Η εξορία | του Γιώργου Ηρακλέους
Δεν έχουμε ψωμί ούτε νερό,
δεν έχουμε τσιγάρο ούτε εφημερίδες,
δε γίνεται να ερμηνέψεις τη μνήμη,
όταν τριγυρνάει μοναχή, μαυροντυμένη,
με ένα σβηστό φανάρι στο χέρι,
στα άφεγγα και σκοτεινά του κόσμου,
στα σιδερένια κλαδιά του…
Ετούτη η εξορία πιο βαριά,
χωρίς συντρόφους, δίχως τιμονιέρη
σου δίνει να πιεις το αίμα σου
πικρό σαν το φαρμάκι,
μια νέκρα απλώνεται χλωμή στο πρόσωπο
και το κορμί παγώνει…
Ένας χορός δαιμόνων σταματημένος
σε μια μόνον κίνηση να μας κλωτσάει!
Ετούτη η εξορία πιο βαριά απ’ τις παλιές,
συχνά ανταμώνει το παράλογο στα όνειρά μας,
μα τώρα πια ξοδεύουμε πολύ καιρό για να πεθάνουμε,
γιαυτό, ψυχή μου, σήκω χόρεψε και γίνε δέντρο.
Γιώργος Ηρακλέους
25/1/2023, από τη συλλογή «Η επιστροφή»
Γιώργος Ηρακλέους
Φιλόλογος, DEA Κοινωνιολογίας. Γεννήθηκε το 1952. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών από την οποία απέκτησε δύο πτυχία με άριστα φιλολογικού και βυζαντινού & νεοελληνικού τμήματος. Είναι κάτοχος Master της Λογοτεχνίας και διδάκτορας της Κοινωνιολογίας της Θρησκείας του Πανεπιστημίου της Λιέγης. Δημοσίευσε πάνω από 200 μελέτες εκπαιδευτικού και λογοτεχνικού και άρθρα εκπαιδευτικού προβληματισμού και λογοτεχνικής ερμηνείας. Πήρε μέρος σε πανελλαδικά εκπαιδευτικά και λογοτεχνικά συνέδρια. Κυκλοφορούν βιβλία με μελέτες του.