Ούτε η πρώτη στο Παρίσι ούτε η τελευταία στον κόσμο. Μικρές ιστορίες γυναικών. Elodi | της Ζωής Δικταίου
Σκέτος, είχε απολαύσει την πρώτη γουλιά,
ένας καφές μπορεί να ύψωνε σημαία στη θύμηση,
μα χωρίς νοσταλγία πια.
Με το άρωμα του καφέ να διαχέεται στην ατμόσφαιρα
και το βουητό της λεωφόρου να φτάνει από παντού,
ήταν σίγουρη πως η μέρα της ξεκινούσε αλλιώς, όσο,
περιμένοντας ένα κρουασάν βουτύρου με κρέμα ζαχαροπλαστικής,
πότε έριχνε ματιές στις πολύχρωμες μαρκίζες των καταστημάτων
και πότε άφηνε να καλπάζουν οι σκηνές του δρόμου αδιάφορα.
Σε μια προσπάθεια να ελαττώσει την αμηχανία
που την είχε κυριεύσει ξαφνικά,
έφερε και σταύρωσε τα χέρια πάνω στα γόνατα,
κάτω από το στρογγυλό τραπεζάκι
πασκίζοντας να αποδιώξει παλιές μέρες λειψές, και διψασμένες.
Ήθελε, δεν ήθελε, άνοιγε ξανά το κρυφό σημειωματάριο της ζωής της,
κάποιο κακογραμμένο κεφάλαιο ήταν αυτό που κατάφερνε
να αναδύεται απρόσκλητο, με την απαίτηση να ξαναδιαβαστεί
η ίδια σελίδα, ανάγνωση μιας άλλης γνώσης,
αυτή που καταφέρνοντας να την βασανίζει,
είχε γίνει ο συνοδός εφιάλτης της.
Φτάνει να άκουγε ένα όνομα,
ή να μύριζε ένα συγκεκριμένο άρωμα,
η οσφρητική μνήμη τόσα χρόνια μετά, κι όμως,
μπορούσε να ξεχωρίσει σαν απειλή το «Burberry Weekend»,
το ήξερε καλά, το μύριζε χρόνια στο λαιμό του συντρόφου της,
στο πουκάμισο, στη γραβάτα, στα χέρια του,
ακόμα και ο χαρτοφύλακας του ήταν ποτισμένος μ’ αυτό,
κι ας το αρνιόταν κάθε φορά, όταν επέστρεφε κουρασμένος
από υπερωρίες, ημερίδες, και έκτακτες συσκέψεις,
που όλως περιέργως έπεφταν πάντα Σαββατοκύριακο.
Εκείνη δεν την είχε δει ποτέ από κοντά,
μόνο σε παλιές φωτογραφίες, δικές του,
την είχε ακούσει όμως στο τηλέφωνο,
είχε προλάβει να καταχωρήσει τη χροιά της φωνής της,
στη μνήμη της, ένα άτονο διαρκές ψέλλισμα με σύντομες ανάσες,
χωρίς παύσεις,
και οι λέξεις της, είχαν ακουστεί σαρκαστικές,
σε μια άλλη γλώσσα, μα το καταλάβαινε,
και βιαζόταν τόσο,
να ειπωθούν γρήγορα τα χειρότερα, τα εύκολα,
να σπείρει το κακό,
εκείνη, η ερωμένη του με τα κιτρινισμένα απ’ το χρόνο θέλγητρα,
είχε σίγουρα αγνοήσει
τη μεγαλοθυμία αφιέρωσης, της Elodi,
«Ο χρόνος καμιά φορά,
βάζει τις λάθος φωτογραφίες στις κορνίζες της θύμησης», είπε αόριστα,
και τα μάγουλα της, δυο κόκκινα μήλα στον πρωινό ήλιο του Παρισιού
βάφτηκαν ακόμη πιο κόκκινα από την ένταση.
Ένιωσε τα ρουθούνια της να διαστέλλονται,
πήρε βαθιά αναπνοή, βεβαιώθηκε, το «Burberry Weekend»,
έκανε κατάληψη στο μυαλό της,
το ήξερε, παραπάνω από είκοσι χρόνια,
εκείνος, σε πρόσκαιρες αποδράσεις ηδονής,
είχε καταποντίσει τη ζωή της στην άβυσσο,
τότε, και τώρα, ο ίδιος άνθρωπος, πάντα πρόθυμος για μιαν άλλη,
πάντα ανοικτός στην προδοσία,
με θεμέλια και ρίζες σε δυο ζωές, να τρίζουν παράλληλα,
μια φανερή, Δευτέρα με Παρασκευή,
και μια κρυφή, το Σαββατοκύριακο, χωρίς τύψεις, ή ενοχές,
ούτε φόβο, ούτε τρόμο συνείδησης, ποτέ.
Έφερε το φλιτζάνι στα χείλη, ήπιε μια γουλιά,
το φως που έπεφτε λοξά φώτιζε το όμορφο πρόσωπο της κόρης της,
τα χέρια της άρχισαν να τρέμουν, το πιατάκι από λευκή πορσελάνη
με ανάγλυφα μωβ λουλούδια σμάλτου, γλίστρησε,
έπεσε κάνοντας θόρυβο, μα δεν έσπασε.
