Απανθρακωμένα μεζεδάκια | του Νίκου Σαραντάκου
Όχι επειδή τα ξέχασα στο φούρνο ενώ χαζολογούσα στα σόσιαλ, αλλά επειδή εδώ και 15 μέρες συνεχίζεται (ή, για να είμαι ακριβέστερος, συνεχιζόταν χτες) η καταστροφική πυρκαγιά στον Έβρο.
Στην πιατέλα μας μάλιστα υπάρχει ένα τουλάχιστον μεζεδάκι που έχει σχέση με την πυρκαγιά, και μ’ αυτό θα ξεκινήσουμε. Εννοώ τη συζήτηση που έγινε προχτές στη Βουλή με θέμα, ακριβώς, τις πυρκαγιές.
Πολλοί που άκουσαν προχτές τον πρωθυπουργό στη Βουλή είπαν ότι πρώτη φορά έκανε τόσα πολλά σαρδάμ. Πέρα από τα σαρδάμ όμως, στη δευτερολογία του πετσόκοψε ένα πασίγνωστο απόφθεγμα.
Συγκεκριμένα, στο 4.35 και μετά του βίντεο, τον ακούμε να λέει:
Κύριε πρόεδρε, και αν κάνω λάθος διορθώστε με, ο πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου, ο Ντισραέλι, είπε:
Υπάρχουν στατιστικές, μεγάλες στατιστικές και ψέματα.
Δεν ξέρω αν το διδάσκουν έτσι στο Χάρβαρντ το γνωστό αυτό απόφθεγμα, αλλά του έβγαλε τα μάτια, όπως εύκολα καταλαβαίνουμε ακόμα και να μην το έχουμε ξανακούσει. Διότι, τι θα πει «μεγάλες στατιστικές»;
Στην πραγματικότητα, το απόφθεγμα είναι:
There are lies, damned lies and statistics – Υπάρχουν ψέματα, χοντρά ψέματα και στατιστικές.
Μια και μας ενδιαφέρει γενικότερα η πατρότητα των αποφθεγμάτων, να πούμε ότι το συγκεκριμένο απόφθεγμα το έκανε γνωστό ο Μαρκ Τουέιν, και συχνά θα το δείτε να αποδίδεται στον Τουέιν. Όχι αβάσιμα, διότι ο μεν Τουέιν το απέδωσε στον Ντισραέλι, αλλά δεν έχει βρεθεί σε κείμενο του ίδιου του Ντισραέλι.
Όποιος όμως και να το είπε, από το τσαλάκωμα που του έκανε ο κ. Μητσοτάκης φαίνεται η διαφορά ανάμεσα σε γνώση και σε πασάλειμμα με ερανισμό από γνωμικολόγια.
* Κι ένα πρόβλημα ακλισιάς σε τίτλους. Την οθονιά τη στέλνει φίλος, αλλά μπορείτε να τη βρείτε π.χ. εδώ.
Τι κάνουμε λοιπόν στους τίτλους; Τους αφήνουμε όπως έχουν ή τους κλίνουμε; Η άποψή μου είναι ότι τους κλίνουμε και αυτό φαίνεται πολύ καλά όταν ο τίτλος δεν είναι αρχαιόκλιτος. Κανείς ποτέ δεν θα πει/γράψει ότι ο Παλαμάς έγραψε τον «Δωδεκάλογος του γύφτου». Οπότε, οι τίτλοι κλίνονται, φυσικά αφαιρώντας/προσαρμόζοντας τα άρθρα.
Εδώ, εγώ θα έβαζα: τον «Οιδίποδα Τύραννο» και «την Άλκηστη», προσαρμόζοντας στη δημοτική.
Με τους αρχαίους τίτλους όμως ο πειρασμός της ακλισιάς είναι, όπως βλέπετε, μεγάλος. Τόσο μεγάλος που τον βλέπουμε ακόμα και στον ιστότοπο του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής, όπου για ένα παλιό σχολικό βιβλίο αναφέρεται ότι περιέχει «τον Οιδίπους τύραννο». Μισοακλισιά εδώ, διότι το αρχαιόκλιτο μένει άκλιτο ενώ το κοινόκλιτο κλίνεται.
