Χρόνος ανάγνωσης περίπου:8 λεπτά

Ο ματωμένος Μάης του ’36 στη Θεσσαλονίκη! | του Θεματοφύλακα ιστορικής μνήμης



Γιορτασμός Πρωτομαγιάς του 1936 από συνδικαλιστές της Θεσσαλονίκης.

Στη Θεσσαλονίκη της δεκαετίας του 1930 οι συγκεντρώσεις ανέργων ήταν συνηθισμένο φαινόμενο και αποτελούσαν αφορμή κοινωνικής έντασης μέσα στην πόλη. Τις πιο πολλές φορές εξελίσσονταν σε πορείες ανέργων μέσα στην πόλη, οι οποίες συνοδεύονταν συχνά από συγκρούσεις με την αστυνομία. Τα βασικότερα στοιχεία που επηρέασαν την δράση και την οργάνωση του εργατικού κινήματος στην πόλη ήταν:

α) Η μεγάλη ανεργία που έπληξε όλα σχεδόν τα επαγγέλματα και από την δραματική συρρίκνωση του εργατικού εισοδήματος. Η φτώχεια και η εξαθλίωση ήταν βασικά χαρακτηριστικά της ζωής του εργαζόμενου της πόλης. Ενδεικτικό της μεγάλης φτώχειας και εξαθλίωσης του λαού ήταν ότι από το 1931, 35.000 άτομα τρέφονται από δημοτικά συσσίτια.

β) Η διάψευση των εργατικών ελπίδων για έλεγχο της εργασιακής διαδικασίας. Τα βασικά μεγάλα συνδικάτα αποτελούνταν από τους ειδικευμένους εργάτες της καπνοβιομηχανίας. Τα συνδικάτα έχουν χάσει τη δύναμή τους λόγω της αντικατάστασης των ειδικευμένων τεχνιτών με ανειδίκευτες εργάτριες, από την επιβολή του νέου συστήματος επεξεργασίας, την τόγκα, με την απασχόληση περισσότερων γυναικών (φθηνότερα εργατικά χέρια) και το πολλαπλασιασμό της παραγωγής, γεγονός που συντελούσε στην αύξηση των κερδών των καπνεμπόρων. Οι καπνοβιομήχανοι προσλαμβάνουν προσωπικό κατά βούληση γεγονός με αποτέλεσμα να αλλάξει ο ρυθμός και το σύστημα πληρωμής.

γ) Η πολιτική αστάθεια της εποχής ευνοεί την ένταση της κρατικής καταστολής. Στον νόμο «περί ιδιώνυμου αδικήματος» του 1929, που ποινικοποιεί την πολιτική δράση, ήταν σκόπιμα διευρυμένο το πεδίο εφαρμογής του, ώστε να εφαρμόζεται και σε κάθε εκδήλωση και διαμαρτυρία του εργατικού κινήματος. Στηριζόμενοι στο «ιδιώνυμο», διέλυσαν τις περισσότερες εργατικές οργανώσεις προς τα τέλη του 1930. Σε λιγότερο χρονικό διάστημα από τρεισήμισι χρόνια από την εφαρμογή του «ιδιώνυμου. είχαμε 12.000 συλλήψεις, 2.130 καταδίκες, 1.355 τραυματισμούς και ξυλοδαρμούς, και 14 νεκρούς από σφαίρες, βασανιστήρια και κακουχίες στην εξορία. Κύριο πρόσχημα της κυβέρνησης για την κλιμάκωση της καταστολής ήταν η εξάπλωση του κομμουνισμού, ένας φυσικά βολικός και ελαστικός όρος που κάλυπτε σχεδόν κάθε κίνηση αντίστασης στο αστικό καθεστώς.

Από το 1930 βλέπουμε να εμφανίζεται στην πόλη η εθνικιστικό-φασιστική οργάνωση Εθνική Ένωσης Ελλάδος (ο ίδιος ο Βενιζέλος μιλώντας στη Βουλή είχε προσφέρει απλόχερα κάλυψη στη δράση της οργάνωσης) που έμεινε γνωστή για την δράση της εναντίον του εργατικού κινήματος, καθώς και για τις φασιστικές-ρατσιστικές επιθέσεις της στους εβραϊκούς καταυλισμούς, πάντα με την ανοχή και κάλυψη της αστυνομίας, όπως έγινε με την πυρπόληση – προγκρόμ της εργατικής εβραϊκής συνοικίας Κάμπελ στην ανατολική Θεσσαλονίκη στις 29/7/ 1931.

Η κατάληξη της προηγούμενης μεγάλης καπνεργατικής απεργίας του 1934 από τους καπνεργάτες του εργοστασίου «Κομέρσιαλ», των διαμαρτυριών και απεργιών του πρώτου τρίμηνου του 1936 και η σύγκληση του Α’ Καπνεργατικού Συνεδρίου στη Θεσσαλονίκη προετοίμασαν το έδαφος για τις απεργίες του Απρίλη.

