Χρόνος ανάγνωσης περίπου:2 λεπτά

Δευτεροούλης που εκοντοσίμωνε τ’ Αυγούστου, σαν κι εδά ήτανε | του Μιχάλη Στρατάκη


Την κάψα, τα σταφύλια και τη Λουλούδη θυμούμαι.

Μια δεκαριά χρονώ ήμουνε δε θα ’μουνε και κανά χρόνο μικρότερη μου ήτανε η γειτονοπούλα μου, που στοίχειωνε τον ύπνο και τον ξύπνιο μου.

Έρωτας μέγας και ανομολόγητος, τουλάχιστο από τη μεριά μου.

Για τη μεριά της, ποτέ μου δεν έμαθα και ποτέ μου δεν ετόλμησα να ρωτήξω.

Μα καλλιά ετσά ήτανε, γιατί εμπόρουνα και ετάιζα την κοπελίστικη φαντασία μου με ονείρατα και ψευδαιστήσεις.

Σάμπως ήντ’ άλλο θέλει η ψυχή ενούς κοπελιού για να βρεθεί στα επουράνια;

Σε τούτο το πισωγιάγερμα του νου μου, σ’ ένα σταφύλι σκοντάφτω και σωριάζομαι καταγής.

Σουλτανί ήτανε το σταφύλι, κεχριμπαρένιο το χρώμα του και πλια γλυκό κι από τη βανίλια υποβρύχιο, που ’τανε στο ποτήρι με το κρυγιό νερό τση παγωνιέρας, σκαλωμένο στο κουταλάκι.

Καθόμασταν στο αυλιδάκι μας στα Καμίνια του Μεγάλου Κάστρου, κατάχαμα, η Λουλούδη κι εγώ και το μόνο που εχώριζε τσοι κεφαλές μας ήτανε το σταφύλι.

Ένα παιχνίδι ήτανε, των κοπελιών εκείνου του καιρού.

Το έργο Δύο παιδιά με σταφύλια φιλοτέχνησε το 1870 ο ζωγράφος Μηνιάτης Γεώργιος, (Αργοστόλι 1820 – Λιβόρνο 1895).

Σε μια ρόγα του σταφυλιού, εμπήγαμε ένα κομματάκι ξύλου κι απόις εντακέρναμε και ετρώγαμε μια ρόγα ο ένας και μια ρόγα ο άλλος.

Εκείνος σας απού εύρισκε τη ρόγα με το χωσμένο ξυλαράκι, ήτανε ο νικητής.

Σαν κι εδά θωρώ τον απατό μου να χώνω το ξυλάκι στη ρόγα κι ύστερα να σηκώνω το σταφύλι αναμεσίς των κεφαλών μας, στριφογυρίζοντας το κοτσάνι του για να σβουρίζει και να μη φαίνεται το ξυλάκι.

Η Λουλούδη δεν το θώριε, μα εγώ το θώρουνα, γιατί εγάτεχα σε ποιο μέρος του σταφυλιού το ’χα χωσμένο.

Και δως του και εγύριζα τη νικητήρια ρόγα με το ξυλαράκι ομπρός στα μάθια της γειτονοπούλας, ευχόμενος να την πάρει πρώτη και να με κερδίσει.

Μα εκείνη, λες και το ’κανε επίτηδες, όλο άλλες ρόγες έπαιρνε, βουτώντας με στη στεναχώρια και στην απογοήτεψη.

Κι εγώ, άλλες ρόγες έπαιρνα, μακρυά από κείνη που εγάτεχα πως είχε μέσα της το τυχερό ξυλάκι, γιατί δεν ήθελα να τη νικήσω και να στεναχωρεθεί.

Ρόγα στη ρόγα, εκοντέψαμε να φάμε ολάκερο το σταφύλι μα μήτε εκείνη μήτε εγώ ακουμπούσαμε την τυχερή ρόγα.

Και κάθε που έσμιγε τα τρία δαχτύλια της, αυτά απού ’κανε το σταυρό της, για να πιάσει μια ρόγα, σαν το ταμπούρλο εκαταχτύπα η καρδιά μου.

Ξάφνου, εμφανίστηκε ομπρός μας η Εύα, η μεγάλη αδερφή της Λουλούδης.

«Ω χαρώτο σταφύλι, να πάρω δυο ρόγες;» είπε και έπιασε με τη χέρα της όλες τις ρόγες που είχανε απομείνει στο τσάμπουρο των ονείρων μου.

Έτσι, γκρεμίστηκαν σε σωρό, άλλη μια φορά τα όνειρα και οι ψευδαιστήσεις μου.

Και όχι μόνο εγκρεμίστηκαν, μα και κάποιος τρίτος τα ’φαγε.

Μιχάλης Στρατάκης

γραφιάς


Μιχάλης Στρατάκης

Σύνταξη

Η τέχνη, η επιστήμη, η γλώσσα, ο γραπτός λόγος, η παράδοση, είναι εργαλεία του πολιτισμού, που συμβάλλουν τα μέγιστα για να διαμορφωθεί μια κοινωνία, να θεσπίσει τους κώδικες και την ηθική της, να πλάσει τους όρους δημιουργίας της κοινωνικής συνείδησης, να επεξεργαστεί την αλληλεγγύη της και να φτιάξει έναν κοινωνικό ιστό, που θα διαφυλάσσει και θα προάγει την έννοια άνθρωπος.
Αναγνώσεις:285