* Την οθονιά -ή ίσως είναι φωτογραφία- τη στέλνει φίλος, από δημοσίευμα στον Ταχυδρόμο του Βόλου.
Βλέπετε τι κάνουν οι αλλοδαποί; Δεν φτάνει που, όπως είπε προχτές στη Βουλή, «περίπου βέβαια» εμπλέκονται στις φωτιές στον Έβρο, όταν κατηφορίσουν προς τα κάτω, στα Κάτω Λεχώνια συγκεκριμένα, βιάζουν θηλυκές φοράδες.
(Οι αρσενικές φοράδες μάλλον δεν θα είναι τόσο εύκολη λεία).
Και για να μην κατηγορηθεί για προσβολή της δεοντολογίας, η καλή εφημερίδα διευκρινίζει ότι η φοράδα της φωτογραφίας δεν είναι το θύμα του αλλοδαπού αλλά πρόκειται για φωτογραφία αρχείου.
* Μου γράφει φίλος, εγώ δεν το είδα ούτε το άκουσα:
Πριν λίγο στον ΑΝΤ1, ο Πωλ Ευμορφίδης (ναι, αυτός της Cocomat με τους λαθραίους ορόφους στο ξενοδοχείο του στην Ακρόπολη) είπε:
«Η μάνα μου επέζησε των βελανιδιών στην Κατοχή».
Φαίνεται ότι τα βελανίδια ήταν το ίδιο δολοφονικά με τους Δωσίλογους.
Όπως μου διευκρίνισε, αυτό ειπώθηκε στην εκπομπή Dragon’s Den.
Επέζησε των βελανιδιών θα μπορούσε να σημαίνει ότι έζησε περισσότερο από τα βελανίδια. Όχι «επέζησε τρώγοντας βελανίδια» όπως μάλλον ήθελε να πει ο κ. Πωλ.
* Μια γουστόζικη ακυρολεξία σε άρθρο για τους αρουραίους της Ρώμης -τα ποντίκια εννοώ, όχι κάποια μεταφορική σημασία της λέξης. Τίτλος:
Ρώμη: Εκατόμβες αρουραίων «επιτίθενται» στο Κολοσσαίο – Φταίνε οι τουρίστες, λένε οι αρχές
Εκατόμβες; Δηλαδή κάποιοι σκοτώνουν μαζικά αρουραίους; Γιατί αυτό είναι η εκατόμβη, αρχικά θυσία εκατό βοδιών και στη συνέχεια, μεταφορικά, κάθε μαζικό θανατικό.
Αγέλες, στίφη, κοπάδια αρουραίων. Όχι εκατόμβες!
* Και κάτι για τους λάτρεις της διαλεκτολογίας. Ξέρετε τι είναι λυξόνταρμα;
Σε πρόσφατη ανάρτησή του, ο Παύλος Πολάκης, αφού εκθείασε την προεσωεκλογική εκστρατεία του Στέφανου Κασσελάκη, που «παίρνει μορφή χιονοστιβάδας», αποκάλεσε τρεις φορές «λυξόνταρμα» τον δημοσιογράφο Άρη Πορτοσάλτε.
Η λέξη δεν γκουγκλίζεται (ή μάλλον, οι μόνες της γκουγκλιές είναι οι αναφορές στην ανάρτηση του Π.Πολάκη) ούτε τη βρήκα σε κάποιο από τα τρία-τέσσερα κρητικά λεξικά που κοίταξα, ούτε καν στα «Σφακιανά» του Αγησίλαου Περιστεράκη (αλλά δεν έχω τον Πάγκαλο πρόχειρο). Πολλοί αναρωτήθηκαν τι σημαίνει και ο Πολάκης συμπλήρωσε την ανάρτηση δίνοντας ερμηνεία: το κακουδέρικο, ασθενικό, αδύναμο, δύσμορφο πλάσμα.
