Χρόνος ανάγνωσης περίπου:2 λεπτά

Μάνα Μεσαρά | του Νίκου Λουκαδάκη



Μάνα Μεσαρά. Χιλιόμορφη Μάνα. Τυλιγμένη κατάσαρκα κάθε αυγή με το λευκό σου απόι. Αρύ το καλοκαίρι δροσερεύει τα ηλιοκαμένα στήθια σου. Παχύ το χειμώνα σκεπάζει το πολύπαθο, κουρασμένο κορμί σου. Φρουροί τα όρη γύρω σου. Στον Βορά, ο αντροπάτητος Ψηλορείτης, σαφί αγριεμένος, με το μαύρο ανέφαλο σφιχτοδεμένο σαρίκι στην κεφαλή του, σου πέμπει την παχιά του φλέγα, τον Γεροπόταμο, να ξεδιψάσει και να θρέψει τα κοπέλια σου γύρω από τις δυο πανάρχαιες πολιτείες. Στην Ανατολή η Κερά-Δίκτη, αιώνια τροφός των ανταρτών, απλώνει την κουζουλή της φλέγα, τον Αναποδάρη, που μαζώνει ό,τι νερό βρίχνει στο διάβα του και φουσκωμένος ρέγεται να ξεχύνεται στον λουλουδιασμένο σου μπέτη. Στον Νότο, τα Αστερούσια, τα πέτρινα τείχη, αντιμάχονται τον ερωθιάρη Λίβα που πολεμά να τσουδίσει τις δεντροκορφάδες σου.

Το παλάτι της αρχαίας Φαιστού και στο βάθος ο αντροπάτητος Ψηλορείτης. (πηγή φωτογραφίας: διαδίκτυο)

Μάνα Μεσαρά. Χιλιόγεννη Μάνα. Ποτισμένη ως τα κατάβαθα της ψυχής με τον γλυκόπικρο ίδρο του κάματου. Με τη βαντέμα σου, χρυσοπράσινο φόρεμα, που το φυσουλίζουν οι τέσσερις ερωντομάχοι ανέμοι. Με τα σημάδια από τα ολοστρόγγυλα αλώνια να ξεματώνουν ακόμα στη ράχη σου. Με τις βαθιές χαρακιές πάνω σου, γραμμένες βουστροφηδόν από το Ομηρικό αλέτρι. Ολολάδωτες οι φάμπρικές σου, ταΐζουν στο στόμα τη γριά ανέχεια. Φορτωμένοι οι οψυγιάδες σου, βλαστημούνε τον ανεβροχάρη Σεπτέμβρη. Λιμασμένα τα πιθάρια σου, ανημένουν τον ολόχρυσο, ανεθροφάρη καρπό σου και τον νιο, κοκκινόμαυρο μούστο σου.

Στο βάθος η Κερά-Δίκτη, όπως φαίνεται από το χωριό Ροτάσι της Μεσαράς.

Μάνα Μεσαρά. Χιλιοβασανισμένη Μάνα. Πόσες φορές δεν σου αλυσόδεσαν τα χέρια. Τη μια ο χρυσοστεφανωμένος αετός της ματοβαμμένης Ρώμης, την άλλη ο φτερωτός λιόντας της αδίστακτης Βενετίας, την άλλη το μισοφαωμένο φεγγάρι της Ανατολής και ο ανίερος σταυρός του απάνθρωπου Βορά. Τα αγιασμένα κόκαλα των ηρώων σου, σκορπισμένα σε κάθε χούφτα Ελληνικής γης, θρέφουν τα αμάραντα λουλούδια της ράτσας μας. Το γοερό μοιρολόι σου για τον σκοτωμένο, μεταξυπνά τη ναρκωμένη αντρειγιά που κείτεται στο βαθύ σπήλιο του φόβου. Τα μυριάδες δάκρυά σου για τον ξενιτεμένο, ποτίζουν το μεσόξερο δεντρί της ελπίδας του γυρισμού.

Μάνα Μεσαρά. Αγαπημένη Μάνα. Αγέρωχη καβαλάρισσα στη ράχη του Γιωργαλίδικου αλόγου με τον αρχέγονο καλπασμό. Μπροστάρισσα στα αιώνια χοροστάσια, με το περδικόζαλο τσαλίμι σου να κλουθά τους Δωρικούς ρυθμούς της λύρας. Με τον καλοαρμολογημένο λόγο της μαντινάδας να στάζει απ’ τα χείλη σου, πάνω στα γερακοκούδουνα του δοξαριού. Μονάχη πια χτυπάς πεισματικά τα ποξεχασμένα σήμαντρα της παράδοσης κι ας μην τα γροικά κιανείς. Μονάχη πια χτυπάς τις χιλιόχρονες καμπάνες της πίστης κι ας σε περιγελούν όσοι φοβούνται το φως.

Μάνα Μεσαρά. Ποιο κοπέλι σου δεν ανεζητά την πολύχρωμη αγκαλιά σου.

Λουκαδάκης Νίκος
«Ο Δαφνιανός»


Νίκος Λουκαδάκης

Ο Νίκος Λουκαδάκης γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης το 1973. Μεγάλωσε σε μια εποχή και σε ένα περιβάλλον που του επέτρεψε να αγαπήσει τα βιβλία, τη γνώση και το απαύγασμα της ανθρώπινης τέχνης, την ποίηση. Εργάζεται σε μεγάλη βιομηχανία της Κρήτης και είναι παντρεμένος με δύο παιδιά. Αρθρογραφεί σε εβδομαδιαία βάση στην τοπική εφημερίδα της Κρήτης «Αντίλαλος», για την λαογραφία, τη γλώσσα και την ιστορία μας.

Σύνταξη

Η τέχνη, η επιστήμη, η γλώσσα, ο γραπτός λόγος, η παράδοση, είναι εργαλεία του πολιτισμού, που συμβάλλουν τα μέγιστα για να διαμορφωθεί μια κοινωνία, να θεσπίσει τους κώδικες και την ηθική της, να πλάσει τους όρους δημιουργίας της κοινωνικής συνείδησης, να επεξεργαστεί την αλληλεγγύη της και να φτιάξει έναν κοινωνικό ιστό, που θα διαφυλάσσει και θα προάγει την έννοια άνθρωπος.
Αναγνώσεις:181