεγονότων και την χειμαρρώδη τροπή που ακολουθεί ο συλλογισμός μου γι’ αυτά, αισθάνομαι πως το τετράδιο μου αντέχει να φιλοξενεί τις ενδόμυχες και πιο αληθινές μου παραδοχές. Οπωσδήποτε, η ειλικρίνεια προς τον εαυτό μου και το θάρρος που επιστρατεύω κάθε φορά που αντικρίζω μία κενή σελίδα λειτουργούν για μένα λυτρωτικά, καθώς αισθάνομαι πως βρίσκω φιλόξενο καταφύγιο μέσα στην αλήθεια των λόγων μου. Η ροή των συνειρμών που αποτυπώνω στο χαρτί με βοηθούν να εντοπίζω λύσεις και νέες διεξόδους. Κατά μίαν έννοια η μετά- ποίηση των σκέψεων σε λέξεις είναι η ιεροτελεστία που ακολουθώ, προκειμένου να παραμένω αισιόδοξη και λειτουργική, στην καθημερινότητα, όταν αυτή μου φαίνεται μονότονα και ειρωνικά ζοφερή.
Αφιερώνεις τη συλλογή «στον μπαμπά σου που σου χάρισε τις λέξεις…» Θα θελες να μοιραστείς μαζί μας τι και πως το εννοείς;
Μία από τις εντονότερες αναμνήσεις, που κρατάω φυλαχτό από την παιδική μου ηλικία, είναι τα παραμύθια, που μας διάβαζε για «καληνύχτα», με ζεστή φωνή, ο μπαμπάς, όταν η αδελφή μου κι εγώ είχαμε ξαπλώσει στα κρεβάτια μας. Σαν ευγενής άνθρωπος, χρησιμοποιεί πάντοτε προσεγμένο λεξιλόγιο και φρόνιμες εκφράσεις, σε οποιονδήποτε κι αν αποκρίνεται. Η μορφή του συνοδεύεται από επίθετα ηπιότητας και καλοσύνης, με διάθεση να συνομιλήσει, πάντοτε, δίνοντας παραδείγματα. Ακριβώς αυτήν την ευγενική μεταχείριση των λέξεων και τον σεβασμό προς τους ακροατές του έχω κατά νου οποτεδήποτε αλληλεπιδρώ λεκτικά. Επομένως, η αφιέρωση προκύπτει αβίαστα, ως η ελάχιστη κίνηση ευγνωμοσύνης, γι’ αυτήν την ιδιαίτερη μύηση στην ανθίζουσα επικοινωνία των λόγων.
«Που να εκτοξεύεται η φλεγόμενη σύσταση κάποιου; Που να διοχετεύσεις τη λάβα των πυρακτωμένων συναισθημάτων σου;» Εσύ που την διοχετεύεις;
Υπάρχουν πολλές απαντήσεις στην ερώτηση αυτήν, όμως θα μιλήσω για το πόσο με γοητεύει η πολυπλοκότητα των πραγμάτων και οι αντιφάσεις, που καταφέρνουν να συνυπάρχουν. Θεωρώ ότι πετυχαίνει κανείς να μεγαλουργήσει όσο παραμένει ανήσυχος και ενθουσιώδης υποστηρικτής της εξέλιξης. Η αυτοέκφραση είναι μία σημαντική πρωτοβουλία στην καθημερινότητά μας και χρειάζεται να εντοπίσουμε τρόπους, ώστε να είναι επαρκής και λειτουργική για εμάς. Έχοντας ως γνώμονα μία τέτοια παραδοχή προσπαθώ να παραμένω ειλικρινής με κάθε μου κίνηση, από τον πώς θα ντυθώ, μέχρι τα δώρα που θα διαλέξω να προσφέρω. Πιστεύω στον τρόπο που επενεργούμε στους ανθρώπους και στα πράγματα γύρω μας. Θεωρώ, επίσης, πως κάθε παραμικρή απόφαση έχει ένα νόημα για την κοσμοαντίληψή και την εσωτερική μας κατάσταση εξίσου. Όσο οι ιδέες και τα οράματα αναπτύσσονται μεγαλειώδη και σπουδαία, τόσο οξύνεται ο ενθουσιασμός και η αδρεναλίνη της πραγμάτωσης των σχεδίων αυτών. Τις περισσότερες φορές, επιστρέφω την πάλλουσα αποφασιστικότητα της διάθεσής μου στις αφορμές που την προξένησαν. Αναγνωρίζω με ευχαρίστηση τις αιτίες που επιφέρουν μέσα μου τέτοια αποθέματα ενέργειας και βρίσκω διέξοδο επενδύοντας στην ενασχόληση με αυτά. Συχνότερα, τέτοια αντικείμενα είναι η λογοτεχνία, η μελέτη και η γραφή. Ακολουθεί η ευεργετική και ουσιαστική αλληλεπίδραση με τον περίγυρο και οπωσδήποτε τα ταξίδια σε άγνωστους προορισμούς, προς εξερεύνηση και χαρτογράφηση της πολιτισμικής μοναδικότητας.
