Χρόνος ανάγνωσης περίπου:3 λεπτά

Άθρωπος αγράμματος, πρίνος απελέκητος | της Άννας Τακάκη


Μάθε παιδί μου γράμματα, μου ’λεγε η γιαγιά.

Μάθε, παιδί μου, γράμματα, γιατί η πέτρα η πελεκημένη στο στενό δεν απομένει. Είδες ελόγου μου; Ένας πρίνος απελέκητος επόμεινα, ένα πραμάτου πράμα, που δε γατέχω να γράφω γή να διαβάζω. Μούδε τ’ όνομά μου δεν ήμαθα να γράφω, να βάνω σκιας μιαν υπογραφή.

Και μ’ αρέσανε τα γράμματα, στη παντέρμης, αλλά ποιό να πρωτοπέψει ο κύρης μας στο σκολειό; Δέκα αδέρφια είμαστε κι εγώ η τελευταία. Κιαμιά από τσι θηλυκές δεν επήγε στο σκολειό, γιατί ο κύρης μου ήπεψε τσ’ ασερνικούς. Εμάς τσι θηλυκές μας επέμπανε να παντούμε τσ’ αίγες και τα βούγια, μας είχανε για τσ’ όξω και τσι μέσα δουλειές. Αποδιαφώτιστα εξυπνούσαμε, και μος εβασίλευγε ο ήλιος εθέταμε, για δεν αντέχαμε την κούραση. Να μη σου πω και για τα πάθητά μου, και για τσ’ άλλες μου αζουδιές, κανακαρά μου. Αξημέρωτα με το φενέρι ήσυρνα το γάιδαρο και τον-ε επήγαινα στο μετόχι, χειμώνα καιρό, για να φορτώσουνε οι γονέοι μου την αυγή τσ’ ελιές. Κι ήμουνε για δέκα για έντεκα χρονώ.

Μια μέρα μου φορτώσανε το γάιδαρο με δυο κοντόγεμους φάρδους ελιές και τσι πήγαινα στη φάμπρικα να τσ’ αλέσουνε, αλλά μεσόστρατα εμπάταρε το φόρτωμα, και επήγαινε με τη μια μπάντα. Δεν ήτονε φαίνεται καλοζυασμένο. Βάνω εγώ αντιπάτες, σάζω, ανεβαστώ το γερμένο φάρδο, μα στ’ ανεβόλεμα πέφτει ολότενα χάμαι το σομάρι μαζί με τσι φορτωμένες ελιές. Σάικα, δεν ήτονε καλοδεμένοι οι φάρδοι και χύνουνται χάμαι κι οι ελιές. Ώφου, κι ήντα να γενώ και προς τα πού να πάρω; Σε ποιό να πω τα πάθη μου και τίνος να φωνιάξω; Άθρωπος δεν εδιαφάλαζε, για να μου δώσει μιαν ανεβάσταξη. Επήγανε να με πάρουνε τα κλάηματα, αλλά πού καιρός για κλάψιμο, παιδί μου; Πιάνω, το κακομοίρι, κι ανεμαζώνω τσ’ ελιές από τσ’ αχιμάδες και τα χόρτα, κι άλλες ετσουρλούσανε και μου μολάρανε, ων, αδικιάς και κρίμας, ω, την παντέρμη τύχη μου και κοντό είχαμε και τσι πολλές ελιές; Από λιγού ήτονε κι αυτές, και το λάδι ήβγαινε με τόσονά κόπο. Εφόρτωσα πάλι το γάιδαρο καλά κακά, με μια διχαλόβεργα απού ’χα γι’ ανεβάσταξη, και με όσες ελιές επομείνανε στσι φάρδους τσι πήγα στη φάμπρικα. Πού να σου λέω και τ’ άλλα μου βάσανα; Από μικιό κοπέλι τυραννιόμουνε όξω για ν’ αλαφρώνω τσι γονέους μου από τα βάρη κι ύστερα να ποστηρίξω και τη δική μου φαμελιά.

