Χρόνος ανάγνωσης περίπου:4 λεπτά

Το κορμί και το σαράκι | του Ντίνου Χριστιανόπουλου



Ένα άγγιγμα
σαν πάτωμα τουρκόσπιτου
μπατιρημένο κουρείο
δώδεκα χρόνια τώρα
βράδυ γλυκό
μ’ έκανες έξωση απ’ το κορμί σου
σα δάσος από όνειρα η μοναξιά μου
στάξε μου το σάλιο σου
το φιλί
ο διψασμένος δε ρωτάει
δε μπόρεσα
πατρίδα μου σε ντρέπομαι
στα προάστια του έρωτα
κοιτάσματα ηδονής στα σκέλια σου
ένα μήνα τώρα
όλοι είναι όμορφοι
μπροστά στο ηλεκτρόφωνο
με την ίδια ευκολία που σ’ αγοράζω
όταν σε φιλώ
όλες μου οι επιθυμίες
λογιώ λογιώ κουμάσια
ένας νεαρός μου έφερε
μυρμήγκι άσκεφτο
η μελανιά που μου ’κανες στο στήθος
η θάλασσα ηδονίζεται με τα ναυάγια
εκείνοι που αγάπησες
τώρα
φάτσες ψυχρές
σα να ’μαι καρυδότσοφλο
αυτά τα φιλιά
όλο και λιγοστεύουν οι παράνομοι
τα άνω φρονείτε· μη τα επί της γης
ο έρωτας στον αργαλειό του
βγάλε τη στολή σου
τίποτα δε γιατρεύεται με το φιλί
βύθισε τον ήλιο σου
επάνω στη λευκή φλοκάτη
έστησα το αντίσκηνό μου
μες στην αδιάκοπη παλίρροια του έρωτα
σ’ αυτό το ντιβάνι
απόψε μ’ επιστράτευσε η νύχτα
το γατί μου
τώρα που όλα τραντάζονται
φύτεψε τα μάτια σου
όταν βρίσκεσαι μέσα μου
τα πιο ωραία κορμιά
κάνε με φουρφούρι
η ομορφιά σου εξασκήθηκε
θέλω να είμαι κοντά σας
ο έρωτάς μας είναι σα μπαλόνι
αν δε μπορείς να χτίσεις
ήταν τόσο γλυκιά η χορωδία
η κάλτσα τρυπάει
να ζούμε διπλά σε πηγές και σε ποτάμια
μ’ αρέσουν τα τρισύλλαβα σε -ίδι
ντοπαρισμένος με χαμόγελα
πνίξε την επανάστασή του
τα χέρια βρώμικα
απ’ όλα τα αφηρημένα ουσιαστικά
επάνω ο ουρανός, κάτω η νύχτα
κάνω να σε φιλήσω
«σβήσε το φως» επέμενες
όταν σε λέω λεβεντιά
ουαί τω ανθρώπω εκείνω
η νύχτα είναι παγερή
να ’μουνα λουλούδι
μην καταργείτε την υπογεγραμμένη
σε πήρα να μ’ επισκευάσεις
ενώ γράφω ένα ποίημα
κάθε φορά που νομίζω πως σ’ έχω στο χέρι
μην ξεκουμπώνεις το πορτέλο σου
δεν είναι γάτα πατημένη
έλαιον θέλω και ου θυσίαν
καινούριο χιόνι πέφτει
ούτε τον εαυτό μας δε μπορέσαμε να σώσουμε
σαν αυγό
έχτισα τον παράδεισό σου
κάθε φορά που βρέχει μοναξιά
είσαι υπόκοσμος
απόψε η νύχτα στόλισε το πάρκο
καημένε Μακρυγιάννη να ‘ξερες
θυσίασα τον ύπνο μου κυρία
«είναι βαθιές οι ρίζες»
κάθε βράδυ η καμπάνα των σκελιών τους
από τον κήπο στο ανθοδοχείο
εσύ ’σαι τριαντάφυλλο
καημένη γριούλα
ομοφυλόφιλο πάρκο
υπάρχει τόση αφθονία λουλουδιών
Θανάση, γιατί έκοψες το άλφα από μπροστά;
πόρνοι και καταδόται
όσο σε λατρεύω
μονόδρομος
οι μεν της καταστάσεως
χάλασε ο κόσμος
τα πρόβατα απήργησαν
ακόμη και ο σύλλογος ευνούχων
με τι συστολή
με είπε κίναιδο
σαν τον καφέ είναι ο έρωτας
τα πάντα κρέμονται από μια κλωστή
«όταν πεθάνω, να με θάψτε στο χωριό»
πάλι καλά που πήγες από αδέσποτη
όλα τα δέντρα βρήκαν χώμα να ριζώσουν
εκεί που μαραίνονταν κήποι
για σένα μια ακόμα δοκιμή
της αγιωτάτης μητροπόλεως
του λοχαγού το παιδάκι
είχαν δεν είχαν τους ξέκαναν
η αξία της γλάστρας
«καλύτερα να πάμε σινεμά» μου είπε
ξέρω πενήντα αδερφές στο Βαρδάρι
θάλασσα
οι κουλοχέρηδες ανέλαβαν κυβέρνηση
τα λουλούδια θέλουν φροντίδα
φίλος ποιητής, διευθυντής εταιρείας
είπαν στο δέντρο
δόξα έχει η μαύρη πέτρα σου
τι μικρό τι μεγάλο το μυρμήγκι
το βράδυ που έγινε ο σεισμός
τι όμορφα τριαντάφυλλα
όσο και να κυλιόμαστε στην ίδια λάσπη
και τι δεν κάνατε για να με θάψετε
μια γυναίκα στο δρόμο
στον Παλιό Σταθμό
«έτσι στο τσάμπα;»
για να γλιτώσει το στρατό ο Νίκος
ο Θανασάκης στο δρόμο
ώστε σου κακοφάνηκε
αράπικο τρικαλινό καρπούζι
κάθε δυο και τρεις
για μια καλύτερη ποιότητα ζωής
όσο κι αν μπαινοβγαίνουν οι χαφιέδες
μ’ ένα λουλούδι απ’ τα στεφάνια
τόσο πολύ πιστέψαμε στον ουρανό
μια ξανθιά κοπελίτσα
χιλιαστικές προκηρύξεις
στο καφενείο των κυνηγών
ο ερωτύλος δικηγόρος που γράφει ποιήματα
ο πιο καλός μου φίλος είναι ένας σκουπιδιάρης
στην έκκλησή μου
πιο άγρια
για το πέτσινο σακάκι σου
δυο βήματα είναι το βουνό
ολόκληρο νησί μαρμαράδων
όπου και να ταξιδέψω, η Ελλάδα με πληγώνει
είναι τόσο δασύτριχος ο έρωτάς σου
εκεί που κάναν πιάτσα οι πουτάνες