Και το κακουδέρικο είναι ιδιωματική λέξη, αλλά αυτή γκουγκλίζεται, κακοφτιαγμένος. Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Π.Πολ. χρησιμοποιεί διαλεκτικό υλικό, το 2016 στη Βουλή είχε πει «τα κάνατε χουμά» (τα κάνατε θάλασσα) και «φάγατε τα θρέμπελα για να…» (κάνατε τα αδύνατα δυνατά για να…).
Αναρωτήθηκα στο Φέισμπουκ για την ετυμολογία της λ. λυξόνταρμα, αν υποθέσουμε ότι τονίζεται στην προπαραλήγουσα (ο Π.Π. δεν βάζει τόνο) κι αν γράφεται έτσι. Δεν μπορούσα να την αναλύσω στα (υποθέτω) δύο συνθετικά της. Σκέφτηκα το «λείξουρος» (ή λίξουρος ή λήξουρος) που θα πει λαίμαργος, αλλά μετά; Δαρμός;
Τελικά, φίλος τη βρήκε στο λεξικό του Ξανθινάκη, που είναι δυτικοκρητικό και δεν το έχω. Το σχετικό λήμμα: Λειξόνταρμα ή λειξόδερμα = λιπόσαρκος, καχεκτικός, γλειμμένος. Από το λείχω και το δέρμα ή γδάρμα. Συνώνυμα Λειψανάβατος, Απόφτενος. Αντώνυμα: ο ντουλούφουνας, στημονερός.
Αυτά λοιπόν για τη λέξη που μάθαμε. Όσο για το αν βγαίνει τίποτα με το να βρίζουμε συστηματικά δημοσιογράφους, έστω και της κατηγορίας Πορτοσάλτε, έστω και με τρόπο που προκαλεί το ενδιαφέρον των διαλεκτολόγων, αυτό αφήνεται σαν άσκηση στον Στέφανο Κασσελάκη.
* Και κάτι από βιβλίο, συγκεκριμένα από το βιβλίο Στο σπίτι του Bill Bryson, εκδ. Μεταίχμιο.
Ο συγγραφέας γράφει για μια γυναίκα «με το περίεργο όνομα Ελίζαμπεθ Ουόρμ» και ο μεταφραστής βάζει σωστά υποσημείωση, για όσους δεν ξέρουν για ποιο λόγο ηχεί περίεργα το όνομα στα αγγλικά:
Warm στο πρωτότυπο, δηλαδή «σκουλήκι»
Ο διορθωτής, αν υπήρχε, νύσταζε. Διότι βέβαια worm είναι το σκουλήκι, warm είναι ζεστός (περίπου).
* Στην ΕφΣυν, σε νεκρολογία Αυστραλού ροκ τραγουδιστή:
Η σύντροφός του γνωστοποίησε την είδηση του θανάτου του προχθές, μια εβδομάδα μετά τον θάνατό του εκφράζοντας τη βαθιά της θλίψη και ευχαριστώντας το ιατρικό προσωπικό. «Έφερε χαρά στον πόνο μας, φως στο σκοτάδι μας και αρκετή δόση κακίας» τόνισε. Ο Λούις δώρισε το σώμα του στην Επιστήμη. Δεν θα γίνει κηδεία» πρόσθεσε.
Ο φίλος που το στέλνει λέει:
Με στενοχώρησε λίγο αυτή η δήλωση και μου φάνηκε μικρόψυχη, αλλά ευτυχώς στο πρωτότυπο ήταν: «a good dose of mischief».
Σκανταλιά βρε παιδιά, όχι κακία.
* Σε πρόσφατο άρθρο του, ο Αριστείδης Μπαλτάς αναφέρεται σε ένα άρθρο του Στέφανου Κασσελάκη, γραμμένο στα αγγλικά, και μεταφράζει πρόχειρα μερικά αποσπάσματα:
«Τον Απρίλιο εκτέθηκα ως υποψήφιος βουλευτής Επικρατείας σε τιμητική θέση ως εκπρόσωπος της ομογένειας. Αυτή δεν υπήρξε μια αστόχαστη (no-brainer) απόφαση. Ήδη από το 2012 (from 2012 on) είχα αναπτύξει μια άριστη σχέση με τον Κυριάκο Μητσοτάκη όσο ήταν μέλος του Κοινοβουλίου, μετά υπουργός και τέλος επικεφαλής του κόμματος της Νέας Δημοκρατίας.