Γράφεις «λαμβάνω μονάχα πνιγηρές υποχρεώσεις ή κενά βλέμματα μολύβδινης σιωπής και μυστήριες αποκρίσεις εκμετάλλευσης.» Η εξουσία «επιβάλλει» τα μηνύματα που λαμβάνεις;
Είναι πολύ εύστοχη η συσχέτιση της εξουσίας με αυτή την περιγραφή, όμως θα έδινα μία περισσότερο γενική έννοια, για να θίξω τους παράγοντες που επιφέρουν όσα αναγράφονται στους στίχους. Θεωρώ πως μας εξουσιάζει οτιδήποτε εμείς οι ίδιοι επιτρέπουμε να ασκεί δύναμη υπεροχής και ελέγχου στις αποφάσεις μας. Στο σημείο που αποσύρομαι από κάθε απόπειρα αυτόβουλης ενέργειας ή πηγαίας κι αυθόρμητης πρωτοβουλίας, φτάνω να αισθάνομαι έντονη την παρουσία ξένων προσταγών. Τις περισσότερες φορές, όταν συμβαίνει κάτι τέτοιο, οι υποχρεώσεις που καλούμαι να διευθετήσω μοιάζουν να υπερβαίνουν την υλική τους υπόσταση και να αποκτούν ειρωνική, προς εμένα, διάθεση. Αισθάνομαι, τότε, πως έχω επιτρέψει σε μία ιδέα, σχεδόν άγονη, να αντλήσει σημαντικά ποσοστά από την ενέργεια και την δημιουργικότητά μου, επιτάσσοντας ένα πορώδες παρόν, που εξαντλεί τις πιθανότητες προόδου. Οπωσδήποτε, κάποια ρηχή κι όχι ελεύθερα ενδόμυχη ανάγκη είναι που συνήθως οδηγεί σε τέτοιες ενασχολήσεις. Ωστόσο, παραμένει μια κατάσταση που έχω προσωπικά επιτρέψει να δρομολογήσει τις κινήσεις μου. Υπό αυτήν την έννοια, θα παραδεχτώ πως υπάρχει μεν ένας βαθμός εξουσίας να επιβάλλει κενές καταστάσεις, χωρίς όμως να αποποιούμαι κάθε ευθύνη για τις προσωπικές μου επιλογές εντός των δεδομένων συνθηκών.
Ποιοι είναι οι αγαπημένοι σου ποιητές; Από ποιους έχεις επηρεαστεί;
Θα ήθελα να αποφύγω μία στεγνή παράθεση ονομάτων, εννοώντας τους ως αγαπημένους μου ποιητές, οπότε θα αναφερθώ σε εκείνον που επιστρέφω κάθε φορά, για να αντλήσω ελπίδα και φως. Είναι ο Οδυσσέας Ελύτης, που με γοητεύει, πάντοτε, με την σεμνότητά του απέναντι στο μεγαλείο της γλώσσας. Βρίσκω σαγηνευτικό τον τρόπο που μέσα από τους στίχους του υφαίνει ύμνους στην απλότητα. Επιλέγει να αναδείξει την αλήθεια των γυμνών συνηθειών και των καθημερινών πραγμάτων, με έντονη και θαρραλέα παραδοχή του δέους που αυτή η λιτότητα μπορεί να προκαλέσει. Είναι ο αγαπημένος μου, επειδή εκτίθεται με κάθε σύμβολο κι επειδή πιστεύω στις εικόνες που περιγράφει. Σέβομαι την ευλαβή του υποταγή στις ανώτερες ιδέες, που είχε ο ίδιος επιλέξει να ακολουθεί και θαυμάζω την στοργική του επιμονή στο να τις υπηρετεί. Νιώθω μίαν ασφάλεια και μίαν επαληθευτική βεβαίωση του ότι, όσο τάσσεσαι υπέρ μίας ευγενούς ιδέας, καλώς επιτρέπεις να κατευθύνει τις κινήσεις σου και να αποτελεί γνώμονα στο έργο που διψάς να δημιουργήσεις. Εντοπίζω, επίσης, στους στίχους του την αισιοδοξία, την ζωντάνια και τον παλμό των στοιχείων, που συνθέτουν τα ποιήματά του. Είναι τα ευαίσθητα και λεπτά σκιρτήματα, που αποζητώ να αντλήσω από τα έργα του Ελύτη και γι’ αυτόν κυρίως τον λόγο τον προτιμώ ως λογοτεχνικό μου καταφύγιο.