Από τα «νεώτερα ποιήματα» του Ντίνου Χριστιανόπουλου 


Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος ήταν σύγχρονος βραβευμένος Έλληνας ποιητής, διηγηματογράφος, δοκιμιογράφος, μεταφραστής, ερευνητής, λαογράφος, εκδότης και βιβλιοκριτικός. Λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Κωνσταντίνου Δημητριάδη, που γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1931. Φοίτησε στο τμήμα Φιλολογίας του ΑΠΘ και από το 1958 ως το 1965 ήταν βιβλιοθηκάριος στη Δημοτική Βιβλιοθήκη της πόλης. Παράλληλα το 1958 ίδρυσε και άρχισε να διευθύνει το λογοτεχνικό περιοδικό «Διαγώνιος», που κυκλοφόρησε ως το 1983 με ολιγόχρονες παύσεις. Το 1962 δημιούργησε τις εκδόσεις «Διαγώνιος» και από το 1965 εργάστηκε ως διορθωτής και επιμελητής κειμένων. Το 1974 ίδρυσε τη «Μικρή Πινακοθήκη» της Διαγωνίου που είχε ως στόχο την προβολή νέων καλλιτεχνών της συμπρωτεύουσας, με στενούς συνεργάτες του τον Κάρολο Τσίζεκ και τον Νίκο Νικολαΐδη. Την πρώτη του εμφάνιση στη λογοτεχνία πραγματοποίησε το 1949 με τη δημοσίευση του ποιήματος «Βιογραφία» στο Θεσσαλονικιώτικο περιοδικό «Μορφές». Τον επόμενο χρόνο κυκλοφόρησε η πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο Εποχή των ισχνών αγελάδων. Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος τοποθετείται ανάμεσα στους σημαντικότερους ποιητές της ομάδας που είναι γνωστή ως Κύκλος της Διαγωνίου και κινήθηκε στο πλαίσιο του ομώνυμου περιοδικού που ο ίδιος ίδρυσε (Νίκος – Αλέξης Ασλάνογλου, Γιώργος Ιωάννου, Τάσος Κόρφης, Βασίλης Καραβίτης κ.α.). Έγινε γνωστός σαν «ο αιρετικός ποιητής». Η ποίησή του χαρακτηρίζεται από έντονα ερωτική διάθεση και επιρροές από το έργο του Κωνσταντίνου Καβάφη. Στο πλούσιο έργο του συμπεριλαμβάνονται μελέτες, μεταφράσεις, δοκίμια, πεζογραφήματα, διασκευές, ενώ ασχολήθηκε και με τη μουσική και ιδιαίτερα με το ρεμπέτικο. Ένα τοπόσημο της Θεσσαλονίκης έσβησε στις 12 Αυγούστου του 2020.

Σύνταξη

Η τέχνη, η επιστήμη, η γλώσσα, ο γραπτός λόγος, η παράδοση, είναι εργαλεία του πολιτισμού, που συμβάλλουν τα μέγιστα για να διαμορφωθεί μια κοινωνία, να θεσπίσει τους κώδικες και την ηθική της, να πλάσει τους όρους δημιουργίας της κοινωνικής συνείδησης, να επεξεργαστεί την αλληλεγγύη της και να φτιάξει έναν κοινωνικό ιστό, που θα διαφυλάσσει και θα προάγει την έννοια άνθρωπος.
Αναγνώσεις:450