Πασχαλιά | της Βαγγελιώς Καρακατσάνη
Να ξημέρωνε μια μέρα, μια Λαμπρή μια Πασχαλιά,
να ανθούσανε τα χέρια που με πήραν αγκαλιά.
Να ξημέρωνε και να ’ταν, σαν να είχαμε γιορτή,
τη δική μας της δική τους κι όλοι να ’χαμε κρυφτεί.
Να μας έψαχνε η μάνα που μας πήρε αγκαλιά.
Να ’τανε λευκό το γράμμα από τα πολλά φιλιά!
Να με έπιανε στα πράσα, όταν κάνω σκανταλιές,
να τρέχα με μια ανάσα πίσω απ’ τις πασχαλιές.
Να χορεύαμε τον πόνο, την αλμύρα της ζωής,
που πέσε πολύ τ’ αλάτι και μας έψησε στη γης.
Να ’ταν σαν να ταν δικοί μας, όλοι οι άνθρωποι στη γη,
να αρχινούσαμε τραγούδια σαν να ήτανε γιορτή.
Να πιανόμασταν στα χέρια, να χορεύαμε μαζί,
με χαμόγελα στο στόμα όλα τα παιδιά της γης.
Κι όταν θα ’ρχονταν το βράδυ, ψόφιοι από το χορό,
και να πέφταμε για ύπνο κι απ’ το χάδι πιο γλυκό.
Μα ναι μαύρη η ζωής μας, όλο βάσανο ο χορός
και προσμένουμε τη μέρα που θα γίνει αετός.