Αν η ζωή μας ήταν ποίημα ποιο θα ήθελες να ήταν;
Αν χρειαζόταν να δοθεί μία κοινή γραμμή ηθικής πλεύσης και μία ευχή αυτό-πραγμάτωσης στον καθένα από εμάς, θα επέλεγα το παρακάτω, από την συλλογή «Μικρός Ναυτίλος», του Οδ. Ελύτη:
V
ΘΕΛΩ ΝΑ’ ΜΑΙ ΕΙΛΙΚΡΙΝΗΣ όσο και το λευκό πουκάμισο
που φορώ’ και ίσιος, παράλληλος με τις γραμμές πόχουν
τα ξοχόσπιτα κι οι περιστεριώνες, που δεν είναι καθόλου
ίσιες κι ίσως γι’ αυτό στέκουνε τόσο σίγουρα μες στην πα-
λάμη του Θεού.
Τείνω μ’ όλους μου τούς πόρους προς ένα – πώς να το πω; –
περιστρεφόμενο, εκθαμβωτικό εύ. Από το πώς δαγκώνω
μέσα στο φρούτο έως το πώς κοιτάζω απ’ το παράθυρο, αι-
σθάνομαι να σχηματίζεται μια ολόκληρη αλφαβήτα που πα-
σχίζω να βάλω σ’ ενέργεια με την πρόθεση ν’ αρμόσω λέξεις
ή φράσεις, και την απώτερη φιλοδοξία, ιάμβους και τετρά-
μετρα. Που σημαίνει: να συλλάβω και να πω έναν άλλο, δεύ-
τερο κόσμο που φτάνει πάντα πρώτος μέσα μου. Μπορώ μά-
λιστα να φέρω μάρτυρες ένα σωρό ασήμαντα πράγματα: βό-
τσαλα που τα ρίγωσαν οι τρικυμίες, ρυάκια μ’ ένα κάτι πα-
ρήγορο στο κατρακυλητό τους, μυριστικά χορτάρια, λαγωνικά
της αγιοσύνης μας. Μια ολάκερη φιλολογία, οι αρχαίοι Έλ-
ληνες και Λατίνοι, οι κατοπινοί χρονογράφοι και υμνωδοί’
μια τέχνη, ο Πολύγνωστος, ο Πανσέληνος: όλοι τους βρίσκο-
νται μεταγλωττισμένοι και στενογραφημένοι μέσα εκεί από
το λείο, το χλοερό, το δριμύ και το εκστατικό, που η μόνη
γνήσια και αυθεντική τους παραπομπή ενυπάρχει στην ψυχή
του ανθρώπου.
Αυτή την ψυχή τη λέω αθωότητα. Κι αυτή τη χίμαιρα,
δικαίωμά μου.
Ο Μπρεχτ γράφει «Μα δε θα λένε: Ήτανε σκοτεινοί καιροί. Θα λένε: Γιατί σωπαίναν οι ποιητές;» Συμφωνείς;
Θα ήταν παρήγορο να στρεφόμαστε οι περισσότεροι στην νηφάλια ποίηση, προκειμένου να αντλήσουμε φως. Ενδεχομένως αυτό να πρέπει να μας προβληματίσει για την σημερινή ισχύουσα κατάσταση, όπου οι ποιητές σωπαίνουν, καθώς δεν εισακούονται. Υπάρχουν, σαφώς, πολλοί παράγοντες, πέραν κάποιας άμεσης κι απροκάλυπτης επιταγής, που φιμώνουν κι ακυρώνουν την «έντεχνη» έκφραση. Η συνεχής αποθάρρυνση, είτε αφορά προσωπικά τον καθένα, είτε αποτελεί γενική συνθήκη, εκ των πραγμάτων μολύνει την φωτεινή δημιουργικότητα και αποτρέπει την αβίαστη ελευθερία, ορίζοντας μέτρα και σταθμά. Ανά τους καιρούς, η σύμβαση με τον καθωσπρεπισμό και η λογική του κομφορμισμού στα προσχεδιασμένα «καλούπια» δρομολογούν ομαλά στην άρση της καινοτόμου διάθεσης για πρόοδο και ουσιαστική ευημερία. Η ποίηση και τα ευγενή έργα τελούν σκοπούς εξύψωσης του πνεύματος και τροφοδοτούν με νόημα τις πανανθρώπινες ανησυχίες, θέτοντας απώτερους σκοπούς κι ορίζοντας προσοδοφόρα χρέη. Ίσως ακούγονται ανεδαφικές περιγραφές, μα όταν δεν εκτιμάται η ανώτερη πνευματική μεγαλοσύνη και αναλώνεται καθένας από εμάς στα ευτελή και αναλώσιμα, τότε χάνεται το μέτρο και βυθιζόμαστε ολοένα στην αμφιβολία και την ασύδοτη εκμετάλλευση. Επομένως, συμφωνώ πως όσο η ποίηση αναιρείται, τόσο η τελμάτωση εντείνεται.
