Χρόνος ανάγνωσης περίπου:4 λεπτά

Αναδημοσιεύουμε από την ιστοσελίδα του, ένα μικρό αυτοβιογραφικό σημείωμα του.

Ο παππούς μου ήταν παπάς. Γεννήθηκα το 1935 δίπλα ακριβώς στην εκκλησία που λειτουργούσε ο ίδιος. Είχαμε ένα μικρό σπίτι με δειλινά στους Αγίους Αποστόλους κάτω από την Ακρόπολη. Από πολύ μικρός και εξ αιτίας του παππού μου, τριγύρναγα στις μισοσκότεινες μεταβυζαντινές εκκλησίες και τον βοηθούσα άλλοτε φέρνοντας του το θυμιατό και άλλοτε διαβάζοντας τον Απόστολο. Πιο πολύ όμως και από το θρησκευτικό μέρος με είλκυαν οι εικόνες οι βυζαντινές ή οι λαϊκές.

Μου έκαναν εντύπωση οι άγιοι καβαλάρηδες με τα φωτοστέφανα και τα σπαθιά τους που έβγαζαν φλόγες και σκότωναν θηρία. Τα ξερά βυζαντινά βουνά στο βάθος, τα περίεργα δέντρα και τα φυτά και οι χρυσοί ουρανοί. Προσπαθούσα να αντιγράψω τις εικόνες. Όμως ήθελα να κάνω και δικές μου, να εκφράσω και τον δικό μου κόσμο, όπως κιόλας είχε διαπλαστεί από όλα όσα έβλεπα.

Η μητέρα μου ήταν φιλόλογος και είχε μανία με τον αρχαίο ελληνικό κόσμο. Αυτή με πήγαινε συγχρόνως στα Μουσεία η την Ακρόπολη και παντού όπου μπορούσε να συναντήσει αρχαία πράγματα. Μου άρεσαν πολύ τα εικονογραφημένα αρχαία βάζα, ιδίως οι λευκές λήκυθοι, που εικόνιζαν νεκρικές παραστάσεις. Πιο πολύ όμως με συγκινούσαν τα κυκλαδικά ειδώλια με στυλιζαρισμένα χέρια, τα μονοκόμματα σώματα που μοιάζανε με παιχνίδια.

Ο πατέρας μου ήταν μουσικός και έτσι έμαθα να παίζω βιολί. Δεν νομίζω ότι αυτό με επηρέασε καθόλου. Γιατί ήθελα να ζωγραφίζω από μικρό παιδί. Μέχρι τα δεκαεφτά μου χρόνια ζωγράφιζα μόνος μου και είχα όλο τον μαγικό κόσμο των εικόνων, στις εκκλησίες, και από την άλλη μεριά την αγαλματολατρεία των αρχαίων Ελλήνων.

Ύστερα πήγα και σπούδασα στην Σχολή Καλών Τεχνών.

Για πέντε χρόνια ασχολήθηκα με το σχέδιο αρχαίων κεφαλών και γυμνών μοντέλων.

Δεν μπορώ να πω ότι δεν έμαθα τίποτε. Το αντίθετο. Ο δάσκαλος μας ο Μόραλης είχε μια επιρροή επάνω μας τόσο σαν καλλιτέχνης, όσο και σαν άνθρωπος. Μάθαμε να βλέπουμε τις επιδράσεις του σκότους επί του φωτός και τανάπαλιν καθώς και τις αλλοιώσεις των σχημάτων των αντικειμένων εξ αιτίας του φωτός. Μάθαμε να συγκρίνουμε και τα πράγματα. Όμως πάντα σκεφτόμουνα τους αγίους με τα φωτοστέφανα, τα κοντάρια τους, τα σπαθιά τους, τις πολυποίκιλες στολές τους και τα κόκκινα η άσπρα άλογα που πηδούσαν πάνω από φλεγόμενους δράκοντες.

Λιγότερο τώρα σκεφτόμουνα τα κυκλαδικά. Μου άρεσε επίσης και η γιαπωνέζικη τέχνη και η ινδική ζωγραφική-Ταντρική. Όμως δεν είχα την μυστικοπάθεια. Άρχισα να ζωγραφίζω πάλι ανθρώπους με στολή και παράσημα μέσα σε κήπους. Δεν είχαν καμία κίνηση. Ήταν ανέκφραστοι και κρατάγανε λουλούδια. Αργότερα οι μικρές αυτές φιγούρες των ανθρώπων με τις στολές που έκανα άρχισαν να διαλύονται, να γίνονται τα όντα τα χρωματιστά με τα λουλούδια γύρω γύρω, άλλοτε καλά, άλλοτε τρομερά.

