Χρόνος ανάγνωσης περίπου:6 λεπτά

Η δύναμη της αγάπης. Εμφύλιος και προσφυγιά | της Άννας Κεφαλέλη


Στη Βέροια και πάλι, σήμερα 25/3/2014. Τούτη τη φορά δεν είπαμε για τα βουνά και τις μάχες στις κορυφές και στα βουνά… Πιάσαμε άλλη κουβέντα με τη Νίκη (Ελένη Τσιομπανίδου-Κουρού).

Να, λίγο η περιέργειά μου, λίγο από τη ζωή της ξενιτιάς όλο και κάτι θα πούμε.

Με πολλές αναμνήσεις από τα παιδικά μου χρόνια, με βιώματα που άφησαν τα σημάδια τους, πορεύομαι στο σήμερα. Να, κάπως έτσι τα φέρνω γύρω, γύρω στην κουβέντα μας. Θυμηθήκαμε πάλι τους τραυματίες πολέμου. Τι να κάνουμε; Μέρος της ζωής μας είναι. Τραυματίας πολέμου η Νίκη… Παιδί αναπήρων πολέμου εγώ…

Γνωρίσαμε πολλούς και ίσως ξεχάσαμε κάποιους. Δεν τους λησμονήσαμε όμως. Για τον θαυμασμό μου όμως έγραψα και θα γράφω. Παίρνω δύναμη και μπόι μαζί.

Παίρνω μαθήματα αξιοπρέπειας και περηφάνιας από την γενιά των γονιών μου. Θα γράψω μόνο την κουβέντα με τη Νίκη, με διαλόγους και συναισθήματα όπως τα είπαμε και τα ζήσαμε εκείνη την αξέχαστη βραδιά:

– Τι κάνεις θεία; Την καλησπέρα μου…

– Καλά, στην τηλεόραση χαζεύω…

– Κι εγώ θεία, λίγο διαβάζω, λίγο τις σημειώσεις σκαλίζω… και θυμήθηκα πάλι τον Αντώνη Φουρκιώτη από την Κατερίνη. Τον είδες μου είπες εδώ στην Ελλάδα και χάρηκα πολύ. Έχω γλυκές αναμνήσεις με τον Αντώνη από την ξενιτιά. Και για τον Αβραάμ που μου αναφέρεις κάτι θυμάμαι. Μου έμεινε η βροντερή φωνή που είχε. Για τον Θανάση όμως δεν ξέρω τίποτα. Θυμάμαι ότι ξαναμιλήσαμε και με συγκλόνισε και τότε η ιστορία του. Κάπου κοντά σας έμεινε και αυτός στην πόλη Οράντεα της Ρουμανίας. Αν δεν σε κουράζω;…

– Α, ναι… για τον Θανάση Λάζο μιλήσαμε. Τι να σου πω; Πονεμένη ιστορία και αυτή όπως τόσες άλλες. Ήμασταν μαζί στην ξενιτιά.

Αυτός, ο καημένος μόνο μια βδομάδα έζησε παντρεμένος… Μόνο μια βδομάδα κι έφυγε για το «βουνό». Έμεινε τυφλός. Ήρθε μετά η ξενιτιά.

Η γυναίκα του για πολλά χρόνια δεν ήξερε ότι ήταν τυφλός. Δεν μπορούσαν ούτε να αλληλογραφούν. Στα πρώτα χρόνια μετά τον Εμφύλιο όλα απαγορεύονταν. Ούτε αλληλογραφία είχαμε, ούτε τα πήγαινε – έλα με την πατρίδα είχαμε. Κάποτε αρχίσαμε να γράφουμε και να παίρνουμε κανένα γράμμα…

Ο Θανάσης πάλι δυσκολία είχε. Δεν έβλεπε και δεν έγραφε… Υπαγόρευε σε κανέναν γνωστό ο Θανάσης και ο άλλος έγραφε, και πάλι υπαγόρευση και πάλι απ’ την αρχή. Το «σ’ αγαπώ» δεν μπόρεσε να το γράψει ποτέ μόνος του. Ούτε όμως και να το διαβάσουν τα ματάκια του… Πάντα ήθελε την βοήθεια άλλων. Όχι πως ήταν εύκολα και για την γυναίκα του εδώ στην Ελλάδα. Άλλη δυσκολία και αυτή… Δεν ήξερε γράμματα η καημένη. Υπαγόρευε και αυτή για να γράψει δύο αράδες… Με ξένο χέρι έγραφε τα συναισθήματά της στο Θανάση. Βλέπεις;… ο ένας δεν έβλεπε… και ο άλλος δεν έγραφε…

Παρ’ όλα αυτά κράτησαν την αγάπη τους για δεκαετίες κι ας μην ήταν κοντά για 35 χρόνια. Τον περίμενε καρτερικά. Μόνο τα τελευταία χρόνια έμαθε πως είναι τυφλός. Ούτε οι γονείς του ήξεραν κάτι. Το φύλαγε καλά ο Θανάσης…

