Χρόνος ανάγνωσης περίπου:6 λεπτά

Ενός κακού μύρια έπονται | της Ιφιγένειας Μανουρά


Από βραδύς με τις ανιψιές μου έχομε κανονίσει να πάμε θάλασσα. Παρόλο που η ΕΜΥ δεν προέβλεπε ανέμους άνω των τριών μποφόρ, η θάλασσα είναι αρκετά τρικυμιώδης. Έτσι αναβάλαμε το μπάνιο μας για μια άλλη ημέρα.

– Μπουμπού μου καλημέρα, πάμε θάλασσα;

– Μα βρε Μπουμπού έχει πολύ κύμα.

– Δεν πειράζει, πάμε προς Μαδέ, Λυγαριά, Αγία Πελαγία και βλέπουμε.

– Σε πόση ώρα λες;

– Σε μισή ωρίτσα καλά είναι;

– Μμμμμ, καλά.

– Θα σε περιμένω στην Παντάνασσα. Άντε δα σε μισή ώρα να κάνεις αποτρίχωση και λοιπές εργασίες – σύμφωνα με τις προτροπές της κυρίας Αφροδίτης Λατινοπούλου, που νιώθει άβολα, αισθάνεται ντροπή και απεχθάνεται να βλέπει τέτοιου είδους φωτογραφίες, με αξύριστες κυρίες, μη με δει κάποιος και νοιώσω και εγώ ίδια συναισθήματα, περιμένουμε και τουρίστες μην μας πουν και καθυστερημένους – να απλώσεις ρούχα και να είσαι και στο ραντεβού στην ώρα σου. Τελειώνω κάποια στιγμή με την ψυχή στο στόμα και έχω ακόμα δυο λεπτά. Ψάχνω τα κλειδιά άφαντα.

Θυμάμαι ότι το προηγούμενο βράδυ έχει πάρει ο Αλέξης το αυτοκίνητό μου προς πλύσιν. Πάω να πάρω τηλέφωνο το παιδί άφαντο και το κινητό. Τα νεύρα μου σε υπερένταση, όχι βέβαια ότι θέλουν και πολύ… Σε κάποια στιγμή θυμάμαι ότι το κινητό είναι στην τσάντα με τα μανταλάκια. Παίρνω το παιδί και μου λέει ότι τα κλειδιά είναι στην πόρτα. Μπούρδες που λέει και η Νοταρά. Τελικά βρέθηκαν και τα κλειδιά κάτω στην αυλή παρατημένα σε μια καρέκλα. ‘Έχω ήδη καθυστερήσει πάνω από ένα τέταρτο και με παίρνει η Μπουμπού.

– Ακόμη θα σε περιμένω;

– Φύγε, θα σου τα πω μόλις έρθω και πάρε με τηλέφωνο να μου πεις που είσαι να σε βρω. Φεύγω και τρέχω σαν τρελή. Ήχος τηλεφώνου.

– Μπουμπού μου, μετά την Παντάνασσα έχει μπλόκο έχε τον νου σου. Θυμάμαι ότι δεν έχω πάρει μαζί μου πορτοφόλι, άρα ούτε άδεια, δίπλωμα, ταυτότητα και συν τοις άλλοις μου αναβοσβήνει και το λαμπάκι της βενζίνης από χθες. Είμαι μέσα στην τρελή χαρά!!

Κατεβάζω ταχύτητα και αμέσως μετά το μπλόκο σταματώ, νομίζοντας ότι σε εμένα έκαναν σήμα και είμαι έτοιμη να δικαιολογηθώ για τα έγγραφα που δεν έχω μαζί μου. Έλεγα και εγώ τώρα που δεν έχω γάμους και λοιπές κοινωνικές υποχρεώσεις να μαζέψω κανένα ευρώ για εκδρομούλα. Πάει το όνειρο με το πρόστιμο. Τουλάχιστον να είχα το πιστοποιητικό εμβολιασμού μπορεί και να τους συγκινούσα, όπως έκανε μια φίλη μου που προφανώς την θεώρησαν νομοταγή πολίτη, καλά να πάθω που δεν θέλω εμβολιασμούς, να τώρα που θα μου χρησίμευε. Το πίσω από εμένα αυτοκίνητο έχουν σταματήσει τελικά και φεύγω με όλους τους κανόνες καλής οδικής συμπεριφοράς, μην τους προκαλέσω. Φτάνω Λυγαριά, ψάχνω την Μπουμπού άφαντη, ως συνήθως. Παίρνω τηλέφωνο δεν έχει σήμα. Έχει ένα θέμα με τον προσανατολισμό αυτό το κορίτσι. Για να μην χαθούμε, κάθε φορά επί μία ώρα πρέπει να της εξηγώ ακριβώς που θα βρεθούμε. Μια μέρα εκ του μακρόθεν την παρακολουθώ να ψάχνει το ιερό του Αγίου Τίτου για να προσανατολιστεί, όταν της είπα ότι είμαι στην καφετέρια νότια του ναού. Λέει «είμαι στην πρώτη παραλία». Ναι βρε κοπελιά στην πρώτη από που ερχόμενη όμως; Αδιευκρίνιστο. Ευτυχώς συναντώ έναν Γιώργη στον δρόμο που τρία- τέσσερα χρόνια τώρα τον έλεγα Μανώλη και ο μαύρος από ντροπή δεν με διόρθωνε- σήμερα το έκανε- και μου είπε έναν παράδρομο. Πάω και βρίσκω την Μπουμπού να απολαμβάνει τον ήλιο με τόση αναισθησία, σαν να μην συνέβαινε τίποτα και με κατσάδιασε και από πάνω γιατί λέει άλλα μού λέει και εγώ άλλα καταλαβαίνω. Δροσερή η θάλασσα αλλά τα πέντε πρώτα λεπτά είναι τα δύσκολα.