Ζητώντας συγγνώμη, εξάντλησε σε ένα χαμόγελο,
όλη την ευγένεια που απαιτούσε η περίσταση.
«Ήμουν πάντα προδομένη και μόνη», συλλογίστηκε,
μια φλέβα τινάχτηκε στο λαιμό, αισθάνθηκε ένα χέρι στον ώμο,
έκλεισε τα μάτια, η προδοσία τυλιγμένη σε ψεύτικο μετάξι
περνούσε άλλη μια φορά φευγαλέα κάτω από τα βλέφαρα,
όχι δεν μπορούσε να το εξομολογηθεί στην κόρη της, η Elodi,
θα ήταν παραλογισμός,
ήξερε καλά πως δεν είχε δικαίωμα να μοιραστεί αυτή την αλήθεια,
όχι, στο Παρίσι θα έβαζε τέλος στο μαρτύριο,
με φορεσιά καλοκαιριού, χωρίς ανάγκη ελπίδας,
και μ’ ένα δεύτερο καφέ, η Elodi, άνοιγε άλλο χάρτη,
στη Μονμάρτη.
Μονμάρτη, Ιούνιος 2022
Αύριο, εν ονόματι της αγάπης
Ζωή Δικταίου
Ζωή Δικταίου
Η Χαρούλα Βερίγου – Μπάντιου, (λογοτεχνικό ψευδώνυμο Ζωή Δικταίου) γεννήθηκε στον Άγιο Νικόλαο της Κρήτης το 1962. Μεγάλωσε στο Τζερμιάδων του Οροπεδίου Λασιθίου. Είναι πτυχιούχος της Σχολής Τουριστικών Επαγγελμάτων Κέρκυρας. Εργάστηκε στον Ξενοδοχειακό Τομέα, καθώς και στις Σχολές Τουριστικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης ως Διοικητικός Υπάλληλος. Την γοητεύουν τα γιασεμιά, τα φεγγάρια, τα βλέμματα, τα δακρυσμένα μάτια, τα κιτρινισμένα χαρτάκια της θύμησης, οι ξεχασμένοι δρόμοι, τα βουνά, τα ξέφτια από τις δαντέλες του παλιού καιρού. Πιστεύει στην αγάπη. Συνεργάζεται με τα Διαδικτυακά Περιοδικά, Ποιείν, Fractal, Ατέχνως κ.α. Στίχοι της έχουν μελοποιηθεί από τους: Νίκο Ανδρουλάκη, Γιώργη Κοντογιάννη, Ανδρέα Ζιάκα, Γιάννη Νικολάου, Αλέξανδρο Χατζηνικολιδάκη και Θοδωρή Καστρινό.
Η μέχρι τώρα εργογραφία της περιλαμβάνει τα βιβλία:
– Λασίθι, Τόπος Μέγας – Η κούπα των θεών, Αφήγημα, Εκδόσεις: Φίλντισι, Μάιος 2021, Αθήνα
– Αύριο, αφή αλμύρας οι λέξεις, Ποιητική συλλογή, Εκδόσεις: Φίλντισι, Νοέμβριος 2020, Αθήνα
– Αθιβολή γαρύφαλλο και θύμηση κανέλλα, Διηγήματα, Εκδόσεις: Φίλντισι, Νοέμβριος 2019, Αθήνα
– Αύριο στάχυα οι λέξεις, Ποιητική συλλογή, Εκδόσεις: Φίλντισι, Σεπτέμβριος 2018, Αθήνα
– Οι άλλες ν’ απλώνουν ρούχα κι εσύ τριαντάφυλλα, Διηγήματα, Εκδόσεις: Φίλντισι, Φεβρουάριος 2018, Αθήνα
– Μια κούρσα για τη Χαριγένεια, Μυθιστόρημα, Εκδόσεις: Φίλντισι, Μάιος 2017, Αθήνα
– Αύριο, νυχτώνει φθινόπωρο, Μυθιστόρημα, Εκδόσεις: Φίλντισι, Ιούνιος 2015, Αθήνα
– Ιστορίες για φεγγάρια, Παιδική Λογοτεχνία, Εκδόσεις: Έψιλον, 1996, Αθήνα
Συμμετοχές σε συλλογικά έργα
– Γράμματα της ποίησης, Ποιητική ανθολογία, Εκδόσεις: Ατέχνως, 2020, Αθήνα
– Μονόλογοι, Ποιητική ανθολογία, Εκδόσεις: το βιβλίο, 2017, Αθήνα
– Λογοτεχνικά Μονοπάτια, Εκδόσεις: Όστρια, 2022, Αθήνα
– Λογοτεχνικό Ολόγραμμα 1, Έκδοση της Εταιρείας Κοινωνικού Έργου και Πολιτισμού, Τυπογραφείο Γιώργου Κωστόπουλου, Δεκέμβριος 2022, Αθήνα
– Αύριο, μια ελιά η μέσα πατρίδα, Εκδόσεις: Φίλντισι, Φεβρουάριος 2023, Αθήνα