Με την μεταπολίτευση έμαθε για το τραύμα του αγαπημένου της και πάλι τον περίμενε. «Έλα, σε περιμένω… Όποτε μπορείς ας έρθεις». Είναι ο άντρας μου, έλεγε στους γονείς και στα αδέρφια του. «Εγώ αυτόν παντρεύτηκα και είναι ο Λάζος Θανάσης». Στη Ρουμανία ο Θανάσης ζούσε σ’ ένα διαμέρισμα μαζί με άλλον τραυματία. Τους κοίταγε μια Ρουμάνα βοηθός για δουλειές και μαγειρέματα. Απ’ ότι κατάλαβα δεν ήταν και εντάξει άνθρωπος αυτή…

Δύσκολα κυκλοφορούσε ο Θανάσης. Δεν είχε και πολύ θάρρος. Δεν ήταν σαν και μένα (πάλι τυφλή) που πήγαινα μόνη μου στο ψυγείο… ή και μόνη μου να φάω.

Δεν το είχε, το φοβότανε και λίγο. Χρειαζότανε βοήθεια ακόμα και στο φαγητό.

Έπαιρνε όμως τοίχο, τοίχο την οικοδομή κι ερχότανε ταχτικά στο σπίτι μας. Του είπαμε και πολλές φορές πως το σπίτι μας είναι ανοιχτό για παρέα ή ακόμα και για βοήθεια αν χρειαστεί.

Επιτέλους, πήρε την έγκριση επαναπατρισμού του. Τώρα ο Θανάσης κάνει όνειρα.

Έχει και τους προβληματισμούς του όπως όλη η προσφυγιά στη Ρουμανία. Η μόνη χώρα που δεν έδινε τις συντάξεις των Ελλήνων προσφύγων που επαναπατρίζονταν ήταν η Ρουμανία… Ήταν η περίοδος της κρίσης εκεί…

Νεαροί πρόσφυγες μπροστά από το άγαλμα του Μπελογιάννη στη Φλωρίκα της Ρουμανίας.

Ο Θανάσης έχει όμως την πολύτιμη πρόσκληση της γυναίκας του. Αυτό το ΕΛΑ ήταν το πολυτιμότερο δώρο. Προβληματίζεται όπως όλοι οι προσφυγιά. Χωρίς σύνταξη… ΠΟΥ;;;… και ΠΩΣ;;;… Αποφασίζει ο Θανάσης για τον ερχομό του στην Πατρίδα. Έχει το νοικοκυριό του, έχει τα ηλεκτρικά του… έχει τα έπιπλά του… Νοικοκύρης άνθρωπος κι ας ήταν μόνος του. Ζούσε σαν Άνθρωπος. Και τότε πιάσαμε όλοι μαζί να τα μαζεύουμε, να τα πακετάρουμε, να πάρουμε και καινούργια έπιπλα για το νέο σπιτικό του… Μαζί με τα παιδιά μας μαζέψαμε ένα, ένα τα πράγματα. Και ξέρεις κορίτσι μ’, τυφλή εγώ, τυφλός ο Θανάσης αλλά και ο άντρας μου ήταν με κομμένο το ένα χέρι, με ένα μάτι μόνο κι εκείνο μισοέβλεπε και κουρασμένο. Τα φορτώσαμε όλα σ’ ένα βαγόνι και τα στείλαμε προσεκτικά στην Πατρίδα που τόσο λαχταρούσε.

Βοηθήσαμε τον Θανάση έτσι όπως του άξιζε γιατί δεν ήταν ΉΡΩΑΣ μόνο στον αγώνα… Για μας ο Θανάσης ήταν ΉΡΩΑΣ και στη ζωή. Ποτέ δεν διαμαρτυρήθηκε.

Ήταν ταπεινός και περήφανος κι ας τους άφηνε καμιά φορά και νηστικούς η βοηθός τους… Δεν έλεγε ποτέ για τα δικά του προβλήματα. Θυμάμαι ένα βράδυ Πρωτοχρονιάς, είχαμε παρέα στο σπίτι. Ήρθε ο Θανάσης και του πρότεινα να μείνει να φάμε μαζί. Και τότε μόνο ο Θανάσης είπε πως είναι νηστικός…

Ξέρεις Άννα, όταν μου το είπε αυτό εγώ δεν ήθελα ούτε να ζήσω εκείνο το βράδυ.