Ήταν Τετάρτη 29 Απρίλη 1936. Δώδεκα χιλιάδες καπνεργάτες της Θεσσαλονίκης κατεβαίνουν σε απεργία, ύστερα από απόφαση, της Πανελλήνιας Καπνεργατικής Ομοσπονδίας (ΠΚΟ). Κυριότερο αίτημά τους έχουν την αύξηση των ημερομισθίων στις 120 – 135 δραχμές με την εφαρμογή της σύμβασης του 1924. Τα καπνομάγαζα κλείνουν και 6.000 εργαζόμενοι συγκεντρώνονται αρχικά στα γραφεία της Ομοσπονδίας και στη συνέχεια έξω από τον κινηματογράφο «Πάνθεον».

Στην απεργία κατεβαίνουν διαδοχικά, και τα σωματεία καπνεργατών Καβάλας, Δράμας, Αγρινίου, Κομοτηνής, Σάμου, Σιδηροκάστρου, Προσοτσάνης, Νιγρίτας, Ξάνθης, Λαγκαδά, Σιάτιστας, Καρδίτσας, Πειραιά κ.ά. Την Τρίτη 5 Μάη – 7η μέρα της απεργίας, κατεβαίνουν σε συμπαράσταση στη Θεσσαλονίκη οι κλωστοϋφαντουργοί, οι χαρτεργάτες, οι τσαγκαράδες και οι λαστιχάδες.

Στις 6 Μάη το μεσημέρι μέλη φασιστικών οργανώσεων που χρησιμοποιεί το κράτος, πυροβολούν και τραυματίζουν τον καπνεργάτη Κώστα Σαμιώτη 20 χρονών.

Στις 8 Μάη, επτά χιλιάδες απεργοί κατευθύνθηκαν προς τη «Γενική Διοίκηση Βορείου Ελλάδος», για να απαιτήσουν την άμεση επίλυση των αιτημάτων τους. Δυνάμεις έφιππης και πεζής χωροφυλακής προσπάθησαν να τους σταματήσουν, χωρίς όμως να το πετύχουν. Τότε άρχισαν να πυροβολούν κατά του άοπλου πλήθους, που άρχισε να στήνει οδοφράγματα. Την ίδια ώρα, άλλη διαδήλωση από τρεις χιλιάδες  περίπου εργάτες, που κατευθυνόταν προς το Διοικητήριο, δέχτηκε κι αυτή επίθεση από τους χωροφύλακες. Οι εργάτες κατάφεραν να σπάσουν τις ζώνες των χωροφυλάκων και να ενωθούν με τους συναδέλφους τους στα οδοφράγματα. Μέσα σε λίγη ώρα τα νέα είχαν φτάσει σε κάθε σημείο της πόλης κι ο κόσμος κατέβαινε από τις συνοικίες προς το κέντρο για να βοηθήσει τους αγωνιζόμενους εργάτες. Οι αρχές τρομοκρατήθηκαν! Πολλοί εργάτες είχαν τραυματιστεί αλλά η αγανάκτηση το λαού ήταν στο κατακόρυφο. Το βράδυ, πολλά σωματεία της Θεσσαλονίκης αυτοκινητιστές, λιμενεργάτες, οικοδόμοι, τροχιοδρομικοί κ.ά. κήρυξαν απεργία!

Την επομένη, 9η Μάη, η απεργία στη Θεσσαλονίκη είχε γενικευτεί! Μαζί με τους εργάτες κατέβηκαν σε απεργία διαμαρτυρίας οι επαγγελματίες, οι βιοτέχνες, οι φοιτητές. Η πρωτοφανής αγριότητα της αστυνομίας κατεβάζει περίπου 30.000 άτομα στους δρόμους. Η απεργία τώρα πια έχει μεταβληθεί σε εξέγερση όλης της πόλης. Δεν έγινε καμία γενική συγκέντρωση, αλλά σε διάφορες συγκεντρώσεις σε σημεία της πόλης, ομιλητές από πρόχειρα βήματα μιλούσαν στο λαό.

Οι χωροφύλακες από νωρίς το πρωί άρχισαν τις επιθέσεις εναντίον εργατικών συγκεντρώσεων κάνοντας συλλήψεις εργατών. Οι διαδηλωτές καταφέρνουν να σπάσουν τα αστυνομικά μπλόκα και κατευθύνονται προς το διοικητήριο. Απεργοί αυτοκινητιστές κάνουν επίθεση σε κλούβες με συλληφθέντες εργάτες και τους απελευθερώνουν, ενώ η αστυνομία πυροβολεί εναντίον τους. Κοντά στη διασταύρωση Εγνατίας και Βενιζέλου, οι χωροφύλακες του Ε’ Αστυνομικού Τμήματος πυροβολούν και πέφτει ο πρώτος νεκρός απεργός: ήταν ο αυτοκινητιστής Τάσος Τούσης.