Με όλο τον σεβασμό, το no-brainer δεν σημαίνει «αστόχαστος» δηλ. επιπόλαιος, απερίσκεπτος. No-brainer λέγεται κάτι (πρόβλημα, απόφαση, δίλημμα) που είναι πολύ εύκολο, δεν χρειάζεται να σκεφτείς για να το απαντήσεις ή να το αποφασίσεις. Αυτονόητη απόφαση, θα λέγαμε. Και στις δυο περιπτώσεις, αστόχαστης και αυτονόητης απόφασης, η απόφαση παίρνεται χωρίς σκέψη, αλλά στην αστόχαστη απόφαση η σκέψη χρειαζόταν ενώ στην no-brainer δεν χρειαζόταν.
* Άρθρο του Ν. Βατόπουλου στην Καθημερινή για τη Τζορτζ Έλιοτ
Στη λεζάντα διαβάζουμε: Μια νέα βιογραφία εμβαθύνει στην προσωπική ζωή της κορυφαίας βικτωριανής συγγραφέας με το ανδρικό ψευδώνυμο.
Της συγγραφέας;! Μπορεί να είναι τυπογραφικό λάθος, αλλά επειδή έχω μια (όχι και τόσο) κρυφή αγάπη για τους τύπους η ταμία – της ταμίας, η συγγραφέα – της συγγραφέας κτλ. χειροκροτώ μανιωδώς!
* Κάποτε η Ναυτεμπορική είχε προσεγμένα άρθρα. Σήμερα όχι. Πρόσφατο δείγμα, το άρθρο για τις χώρες που είναι καλύτερο να περάσεις τη ζωή σου μετά τη συνταξιοδότηση, αν υπάρχει τέτοιο πράγμα.
Ξεκινάει:
Η Ισπανία αναδείχθηκε η καλύτερη ευρωπαϊκή πόλη για συνταξιοδότηση για να εγκατασταθεί κάποιος αφού συνταξιοδοτηθεί, σύμφωνα με την έκθεση της εταιρείας Moving to Spain. Μέσα στην κορυφαία πεντάδα βρίσκεται και η Ελλάδα.
Πόλη είναι η Ισπανία; Και «για συνταξιοδότηση αφού συνταξιοδοτηθεί»;
Αλλά τελικά όχι μόνο δεν είναι «πόλη» η Ισπανία, αλλά δεν είναι ούτε «η καλύτερη», διότι πιο κάτω στο άρθρο διαβάζουμε:
Με βάση αυτά τα κριτήρια καλύτερη χώρα στην Ευρώπη για συνταξιοδότηση είναι η Πορτογαλία…
Εκτός αν το μοιράσουμε: Καλύτερη χώρα η Πορτογαλία, αλλά καλύτερη πόλη η Ισπανία.
* Φίλος μου στέλνει το πρόγραμμα μιας εκδρομής στην Ιαπωνία. Στο τέλος διαβάζω:
Σε περίπτωση που δεν είστε με παρέα τότε θα φροντίσουμε να σας βάλουμε σε δίκλινο με άτομο του ίδιου φύλλου.
Φαίνεται ότι η κατανομή σε δωμάτια θα γίνει με τράπουλα. Θα τραβάνε χαρτί, κι όποιος τραβήξει το ίδιο φύλλο, ας πούμε εφτάρι, θα πηγαίνει μαζί με τον άλλον που έχει ήδη τραβήξει εφτάρι.
* Και κλείνω με ένα πολύ αστείο λάθος σε τίτλο, που τελικά το διόρθωσαν -αλλά των φρονίμων τα παιδιά φροντίζουν να παίρνουν οθονιά.
Πρώην εργαζόμενος, λοιπόν, «σε κατάστημα τυχερών παιδιών» έκλεψε 10.500 ευρώ.
Όχι μόνο στον τίτλο, αλλά και στο κυρίως άρθρο αναφερόταν αυτό το περίεργο «κατάστημα τυχερών παιδιών», λες και πηγαίνουν οι επίδοξοι γονείς και αγοράζουν καλότυχα παιδιά, μικρούς Γκαστόνε.