Για κειόνα μάθε, παιδί μου, γράμματα, να μην τυραννάσαι. Μάθε γράμματα και να ’χεις την ευκή μου!

[Ανέκδοτο από τη συλλογή «διηγήματα από παροιμίες»]

Άννα Τακάκη


Η Άννα Τακάκη είναι ποιήτρια, συγγραφέας και αρθογράφος. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στο ορεινό χωριό Ζήρος, Σητείας, απ’ όπου και η πρώτη πηγή των εμπνεύσεών της. Ζει μόνιμα στη Σητεία της Κρήτης. Ταξίδεψε επί χρόνια ως συνοδός του συζύγου της πλοιάρχου του Εμπορικού Ναυτικού. Τις εμπειρίες της από τη ζωή της ναυτοσύνης έχει καταγράψει σε ποιήματα και διηγήματα.
Ποίημά της έχει μελοποιηθεί από τον παγκοσμίου φήμης μουσουργό Νίκο Αστρινίδη. Ποιήματα και Μαντινάδες της περιλαμβάνονται στο CD «Ριζοχάρακο» με τους μουσικούς, Καλλιόπη Βασιλείου, Νεκτάριο Μαρίνο και Γιάννη Λεθιωτάκη.
Έχει πάρει μέρος σε Παγκόσμια Λογοτεχνικά Συνέδρια, έχει βραβευτεί για την ποίησή της από τον Παγκόσμιο Πολιτιστικό Φορέα «Αμφικτιονία Ελληνισμού», και έχει τιμηθεί από τοπικούς φορείς για την προσφορά της στην παράδοση. Επίσης ποιήματά της περιλαμβάνονται σε ποιητικές ανθολογίες και κρητικά λευκώματα.
Είναι μέλος του «Πανεπιστημίου των Ορέων». Η ηθογραφία της «Ο Κουμαρτζής» έχει διασκευαστεί σε θεατρική παράσταση και έχει παρουσιαστεί με επιτυχία, από τα παιδιά του 1ου ΕΠΑΛ Χανίων στην Τεχνική Σχολή Αυγόρου Αμμοχώστου στα πλαίσια των εκδηλώσεων για την αδελφοποίηση των δυο σχολείων.
Μέχρι σήμερα έχει εκδόσει τα λογοτεχνικά έργα:
Χρώμα Θαλασσινό, ποίηση, 2004
Αλλιώς φυσά τ’αέρι ποίηση, «Μουσικό Εργαστήρι Αεράκη» 2007
Υγιέ μου, το τραγούδι της μάνας, Αμφικτιονία Ελληνισμού» ποίηση, 2010
Ο Κουμαρτζής, κρητική ηθογραφία, «Βεργίνα», 2011
Τα σκαρφίσματα του Σηφαλιού, κρητική ηθογραφία, «Βεργίνα», 2013
Στσι γειτονιές του Ρώκριτου, ποίηση, «iδeα Sitia»,2013
Μαίανδρος ο Έρωτας, ποίηση, «Βεργίνα»,2015
Η αναφορά μου στο Ν. Καζαντζάκη, ποίηση, «Ιωλκός», 2016
Χρώμα θαλασσινό, επανέκδοση, «Ιωλκός», 2016
Η κρίση θέλει τερτίπι, θεατρικό, «Βεργίνα», 2017
κι έχει αρκετό έργο ανέκδοτο.  

Σύνταξη

Η τέχνη, η επιστήμη, η γλώσσα, ο γραπτός λόγος, η παράδοση, είναι εργαλεία του πολιτισμού, που συμβάλλουν τα μέγιστα για να διαμορφωθεί μια κοινωνία, να θεσπίσει τους κώδικες και την ηθική της, να πλάσει τους όρους δημιουργίας της κοινωνικής συνείδησης, να επεξεργαστεί την αλληλεγγύη της και να φτιάξει έναν κοινωνικό ιστό, που θα διαφυλάσσει και θα προάγει την έννοια άνθρωπος.
Αναγνώσεις:167