Κατόπιν πυροβολούν και σε άλλα σημεία, προσπαθώντας να διαλύσουν τους συγκεντρωμένους, σκοτώνοντας και άλλους. Οι πρώτοι νεκροί:

Τάσος Τούσης, 27 ετών, αυτοκινητιστής από το Ασβεστοχώρι,

Αναστασία Καρανικόλα, καπνεργάτρια, 23 χρόνων, μητέρα ενός παιδιού,

Ίντο Τιακό Σρέντορ, 22 χρόνων, επινικελωτής,

Γιάννης Πανόπουλος, 23 χρόνων, εργάτης βιοτεχνίας ελαστικών,

Δημήτρης Αγλαμίδης, 25 χρόνων, σιδεράς,

Σαλβατόρ Ματαράσο, 20 χρόνων, ιδιωτικός υπάλληλος,

Δημήτρης Λαϊλάνης ή Λαϊνάς, 17χρόνων,τσαγκάρης,

Σταύρος Διαμαντόπουλος, 23 χρόνων,

Μανόλης Ζαχαρίου, 26 χρόνων,

Ευθύμιος Αδαμαντίου, 18 χρόνων, υποδηματοποιός,

Ευάγγελος Χολής, 32 χρόνων, καπνεργάτης.

Ο αιματηρός απολογισμός της μέρας: τουλάχιστον 12 νεκροί, 32 σοβαρά και περισσότεροι από 250 ελαφρότερα τραυματίες.

Ο Ριζοσπάστης σε ανταπόκρισή του από τη Θεσσαλονίκη γράφει «Σύμφωνα με πληροφορίες απ’ τη Θεσσαλονίκη στις 8 η ώρα το βράδυ, οι σκοτωμένοι ανέρχονται στους 30 και στους 200 περίπου οι τραυματισμένοι». Αυτή η σφαγή προκαλεί την αγανάκτηση και εξέγερση των εργατών. Χτυπούν οι καμπάνες πολλών εκκλησιών, καλώντας τον κόσμο σε εξέγερση, γεμίζουν οι δρόμοι από αγανακτισμένες μάζες από τις συνοικίες, άνδρες και γυναικόπαιδα με άγριες διαθέσεις να λιντσάρουν χωροφύλακες με πέτρες, να φωνάζουν «κάτω οι δολοφόνοι»!».

Ο λαός της Θεσσαλονίκης είναι η πραγματική εξουσία στην πόλη! Δίνεται η εντολή να επέμβει ο στρατός. Ο στρατός όμως, από την πρώτη στιγμή δείχνει φιλικές διαθέσεις και συμπάθεια στους εργάτες, οι οποίοι χειροκροτούν τους στρατιώτες και τους αγκαλιάζουν… Την επομένη, 10η του Μάη, έγινε η κηδεία των θυμάτων, που παρακολούθησε ένα πλήθος 15.000 ανθρώπων, που κατέληξε σε μια μεγάλη συγκέντρωση στην πλατεία Ελευθερίας. Για 36 ώρες περίπου η πόλη ήταν στα χέρια των εργατών.

Ο Ριζοσπάστης γράφει για την κηδεία των εργατών:

«Η ΧΘΕΣΙΝΗ ΚΗΔΕΙΑ ΤΩΝ ΘΥΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, 10.5.1936.
Στις 10 η ώρα ενώ χτυπάν οι καμπάνες πένθιμα απ’ τις συνοικίες και τους συνοικισμούς κατεβαίνουν συνεχώς χιλιάδες κόσμου. Ολος ο κόσμος, νέοι, γέροι, παιδιά και γυναίκες κρατούν στεφάνια, ανθοδέσμες ή μαύρες σημαίες. Σ’ όλους τους κεντρικούς δρόμους, όπου υπάρχουν τεράστιες μάζες λαού μιλάν διάφοροι ομιλητές. Την ίδια σχεδόν ώρα ξεκινάει απ’ τα γραφεία του Ενωτικού Εργατικού Κέντρου μεγάλη διαδήλωση με πάνω από 20 χιλιάδες λαό και με επικεφαλής μαύρες σημαίες, στέφανα και πλακάτ που γράφουν: «Τιμή στα ηρωικά θύματα του τίμιου αγώνα μας», «Να παραιτηθή η Κυβέρνηση», «Άμεση σύλληψη των δολοφόνων», «πέθανε για το ψωμί του», «γενική αμνηστεία», «ισόβια σύνταξη στις οικογένειες των θυμάτων», «εκδικηθήτε το αίμα των αδερφών μας».
Οταν η διαδήλωση των τροχιοδρομικών κινούσε από το Ντεπό για να συναντηθεί με την κεντρική διαδήλωση και περνούσε κάτω από το ισπανικό προξενείο με σφιγμένες γροθιές φώναζαν «Ισπανία! Ισπανία!»».

