Συρτάρι κλειστό μιας εξόριστης μνήμης | της Ζωής Δικταίου   Στ’ ακροδάχτυλα η θύμηση τής αφής περίεργα ακόμη γνώριμη παράξενα ξένη. Ηττημένος στο ανοιξιάτικο φως τα μαλλιά γεμάτα φθινόπωρα η αγάπη γλιστρά απ’ τα μάτια στην άμμο, σκορπισμένα τα λάφυρα της τρικυμίας. Κρυφά αναζητάς μυστικούς κώδικες αυτούς που μιλούν για το αιώνιο τού Έρωτα και το ουράνιο πεπρωμένο με λέξειςΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Ζημιές της ζύμωσης | του Γιώργου Γωνιανάκη Πριν μπεις στη μηχανή οι μηχανές ανάβουν. Ενηλικιώνεσαι. Αποκτάς ταυτότητα αλλά ταυτότητα δεν έχεις. Με αναζητήσεις κρύβεις το κενό και το κενό σε κάνει φωτοτυπία του εαυτού σου. Έτσι, έξω από την κίνηση, κινείσαι – την πτώση με προσγείωση αλλάζεις αλλά οι μέρες απώλεσαν το ανήμερο, οι μέρες αντίγραφα κι εκτυπωτής ασπρόμαυρος οΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

H αυτοκρατορία των αισθήσεων | της Άννας Τακάκη Η αίσθηση μου είπες!… Αυτή και μόνον αυτή θ’ αλλάξει τον κόσμο! Κι έγειρες πάνω μου με όλα σου τα αισθητήρια όπλα να με κουρσέψεις, κουρσάρε του έρωτα, κουρσάρε μιας νύχτας ατελεύτητης ευτυχίας! Κι εγώ αφέθηκα να με ληστεύεις, μα σου πήρα ό,τι πιο ωραίο και δυνατό είχες πάνω σου! Σου πήραΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Ρωμαίος | της Μαρίας Σταυρίδου Δεν ξέρω ποιος σου έδωσε τον ρόλο. Ποιος έγραψε το σενάριο. Ποιος κράτησε τα λόγια. Οι κριτικοί πάντως έγραψαν … προχειροδουλειά, μπερδεμένες σκέψεις, κούφιες δηλώσεις, άνοστα φιλιά, πεθαμένα χάδια … Στον ρόλο εραστή οικτρά αποτυχημένος. Απόψε μπέρδεψες τα κουστούμια και δεν ξέρω πώς θα βγεις στη σκηνή, Ρωμαίος ή Ωραίος; Εγώ πάντα ο Μερκούτιος πεθαμένοςΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Καταλάγιασαν όλα και η σιωπή μέσα μου | της Ζωής Δικταίου   Βάρυνε η ατμόσφαιρα απότομα, μυριάδες αδέσποτες σκέψεις αφουγκράζεσαι τρέμοντας την αιωνιότητα τη στιγμή που ισορροπεί στα φτερά του ανέμου, θυμάσαι γυμνά πόδια, αδικαίωτα καρδιοχτύπια και το τρίξιμο στο κερωμένο πάτωμα το κλειδί και το τοπίο του Αχέροντα γνώριμα. Τρέχει το νερό ανάμεσα σε ρίζες και βαθιές σκιές ομολογείςΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Ύστατο χαίρε για την Κική Δημουλά | του Γιώργου Ηρακλέους Κρατάς ένα λουλούδι φωτεινό, παράξενα ελλειπτικό και πάλλευκο σαν χιόνι. Χαίρε, ότι ο κήπος της ψυχής σου μένει αμάραντος. Χαίρε, ότι η πίστη σου δεν εχάθη εις οδούς απωλείας. Μαζί ποτέ δε θα σηκώσουμε ούτε τους νεκρούς με τα άυλα μάτια, ούτε τη φρικιώσα απουσία του λόγου και των λέξεων.ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Ανθίζει η αυγή | του Κώστα Μιχαήλ Μαρή Ανθίζει η αυγή, με μουσική μυσταγωγία, ντύνει η ψυχή με φως, τον οίστρο του ποιητή, ακολουθώντας τη φωνή του εκφωνητή … Ανθίζει η αυγή, μέσα απ’ του έρωτα τον ήχο, λιώνει η ψυχή απ’ τη φλόγα τ’ άσβεστου λυγμού, κι απ’ το γλυκόλαλο τραγούδι τ’ αηδονιού … Ανθίζει η αυγή, με καίριωνΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Η μοναξιά των ναυτικών | του Μανώλη Λυκάκη Βραδιάζει πάλι κι η σιωπή, βαριά καθώς ηχεί, αχ, πόσο είν’ αβάσταχτη και πόσο με φοβίζει, όπως την άγρια του θεριού της ζούγκλας την κραυγή, την ώρα που τεντώνεται κι αδιάκοπα μουγκρίζει. Χρόνος οι νύχτες γίνονται σε μια στενή κουκέτα, κι απλώνει γύρω μας βαθιά κι υγρή μια φυλακή και μοιάζει τούτηΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Του παράλογου | του Γιώργου Γωνιανάκη Ανέβασμα σημαίνει –συ θα το ’ξερες Σίσυφε– αγώνας κι αγωνία κι ο καθείς μονάχος· φριχτό φορτίο κι όμορφο, ο βράχος. Αδέρφι, δες που βλέπω στο βλέμμα σου τη θλίψη, τη θλίψη τη δίκη μου – γιατί ο βράχος κύλησε και πλάκωσε το στήθος, αφήνοντας αθόρυβα στα χέρια μας την πίκρα. Κουράγιο, αδέρφι, – οΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…