Και τώρα αυτά που ζωγραφίζω κρατούν φλεγόμενα σπαθιά όπως οι βυζαντινοί άγιοι. Είναι όμως πλάσματα απόκοσμα, της δικιάς μου φαντασίας, όπως προήλθαν μέσα από τις σκοτεινές εκκλησίες. Μου αρέσει η κόκκινη μάζα ή η μπλε, όχι όμως αφηρημένη. Θέλω όμως να συμβολίζει κάτι το χρώμα ή οι γραμμές. Για αυτό πάντα οι φιγούρες που ζωγραφίζω είναι διαλυμένες και ζουν στα λουλούδια.

Ίσως είναι πεθαμένες

Αλέκος Φασιανός

Αθήνα 1964 ”

ΠΗΓΗ : https://www.alekosfassianos.gr/

Ο Αλέκος Φασιανός δημιούργησε τον δικό του κόσμο. Έναν κόσμο ομορφιάς, χρωμάτων, συναισθημάτων και καλοσύνης. Στο κέντρο της δημιουργικότητά του, ο άνθρωπος. Κατέγραψε για χρόνια τις συνήθειες των ανθρώπων, περιδιαβαίνοντας στους δρόμους της Αθήνας, στις πλατείες, στις γειτονιές, τα παζάρια, τα εργαστήρια, τα μαγαζιά, παντού σχεδιάζει σ’ όποιο χαρτί βρίσκει εύκαιρο στον χώρο που βρίσκεται, ή που έχει μαζί του για αυτό τον σκοπό.

Με την παλέτα των χρωμάτων του, εξιστόρησε την ζωή, τις συνήθειες των ανθρώπων εμβαθύνοντας στους χαρακτήρες, τα συναισθήματά τους, τις σκέψεις και τις αντιδράσεις τους. Βαθιά ανθρωποκεντρικός. Αντικείμενο της προσοχής του ο ποδηλάτης, που αυτονομείται, μέσα σ’ ένα σκηνικό πλαίσιο μεταφοράς και μίμησης. Υποδεικνύει με την στήριξη του αθέατου προβολέα, την αντιφατική σχέση μεταξύ πραγματικότητας ψευδαισθητικής ατμόσφαιρας της φαντασίας. Οι ανανεωτικές προτάσεις του εκφράστηκαν διαμέσου των χρωμάτων του μπλε και του κόκκινου. Εξοικειωμένος με το κοινωνικό περιβάλλον και την ελληνική νοοτροπία, κατέγραψε με ενθουσιασμό και επιμονή την καθημερινότητα. Δεν παρεκκλίνει ποτέ από την βασική του αρχή, να ζωγραφίζει συνεχώς τον κόσμο. Ιχνηλατεί τον άνθρωπο. Για τον Αλέκο Φασιανό τα χρώματα, το παιχνίδι, οι κοινωνικές συναναστροφές, οι ποδηλάτες, τα πουλιά, κωδικοποιούν την αλλαγή, την ελευθερία, την ομορφιά της αυτοέκφρασης. Οι ζωγραφιές του γίνονται ένα άλλο ισάξιο και απαιτητικό τμήμα της κοινωνικής τεκμηρίωσης. Μια παθιασμένη ανάγκη απελευθέρωσης από κάθε τι το συμβατό και παρωχημένο τον ωθεί στην όλο και πιο απαιτητική διερεύνηση του νέου κόσμου του. Οι επαναλαμβανόμενες φιγούρες, εκφράζουν επιθυμίες, δισταγμούς. Ενώ κατευθύνεται από το θέμα, η σύνθεση, η τεχνική, στους πίνακές του, μας εκπλήσσουν. Είναι μετωπικός και άμεσος, δημιουργεί με την τέχνη του έναν επίμονο ήχο χρωμάτων, που διαρκώς εξέφραζε την ψυχή του. Μας δίδαξε ότι η πίστη στην ευγένεια και στην καλοσύνη, η πίστη στην αξία της συμπόνιας, η πίστη στην τακτική της διακριτικότητας, και στην αίσθηση της συλλογικότητας ανάμεσα σ’ όλα τα πράγματα βασίζεται στην ελπίδα για μια καλύτερη ζωή.

Ανθή Παρασκευοπούλου

Aγαπάτε την τέχνη μέσα σας και όχι τον εαυτό σας μέσα στην τέχνη.[Константин Станиславский]
Αναγνώσεις:60