Έκαμα το χρέος μου… | της Άννας Τακάκη ΑΝΕΒΗΚΑ όσο πιο ψηλά μου ’ταξε η καρδιά μου. Ήμουν μια σπιθαμή στη γης – χαμόχορτο – κι έγινα ρίζα του βουνού κι απάνω κει η ψυχή μου ζητάει, να χορτάσει Ήλιο, Ήλιο ελληνικό! Ζητάει να χορτάσει Ελευθερία! Ζητάει να κρατηθεί στον Τόπο των προγόνων της και να φωνάξει, να το φωνάξειΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Αυτός που ήμουνα | του Γιώργου Ηρακλέους Αυτός που ήμουνα, δεν είμαι πια… Τώρα πνίγομαι μες τα λουλούδια της νοσταλγίας, κι αυτά μικρά, καθώς ανοίγουνε τα πέταλα τρέμουνε το δάκρυ μου σαν βροχούλα. Αυτός που ήμουνα, δεν θα γίνω ποτέ ξανά χαμένα χρόνια, ρυτίδες, βαθιά μέσα μου τύψεις και όσοι φύγανε… Γερνάω, πάει ο καιρός που ήμουνα νέος και αγίνωτος!ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Αυχενικό | του Κώστα Μιχαήλ Μαρή Μπάζει η αρτιμέλεια της ψυχής μου απ’ τον αυχένα, ούτε μισόν αιώνα ακόμα δεν σεργιάνησα κι όμως παλεύω μες στου χρόνου την αρένα, απ’ τα μικράτα μου, μ’ όσους καημούς συνάντησα… Δεν έχω μπάρμπα στην Κορώνη, μα έχω ένα μες στα Λιβάδια, τ’ αοριού το χώμα σκάλισα, κάποτε αυτός με πήρε από το χέριΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Ούτε η πρώτη στο Παρίσι ούτε η τελευταία στον κόσμο. Μικρές ιστορίες γυναικών. Elodi | της Ζωής Δικταίου Σκέτος, είχε απολαύσει την πρώτη γουλιά, ένας καφές μπορεί να ύψωνε σημαία στη θύμηση, μα χωρίς νοσταλγία πια. Με το άρωμα του καφέ να διαχέεται στην ατμόσφαιρα και το βουητό της λεωφόρου να φτάνει από παντού, ήταν σίγουρη πως η μέρα τηςΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Φθαρμένος καθρέπτης | της Μαρίας Σταυρίδου Ένας παλιός φθαρμένος καθρέπτης. Ένα είδωλο από τα παλιά. Μια κόρη που μάζεψε τα γκρίζα μαλλιά που έβγαλε το φόρεμα με τα λουλούδια, τα χρώματα τα ζωηρά. Μια φθαρμένη φιγούρα που φοβάται τη σκιά που έδιωξε το χαμόγελο και φόρεσε γυαλιά, που έσβησε τη λάμπα, και προσκάλεσε για δείπνο την κακιά μητριά. Ένας παλιόςΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Σώμα του καλοκαιριού | του Γιώργου Ηρακλέους Στόμα διψασμένο, σώμα καυτό, στεγνό, στο κατώφλι αραδιασμένες πήλινες στάμνες με δίχως στάλα νερό, κάτι σαν θάνατος σε πυρπολεί μες στη μεγάλη ζέστη! Η άχνα ανεβαίνει πιο ψηλά πρώτα σε πνίγει σαν καπνός, ο ήλιος πάνω από τον ώμο, αδάκρυτη η ορφάνια, ο άνθρωπος λιγοστεύει, μαγνητίζεται το άπειρο… Ο βοριάς χάθηκε μέσα στοΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Σπουργίτι | του Κώστα Μιχαήλ Μαρή Είμαι ένα μικρό τραγούδι, ταπεινό, σαν σπουργίτι μες στο χιόνι σεργιανώ, πόρτα δεν χτυπώ που τρίζει, παραθύρι που σφαλίζει, έχω σπίτι μου τον ουρανό… Δεν διαλέγω δέντρο ή στέγη για φωλιά, κόντρα στέκομαι στου χρόνου τη θηλιά, τη βροχή, το χιόνι αντέχω, τα μικρά φτερά που έχω, φτερουγούν, σ’ αέρα κι αντηλιά… Έχω μεςΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Ούτε η πρώτη στο Παρίσι ούτε η τελευταία στον κόσμο. Μικρές ιστορίες γυναικών. Zazie | της Ζωής Δικταίου Ορφανή, στη βρεφική ηλικία από μάννα, ακατάλληλη την είχαν κρίνει οι αρχές, εκείνη την ανήλικη που την είχε φέρει μια νύχτα στον κόσμο, στο σταθμό των τραίνων, σ’ ένα εγκαταλελειμμένο βαγόνι. Μεγάλωσε στο ίδρυμα, ορφανή από κάθε φιλοδοξία, εκείνο το «αγνώστου πατρός»ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Σαββατόβραδο στα προάστια | του Γιώργου Ηρακλέους Γδύνομαι μπροστά στο φεγγάρι, το σπίτι άνω – κάτω. Ποιος θα μαζέψει από το πάτωμα τα σπασμένα τζάμια, τις φωτογραφίες, τα σεντόνια; Ό,τι χάρισα στους άλλους το πήρε η ζωή, ότι κράτησα για μένα το πήρε ο θάνατος! Γράφω σ’ ένα χαρτί τις εντολές, την γραμμή και τις οδηγίες πολύ γρήγορα, γιατί οιΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…