Φτάνουμε σε ένα σημείο, χτυπώ το πόδι μου σε κάτι σκληρό και μου φεύγει το δεξί παπούτσι της θάλασσας. Η Μπουμπού με τη μάσκα ψάχνει και βλέπει ένα μικρό κολωνάκι, σκοπός του οποίου είναι να συγκρατεί ένα σίδερο και πάνω έναν γάντζο, που προφανώς δένουν βάρκες, χωρίς να υπάρχει ούτε σημαδούρα. Επί μιάμιση περίπου ώρα, κάνει καταδύσεις για να βρει το παπούτσι. Εγώ να σκάσω και παρόλα τα παρακάλια μου να σταματήσει και ότι δεν το θέλω, εκείνη λέει συνέχεια «σταμάτα την μουρμούρα», τι σου κάνει η τηλεόραση. Κάποια στιγμή βγάζω και το άλλο παπούτσι και το πετώ και αυτό μέσα στη θάλασσα- σταυρώστε με το ξέρω ότι είναι λάθος- αλλά σκέφτομαι ότι με αυτόν τον τρόπο θα την κάνω να σταματήσει το ψάξιμο και έτσι θα απολαύσουμε το μπανάκι μας και το κουβεντολόι. Χειροτερεύουν τα πράματα. Τώρα ψάχνει δυο παπούτσια. Βρίσκει το δεύτερο και με τα μακροβούτια που κάνει παραλίγο να με πνίξει δεκάδες φορές, αφού με έναν μικρό κυματισμό του νερού είμαι ικανή να αποχαιρετήσω τον μάταιο ετούτο κόσμο.

-Μπουμπού ο αέρας είναι δυτικός, άρα εάν το παπούτσι δεν έχει καρφωθεί σε καμία πέτρα θα το έχει πάρει το κύμα και το ψάχνεις σε λάθος κατεύθυνση. Πρέπει να ψάχνεις ανατολικά.

-Θα με αφήσεις να κάνω τη δουλειά μου, σιγά μην κάθομαι τώρα να σκέφτομαι που είναι η ανατολή και που η δύση. Η κατάσταση είναι μη αναστρέψιμη, τι το ψάχνω τώρα!!! Τελειώνομε το μπάνιο μας, καθόμαστε στον ήλιο, ξεροψηνόμαστε και ετοιμαζόμαστε προς αναχώρηση. Εγώ ως άλλη μονοσάνδαλη -δεν κατάλαβα γιατί φορούσα το ένα παπούτσι, τέλος πάντων άγνωσται αι βουλαί της Ιφιγενείας- μπαίνω στο αυτοκίνητο και αποχαιρετιζόμαστε με συνεννόηση να πηγαίνουμε μαζί, ώστε εάν με αφήσει το αυτοκίνητο να με αναμαζώξει. Μου έχει προτείνει να μου δώσει χρήματα να βάλω βενζίνη αλλά εγώ το έχω σαν αρχή να μην παίρνω ποτέ δανεικά, επειδή λόγω αλσχάιμερ μπορεί να ξεχάσω να τα επιστρέψω. Παρεμπιπτόντως ανακοινώθηκε η έγκριση του φαρμάκου για την πάθηση, ευτυχώς. Ελπίζω να μην είναι πολύ αργά για μένα. Επιστρέφω. Μιλούμε στο κινητό και για να φύγει γρήγορα μια που την περιμένει ο Νίκος να πάνε στο χωριό, της λέω ότι έχω κάποια ψηλά στο αυτοκίνητο – έχω όντως- και εάν χρειαστεί, θα βάλω έστω δύο λίτρα βενζίνη. Φεύγει και σε πέντε λεπτά μένω, και το επόμενο βενζινάδικο τουλάχιστον σε δύο χιλιόμετρα. Θα περπατούσα εάν είχα παπούτσια αλλά τώρα!! Τι να κάνω; Nα κάνω ωτοστόπ αλλά πως να βγω στον δρόμο με ένα σανδάλι ή έστω με κανένα;

– Μπουμπού έλα να με αναμαζώξεις, έμεινα.

