Ύστατο χαίρε για την Κική Δημουλά | του Γιώργου Ηρακλέους Κρατάς ένα λουλούδι φωτεινό, παράξενα ελλειπτικό και πάλλευκο σαν χιόνι. Χαίρε, ότι ο κήπος της ψυχής σου μένει αμάραντος. Χαίρε, ότι η πίστη σου δεν εχάθη εις οδούς απωλείας. Μαζί ποτέ δε θα σηκώσουμε ούτε τους νεκρούς με τα άυλα μάτια, ούτε τη φρικιώσα απουσία του λόγου και των λέξεων.ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Η ακαλλιέργητη | του Βαγγέλη Μαρνελάκη – Ψεβία πως τα πας με το Ζαχάρη; -Ήντα να σου πω δάσκαλε, καλός κι άξιος ο Ζαχάρης μου, κουβαλητής και δουλευταράς, αλλά δε με καλλιεργεί έτσα που πρέπει. -Ήντα μου λες; Ακαλλιέργητη ε! και για ποιο λόγο τάξε; -Όλο το κουρασμένο μου κάνει, όλο πως πονεί η κεφαλή ντου κι αν κιαμνιά φορά,ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Μάρτης, μαρτενίτσα, μαρτσισόρ, μάρτινκα, μαρτουί στην βαλκανική παράδοση | του Διογένη Σινωπέα Καιρός για μάρτη στα Βαλκάνια Στην Ελλάδα λέγεται μάρτης ή και μαρτιά, στη Βουλγαρία και τη Σερβία мартеница – μαρτενίτσα, στη Ρουμανία mărțișor – μαρτσισόρ, στη Βόρεια Μακεδονία мартинка‎ – μάρτινκα), στην Αλβανία (Marshim verore – μαρσίμ βερόρε), στη Μολδαβία (mărțișor – μαρτσισόρ), στη Ρωσία μартеница – μαρτένιτσαΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Ανθίζει η αυγή | του Κώστα Μιχαήλ Μαρή Ανθίζει η αυγή, με μουσική μυσταγωγία, ντύνει η ψυχή με φως, τον οίστρο του ποιητή, ακολουθώντας τη φωνή του εκφωνητή … Ανθίζει η αυγή, μέσα απ’ του έρωτα τον ήχο, λιώνει η ψυχή απ’ τη φλόγα τ’ άσβεστου λυγμού, κι απ’ το γλυκόλαλο τραγούδι τ’ αηδονιού … Ανθίζει η αυγή, με καίριωνΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Η μοναξιά των ναυτικών | του Μανώλη Λυκάκη Βραδιάζει πάλι κι η σιωπή, βαριά καθώς ηχεί, αχ, πόσο είν’ αβάσταχτη και πόσο με φοβίζει, όπως την άγρια του θεριού της ζούγκλας την κραυγή, την ώρα που τεντώνεται κι αδιάκοπα μουγκρίζει. Χρόνος οι νύχτες γίνονται σε μια στενή κουκέτα, κι απλώνει γύρω μας βαθιά κι υγρή μια φυλακή και μοιάζει τούτηΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

O ονειρόσακος | της Ελένης Λαδιά Ένα πρωί, μετά από ύπνο χωρίς ενύπνια (δόξα τω Θεώ τους τελευταίους μήνες ο ύπνος είναι βαρύς, ληθαργικός και επιλήσμων), αποφάσισα να πετάξω όλα τα όνειρα που ανεκπλήρωτα κυρίευσαν το χώρο του σπιτιού μου. Βεβαίως, η ιδέα κρυφόκαιγε μέσα μου καιρό, έπρεπε κάποτε να καθαρίσω, ο οικίσκος μου ήταν μικρός, μόλις πενήντα τετραγωνικά, καιΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Το μπλοκάκι του βερεσέ ήτανε ο παππούς του πλαστικού χρήματος | του Μιχάλη Στρατάκη Όσοι το ζήσαμε και όσοι ζήσαμε βερεσέ ζωή, το ξέρουμε. Γιατί, βερεσέ ήτανε η ζωή τότε για τους πολλούς και τζάμπα για τους λίγους, που ζούσανε σε βάρος των πολλών. Όπως βερεσέ ζωή ζούμε και σήμερο. Στη γειτονιά μου, στα Καμίνια ήτανε το μπακάλικο του κυρΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Του παράλογου | του Γιώργου Γωνιανάκη Ανέβασμα σημαίνει –συ θα το ’ξερες Σίσυφε– αγώνας κι αγωνία κι ο καθείς μονάχος· φριχτό φορτίο κι όμορφο, ο βράχος. Αδέρφι, δες που βλέπω στο βλέμμα σου τη θλίψη, τη θλίψη τη δίκη μου – γιατί ο βράχος κύλησε και πλάκωσε το στήθος, αφήνοντας αθόρυβα στα χέρια μας την πίκρα. Κουράγιο, αδέρφι, – οΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Αφήνοντας στο χώμα τις ξενιτεμένες σκιές | της Ζωής Δικταίου Μυθοπλασίες ζωής ακούρσευτη η θάλασσα του Νότου ανοίγεται μαβιά βαθιά νερά του Λιβυκού στη μνήμη της νιότης, ακριβό το ταξίδι. Με τη φαντασία στην υδρόγειο επινοώντας καινούρια τερτίπια φτερουγίσματα αδέξια, μαθητεύεις να πετάς ακόμη στο όνειρο. Η πέννα στο κόκκινο μελάνι τα χέρια τρέμουν παγωμένα με πολεμούν οι λέξεις, αυτέςΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…