Στην ποίηση τα τελευταία χρόνια υπάρχουν έντονες κοινωνικές αναφορές. Εσένα ποιο ζήτημα σε απασχολεί περισσότερο; Ποιο θέμα θα ‘θελες να «ντύσεις»;
Εκείνο που περισσότερο με έχει επηρεάσει είναι η καθημερινότητα της αποπροσωποποίησης και η έκπτωση των αξιών. Με προβληματίζει η έλλειψη μέτρου και η απληστία για τα υλικά και προβαλλόμενα ως «προηγμένα», που κατατάσσουν τους ανθρώπους σε κατηγορίες και βάσει αυτών λαμβάνονται αποφάσεις, για τις σχέσεις, τις ευκαιρίες και τα δικαιώματα, εν τέλει. Στο πλαίσιο αυτό, η προσβασιμότητα οποιουδήποτε σε πληθώρα επιλογών, συντείνει στην λογική της άμεσης αντικατάστασης των «μη λειτουργικών» και την εγωκεντρική τάση να αναζητούμε οτιδήποτε εξυπηρετεί σε απόλυτο βαθμό. Μειώνεται εν γένει η προθυμία υποχωρήσεων και η επένδυση χρόνου στην αναζήτηση χρυσών τομών και κοινών λύσεων. Το αποτέλεσμα είναι να απειλείται ένα παραπάνω η σταθερότητα και η επιμονή στην γνήσια ποιότητα των διανθρώπινων αλληλεπιδράσεων. Η φυσική επαφή εκπίπτει στο επίπεδο της ψηφιακής εικόνας και επικρατεί η εμμονή της αυτό-επιβεβαίωσης, μέσω της αυτό-προβολής. Είναι φανερό πως συχνά προσαρμοζόμαστε, με συμβιβασμούς, για να προαχθεί η δημιουργία μίας ψευδαίσθησης ευζωίας, την οποία θα προβάλλουμε στους γύρω ως επαρκή και ιδανική. Στην πραγματικότητα, αισθάνομαι πως έχει χαθεί η ειλικρινής αναγνώριση των όσων δύνανται να προσφέρουν αληθινή ευημερία.
Καταπιάνεσαι με όλα τα είδη του γραπτού λόγου ή μόνο με την ποίηση;
Μέχρι στιγμής, το αγαπημένο μου ύφος είναι αυτό της ποίησης, μιας και επιτρέπει τις αφαιρέσεις και δίνει την ελευθερία να κινηθεί κανείς με ευελιξία στα νοήματα που επιθυμεί. Σε ακαδημαϊκά πλαίσια, ωστόσο, χρειάζεται περισσότερη αυστηρότητα στην σύνθεση των κειμένων, ώστε να αναδειχθούν αντικειμενικά και διαυγώς οι πληροφορίες. Οφείλω να παραδεχτώ, ότι η επιστημονική αρθρογραφία με ελκύει όταν πρόκειται να μελετήσω κι όχι τόσο όταν καλούμαι να την εμπλουτίσω. Ωστόσο, τα δύο αυτά είδη αποτελούν τις κύριες προτιμήσεις μου.
Πες μας ποιο είναι το αγαπημένο σου δικό σου ποίημα και αν θά ‘θελες να το μοιραστείς με τους αναγνώστες μας.
Ένα από τα αγαπημένα μου, με τίτλο «Ασπίδες», γράφτηκε με αφορμή μία συζήτηση, στα πλαίσια της Ομάδας Φιλαναγνωσίας Ρεθύμνου, την οποία συντονίζει η κα Ειρήνη Γαβριλάκη.
«Διαλέγω για ασπίδα ένα κόκκινο βελούδινο πέταλο.
Θα εκπλαγείς απ’ τη βίαιη αποφασιστικότητα που καλύπτει.
Ξέρεις,
για μένα το ἢ τὰν ἢ ἐπὶ τᾶς δεν υπήρξε δίλημμα.
Κάπου πρέπει να αναπαύομαι όσες φορές διαμελίζομαι μαχόμενη.»
Αγγελική, σε ευχαριστώ πολύ.