– Α, έμεινες ε!!! Καλά να πάθεις θες να το παίζεις και Ανωγειανή, εγωίστρια!!!

– Μπουμπού δεν είμαι καθαρόαιμη, της διασποράς είμαι.

– Διασποράς ξεδιασποράς βγάλ’ τα πέρα μόνη σου τώρα. Τι το λες να με συγκινήσεις;

– Εντάξει Μπουμπού μου έχεις δίκιο. Σκέπτομαι να πάρω τηλέφωνο την αδελφή μου, δεν κλείνει όμως το τηλέφωνο επ’ ουδενί.

– Να κάνεις ωτοστόπ μήπως βρεις και άντρα να σε ξεφορτωθώ κι εγώ!!! Και ενώ μιλούμε και μου λέει κάτι τρέλες, πως θα με παλέψει που θα με γεροκομήσει και τα τοιαύτα, την βλέπω δίπλα μου με ένα μπιτόνι βενζίνη.

– Πες μου δα βρε Μπουμπού μου πως να μην σε αγαπώ;

– Να ’χεις χάρη που σε άγχωσα με την καθυστέρησή σου και θεωρώ ότι είμαι υπεύθυνη για όλα αυτά τα κουφά σήμερα.

– Κουφά βρε Μπουμπού;

– Α, καλά δεν βλέπεις το χάλι σου, τα Ελληνικά μου σε μαράνανε;

– Μαράνανε!!!

– Με προκαλείς τώρα; Δεν το θέλω πολύ να πάρω τη βενζίνα και να φύγω. Ούτε τόλμησα να μιλήσω τι να πω άλλωστε; Δεν με έπαιρνε. Να τώρα πως μιλώ και εγώ, τι σου κάνουν οι κακές συναναστροφές!!! Επιτέλους φτάνω σπίτι με την ψυχή στο στόμα. Κάνω το μπανάκι μου με παγωμένο νερό μήπως συνέλθω από όλο αυτό το τρελό που μου συνέβη σήμερα, βάζω τα ρούχα της θάλασσας στο πλυντήριο μαζί και κάποια άλλα ακόμα. Η Μελίτα της Μπουμπούς έχει βγει στην πετσέτα του μπάνιου μου- γιατί πρέπει να πάρουμε και το καημένο το σκυλάκι στη θάλασσα να μην πάθει ψυχολογικό- βάζοντας και την πετσέτα στο πλυντήριο για να απολυμανθεί, βάζω και χλωρίνη πλυντηρίου. Πριν προλάβω να βάλω το πλυντήριο σε έναρξη, χτυπά τηλέφωνο η Μπουμπού για να διακωμωδήσει την όλη κατάσταση. Αφού τελειώνουμε καμιά φορά, βάζω και την σκόνη και αρχίζει η πλύση. Ἐν εὐθέτῳ χρόνῳ βγάζω τα ρούχα από το πλυντήριο και είναι σχεδόν όλα σύγχρηστα. Έχει πέσει η χλωρίνη αδιάλυτη αφού δεν έπεσε ταυτόχρονα και το νερό και πάει για πέταμα ένα πλυντήριο ρούχα. Σκέφτομαι και μη χειρότερα, τελειώσανε για σήμερα τουλάχιστον τα βάσανά μου. Αμ δε. Κάθομαι να γράψω τα τεκταινόμενα της ημέρας στο ηλεκτρονικό μου ημερολόγιο και θέλοντας να συμπληρώσω κάτι στο κείμενο, αντί να πατήσω επεξεργασία, πατάω διαγραφή και πάει το κείμενο. Άντε πάλι από την αρχή. Αυτά!

Ιφιγένεια Μανουρά

Ιφιγένεια Μανουρά

Σύνταξη

Η τέχνη, η επιστήμη, η γλώσσα, ο γραπτός λόγος, η παράδοση, είναι εργαλεία του πολιτισμού, που συμβάλλουν τα μέγιστα για να διαμορφωθεί μια κοινωνία, να θεσπίσει τους κώδικες και την ηθική της, να πλάσει τους όρους δημιουργίας της κοινωνικής συνείδησης, να επεξεργαστεί την αλληλεγγύη της και να φτιάξει έναν κοινωνικό ιστό, που θα διαφυλάσσει και θα προάγει την έννοια άνθρωπος.
Αναγνώσεις:146