Όπως θα καταλάβατε, ήταν «τυχερών παιχνιδιών» -και βεβαίως διορθώθηκε, αλλά μόνο στον τίτλο!
Στο άρθρο διαβάζουμε (τουλάχιστον τώρα που το γράφω):
Το ποσό των 10.500 ευρώ κατηγορείται ένας 25χρονος ότι έκλεψε από το κατάστημα τυχερών παιδιών που εργαζόταν παλαιότερα, στον Λαγκαδά Θεσσαλονίκης.
(που = όπου)
Δεν είναι μονάχα τυχερά αυτά τα παιδιά, είναι και εφτάψυχα!
Καλό σαββατοκύριακο να έχουμε, όσο γίνεται!
02/09/2023
Νίκος Σαραντάκος
https://sarantakos.wordpress.com/
Ο Νίκος Σαραντάκος γεννήθηκε στο Παλαιό Φάληρο το 1959. Σπούδασε χημικός μηχανικός και αγγλική φιλολογία. Έχει εκδώσει δύο συλλογές διηγημάτων και άλλα βιβλία. Δουλεύει μεταφραστής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και μοιράζει το χρόνο του ανάμεσα σε Λουξεμβούργο και Ελλάδα. Ενδιαφέρεται για τη φρασεολογία, την ετυμολογία και τη λεξικογραφία καθώς και για την ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας. Συνεργάζεται με εφημερίδες και περιοδικά. Δημοσιεύει τα κείμενά του, γλωσσικά και άλλα, στο ιστολόγιό του sarantakos.wordpress.com/ και στο sarantakos.com. Σε μια άλλη ενσάρκωση, γράφει στα αγγλικά και στα γαλλικά για το μπριτζ (το παιχνίδι).
Τα βιβλία του:
«Για μια πορεία», διηγήματα (1984, β’ έκδ. 1988) εκδ. Σύγχρονη Εποχή
«Μετά την αποψίλωση», διηγήματα (1987, β’ έκδ. 1989) εκδ. Σύγχρονη Εποχή
«Μότσαρτ-Αλληλογραφία» (1991, β’ έκδ. 2001) εκδ. Ερατώ
«Το αλφαβητάρι των ιδιωματικών εκφράσεων» (1997) εκδ. Δίαυλος
«Γλώσσα μετ’ εμποδίων» (2007) εκδ. του Εικοστού Πρώτου
«Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία» (2009) εκδ. του Εικοστού Πρώτου
«Λέξεις που χάνονται» (2011) εκδ. Το Βήμα
«Λόγια του αέρα» (2013) εκδ. εκδ. του Εικοστού Πρώτου
«Οπωροφόρες λέξεις» (2013) εκδ. Κλειδάριθμος
«Η γλώσσα έχει κέφια» (2018) εκδ. του Εικοστού Πρώτου
«Μύθοι και πλάνες για την ελληνική γλώσσα» (2019) εκδ. ΕΑΠ
«Το ζορμπαλίκι των ραγιάδων» (2020) εκδ. Του Εικοστού Πρώτου
Έχει κάνει την επιμέλεια στην έκδοση των βιβλίων:
«Συμποσιακά», του Κώστα Βάρναλη,
«Αττικά: 400 χρονογραφήματα (1939-1958) για την Αθήνα και την Αττική», του Κώστα Βάρναλη,
«Τα δεκατρία ντόμινα και άλλες ιστορίες», του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη,
«Τι είδα εις την Ρωσσίαν των Σοβιέτ», του Κώστα Βάρναλη,
«Ο μυστηριώδης φίλος και άλλες ιστορίες», του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη,
«Γράμματα από το Παρίσι», του Κώστα Βάρναλη,
«Τα μαραμένα μάτια και άλλες ιστορίες», του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη,
«Κάπου περνούσε μια φωνή», του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη,
«Η νοσταλγία του Γιάννη», του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη,
«Famous Bridge Records», του David Bird,
«Bridge Hands to Make You Laugh…and Cry», του David Bird.