Ήταν η εποχή που η ισπανική επανάσταση βρισκόταν σε έξαρση, η μεραρχία του Ντουρούτι βρισκόταν στην Αραγόνα και οι εργάτες ανέπνεαν τον αέρα της επανάστασης!

Και στη συνέχεια αναφέρεται στη συναδέλφωση στρατού και λαού:

«ΚΙ ΑΛΛΕΣ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΣΥΝΑΔΕΛΦΩΣΗΣ ΜΕ ΤΟ ΣΤΡΑΤΟ
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, 10 του Μάη. (Του ανταποκριτή μας).
Από την Τούμπα κατέβηκαν δέκα χιλιάδες κάτοικοι για να παρακολουθήσουν την κηδεία. Οι διαδηλωτές με ζητωκραυγές υπέρ του στρατού κατάθεσαν στέφανο στο ηρώο των πεσόντων στον πόλεμο και αγκάλιαζαν τους φαντάρους της τιμητικής φρουράς. Κοπέλες έβαζαν λουλούδια στις κάννες των όπλων τους.
Ενώ προχωρούσε η διαδήλωση περνούσε ίλη ιππικού. Οι διαδηλωτές σταμάτησαν τους ιππείς και μοίρασαν στους αξιωματικούς και φαντάρους ιππείς ανθοδέσμες. Ο επικεφαλής αξιωματικός της ίλης εκδηλώνοντας τη συγκίνησή του, διέταξε ένα απόσπασμα να συνοδεύσει τιμητικά τους διαδηλωτές ως το νεκροταφείο.
Οι εκδηλώσεις αυτές δείχνουν ότι οι εργαζόμενοι συμπαθούν τους τίμιους αξιωματικούς και γενικά το στρατό, που νοιώθουν τον πόνο τους. Αντίθετα ο λαός αποδοκιμάζει τους φασίστες στρατοκράτες που τίθενται αντιμέτωποι στα συμφέροντα των εργαζομένων».

Η γενική πανελλαδική απεργία που είχαν υποσχεθεί να κηρύξουν οι δύο συνομοσπονδίες (του Καλομοίρη και του Σκλάβαινα), ύστερα από εσκεμμένες παρελκυστικές διαπραγματεύσεις (και με απεργοσπαστικές παρεμβάσεις των Βενιζελικών βουλευτών Ζάνα και Μαυροκορδάτου) πάνω από μια εβδομάδα, είχε στο τέλος μηδαμινά αποτελέσματα. Ο διοικητής της φρουράς, στρατηγός Ζέπος, άρχισε να δίνει υποσχέσεις πως όλα τα ζητήματα των εργατών θα ικανοποιηθούν.

Οι ηγέτες των εργατών (ο Μιχάλης Σινάκος, ο Απόστολος Κρόζος και ο Σταυρίδης), κάμουν δεκτές τις υποσχέσεις του στρατηγού Ζέπου και καλούν τους εργάτες να δώσουν εμπιστοσύνη στο «λόγο τιμής» ενός ανώτατου αξιωματικού και να πάνε ήσυχα στα σπίτια τους! Την άλλη μέρα, η κυβέρνηση μετέφερε από τη Λάρισα νέο στρατό και ιππικό της εμπιστοσύνης της. Το λιμάνι της Θεσσαλονίκης γέμισε από πολεμικά πλοία, η πόλη τώρα στρατοκρατείται κι αρχίζουν οι συλλήψεις…

Συνολικά μέχρι το τέλος του μήνα θα γίνουν 1.492 συλλήψεις, 160 φυλακίσεις, 34 εκτοπίσεις και 761 παραπομπές σε δίκη. Έτσι κατέληξε και κατέρρευσε μια μεγαλειώδης εργατική λαϊκή εξέγερση, που όμως έμεινε στη μνήμη των εργαζομένων της πόλης, σαν ένα μεγάλο φωτεινό ιστορικό ορόσημο της ταξική σύγκρουσης!

Θεματοφύλακας ιστορικής μνήμης


Δανιήλ Τσιορμπατζής

Τι όμορφο που είναι να ζεις / να μπορείς να διαβάζεις τον κόσμο / τη ζωή να τη νιώθεις τραγούδι αγάπης / τι όμορφο που είναι να ζεις / σαν παιδί να απορείς και να ζεις.
Αναγνώσεις:250