Όλη τη μέρα ο κόσμος γιόρταζε και αυτός ήταν νηστικός και μόνος… Παραμιλούσα για μέρες. Κι εγώ, είπα τότε χαλάλι του. Έφαγε ο Θανάσης. Αχ… πώς τα θυμάμαι;

Πώς τα λέω και πάλι μού ’ρχεται να κλάψω… Δεν ξέρω πώς τα καταφέρνουμε και πάλι στα δάκρυα φτάνουμε… Σας στεναχωρούμε ακόμα και σας… Ακούσατε κι εσείς πολλά στα σπίτια μας, είδατε πολλά και βλέπω δεν τελειώνουν…

– Ας είναι θεία, ας τ’ ακούμε γιατί γινόμαστε και καλύτεροι, γιατί ακούμε και πράγματα και ιστορίες από ζωντανές μαρτυρίες… και έχουν τη δική τους αξία. Μόνο που σε κοιτάω εδώ και ώρα, σε ακούω να μιλάς κι εγώ… κάτι ακόμα ετοιμάζομαι να ρωτήσω. Πες μου αν τον είδες εδώ, αν ανταμώσατε εδώ στην Πατρίδα θεία μου…

– Ναι, ναι. Πήγαμε στο χωριό του. Πήγαμε στα Καταλώνια. Κάπου εκεί, έξω από την Κατερίνη. Τους βρήκαμε, περνούσαν τα καπνά εκεί έξω απ’ το σπίτι τους, στο χωριό. Μαζί και η γυναίκα του. Και όπως μας έλεγε η γυναίκα του άξιζε να τον περιμένει τόσα χρόνια. Άξιζε της λέω… Ο Θανάσης ήταν ένας πραγματικός Κομμουνιστής και το απέδειξε. Δεν μπορώ να μην πω και για την γυναίκα που τον περίμενε. Η ζωή της εδώ ήταν πολύ σκληρή. Ξενοδούλευε στα χωράφια και έκανε το σπιτάκι που υποδέχτηκε τον αγαπημένο της. Περίμενε καρτερικά τρεις δεκαετίες.

Άξια γυναίκα. Αργά έμαθε για το βαρύ τραύμα του. Δεν το ’βαλε στα πόδια, δεν τρόμαξε. Είπε την μεγάλη κουβέντα: «Έλα, σε περιμένω». Ζήσανε είκοσι χρόνια μαζί. Ξαφνικά πέθανε ο Θανάσης το 2002 στα εβδομήντα του χρόνια. Αργότερα πέθανε και η γυναίκα του.

Τούτη η βραδιά ας είναι αφιερωμένη σ’ αυτούς τους ήρωες της ζωής.

6/11/2017

Θέρμη-Θεσσαλονίκη
Άννα Κεφαλέλη


Η Άννα Κεφαλέλη γεννήθηκε στη Ρουμανία από γονείς Έλληνες πολιτικούς πρόσφυγες. Μεγάλωσε και σπούδασε στα χρόνια του Σοσιαλισμού. Είναι απόφοιτη της Ανωτάτης Γεωπονικής Σχολής της Κραγιόβας της Ρουμανίας. Επαναπατρίστηκε το 1979 και εργάστηκε σαν Γεωπόνος στο Υπουργείο Γεωργίας. Σήμερα είναι συνταξιούχα και κάτοικος Θεσσαλονίκης. Ασχολείται με την Ιστορία και την ταυτότητά της, τους Έλληνες πολιτικούς πρόσφυγρς. Ο Εμφύλιος την σημάδεψε. Μαρτυρίες αγωνιστών ακούει και γράφει σε κείμενα και βιβλία για να μείνουν… για να διαβάζουμε και να μαθαίνουμε την σύγχρονη Ιστορία. Έχουν εκδοθεί τα βιβλία της: «Με το βλέμμα στην πατρίδα» (ISBN 9786188480704), «Ανθυπολοχαγός Νίκη 1940-1949» (ISBN 9786180018745), «Για τα παιδιά που σώθηκαν : εμφύλιος 1946-1949» (ISBN 9786180018677), «Ραλλίτσα Τερζόγλου, μια ηρωίδα της ζωής» (ISBN 9786188480728) κι επιμελήθηκε την έκδοση των βιβλίων «Μηνάς Μερτζανίδης: στα 18 μου σύνδεσμος του Δ.Σ.Ε.» (ISBN 9786188480711), «Μια πεζοπορία της ζωής και του πολέμου από το τρίγωνο του Έβρου μέχρι το Γράμμο-Βίτσι Τασούλα Κεφαλέλη» (ISBN 9789609356145).

Σύνταξη

Η τέχνη, η επιστήμη, η γλώσσα, ο γραπτός λόγος, η παράδοση, είναι εργαλεία του πολιτισμού, που συμβάλλουν τα μέγιστα για να διαμορφωθεί μια κοινωνία, να θεσπίσει τους κώδικες και την ηθική της, να πλάσει τους όρους δημιουργίας της κοινωνικής συνείδησης, να επεξεργαστεί την αλληλεγγύη της και να φτιάξει έναν κοινωνικό ιστό, που θα διαφυλάσσει και θα προάγει την έννοια άνθρωπος.
Αναγνώσεις:300