Χρόνος ανάγνωσης περίπου:10 λεπτά

15 Γενάρη 1919 – η δολοφονία του Καρλ Λίμπχνεχτ και της Ρόζα Λούξεμπουργκ | του Θεματοφύλακα ιστορικής μνήμης



Σαν σήμερα, εκατόν τέσσερα χρόνια πριν, οι ιστορικοί ηγέτες του γερμανικού εργατικού κινήματος Καρλ Λίμπκνεχτ και Ρόζα Λούζεμπουργκ δολοφονούνται από τις παραστρατιωτικές οργανώσεις Φράικορπς (Freikorps), την ομάδα «Wilmersdorfer Bürgerwehr», των πληρωμένων αντεπαναστατών δολοφόνων της προδοτικής σοσιαλδημοκρατικής κυβέρνησης και της γερμανικής άρχουσας τάξης.

 

Μέσα στη δίνη της αντεπαναστατικής ορμής, που οργάνωνε η σοσιαλδημοκρατία του Έμπερτ (Friedrich Ebert), έπνιξε στο αίμα τα γερμανικά «Σοβιέτ». Επί τριάντα μέρες τα στενά δρομάκια του Βερολίνου και όλων των μεγάλων και βιομηχανικών πόλεων κοκκίνιζαν απ’ το αίμα κι απ’ τα υψωμένα λάβαρα χιλιάδων εργατών. Υπεράσπιζαν την προλεταριακή επανάσταση. Μια εξέγερση που παρότι συντρίφτηκε καταγράφεται στη διεθνή ιστορία του εργατικού κινήματος ως η πάλη για την ανατροπή του καπιταλισμού στη Γερμανία. Στη διάρκεια αυτών των συγκρούσεων δολοφονούνται απάνθρωπα οι ηγέτες του εργατικού κινήματος και του Γερμανικού Κομμουνιστικού Κόμματος Καρλ Λίμπκνεχτ και Ρόζα Λούξεμπουργκ κατ’ εντολή του σοσιαλδημοκράτη καγκελάριου Έμπερτ, του διαβόητου στρατηγού Γκρόενερ (Karl Eduard Wilhelm Groener), του επικεφαλής κατά της εργατικής εξέγερσης και του Γκουστάβ Νόσκε (Gustav Noske) υπεύθυνου των Φράικορμπς για την αιματηρή καταστολή των εργατικών εξεγέρσεων και του «Σπάρτακου».

Η κηδεία της Ρόζας Λούξεμπουργκ στις 13 Ιούνη 1919

Το πτώμα της Λούξεμπουργκ βγήκε στην όχθη τον Μάη του 1919. Η κηδεία του Καρλ Λίμπκνεχτ που έγινε στις 25 Γενάρη και της Ρόζας Λούξεμπουργκ που έγινε στις 13 Ιούνη του 1919 μετατράπηκαν σε λαϊκές διαδηλώσεις που πήραν μέρος εκατοντάδες χιλιάδες Γερμανοί εργαζόμενοι. Ο λαός τίμησε με κάθε τρόπο τους νεκρούς ηγέτες του.

Η ταφή του Λίμπκνεχτ και 31 άλλων θυμάτων της εργατικής εξέγερσης την 25 Γενάρη 1919 στο νεκροταφείο Berlin-Friedrichsfelde.

Λίγες μέρες πριν τη δολοφονία τους η εφημερίδα των σοσιαλδημοκρατών, «Vorwarts», προανήγγειλε με αρθρογραφία σε κύριο άρθρο της, ότι η Γερμανία οδηγείται σε «αναρχία», εξαιτίας των «παράλογων» αιτημάτων των εργατών!!! Οι υποκινητές Καρλ Λίμπκνεχτ, Ρόζα Λούξεμπουργκ, Καρλ Ράντεκ, ιδεολογικοί καθοδηγητές της εξέγερσης, πρέπει να εξαφανιστούν… Η Ρόζα παρότι ανήκε αρχικά στο Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, γρήγορα κατάλαβε τον ιστορικό της ρόλο. Αποχωρεί. Συγκροτούν μ’ άλλους τη «διεθνή ομάδα» Σπάρτακο, το 1916. Ιδρύουν το Κομμουνιστικό Κόμμα Γερμανίας (KDP. Στο συνέδριό του (30 Δεκέμβρη 1918 έως 1η Γενάρη 1919), λίγο πριν τη δολοφονία τους, σχεδιάζουν τα γερμανικά «Σοβιέτ», δημιουργούνται συμβούλια εργατών-στρατιωτικών.

Επαναστατημένοι εργάτες – διαδηλωτές την 9η Νοέμβρη1918 στο Βερολίνο.

Ο Β. Ι. Λένιν έγραψε: «Αυτοί οι δήμιοι, αυτοί οι λακέδες της αστικής τάξης έβαλαν τους Γερμανούς λευκοφρουρίτες, τα μαντρόσκυλα της ιερής καπιταλιστικής ιδιοκτησίας, να λιντσάρουν την Ρόζα Λούξεμπουργκ, να τουφεκίσουν πισώπλατα τον Καρλ Λίμπκνεχτ με το ολοφάνερα ψεύτικο πρόσχημα ότι αποπειράθηκε «να αποδράσει»… και, ταυτόχρονα, οι δήμιοι αυτοί πήγαν να καλύψουν τους λευκοφρούς με το κύρος της κυβέρνησης, που δεν έχει δήθεν καμία ευθύνη, που στέκεται τάχα πάνω από τάξεις! Δε βρίσκω λόγια να χαρακτηρίσω όλη την αποκρουστικότητα και την ποταπότητα αυτού του φρικτού εγκλήματος που διέπραξαν οι δήθεν σοσιαλιστές… Το αίμα των καλύτερων ανθρώπων της παγκόσμιας προλεταριακής Διεθνούς, των αξέχαστων ηγετών της διεθνούς σοσιαλιστικής επανάστασης, θα ατσαλώσει καινούριες μάζες εργατών για αγώνα ζωής και θανάτου. Και ο αγώνας αυτός θα οδηγήσει στη νίκη». (Β. Ι. Λένιν: «Άπαντα», εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, τόμος 37, σελ. 460)

Επαναστατημένοι στρατιώτες με την κόκκινη σημαία στις 9 Νοέμβρη 1918 στο Βερολίνο.

Η μεγάλη επαναστάτρια Κλάρα Τσέτκιν (Clara Josephine Zetkin), είχε γράψει πως η Ρόζα «έδωσε ολότελα τον εαυτό της στην υπόθεση του σοσιαλισμού, όχι μόνο με τον τραγικό της θάνατο, αλλά με ολόκληρη τη ζωή της, κάθε μέρα και κάθε ώρα, με τους αγώνες πολλών ετών». (Βέθρα Φούσερ: «Η ηρωική ζωή της Ρόζας Λούξεμπουργκ», Αθήνα 1962).

Ο Μ. Πορφυρογένης έγραψε: «Για τους διανοούμενους  η ζωή της Ρόζας Λούξεμπουργκ είναι ένα ολόφωτο άστρο. Δείχνει τι πρέπει να ‘ναι ένας διανοούμενος. Δείχνει πως ο αγώνας του προλεταριάτου δεν έχει ανάγκη από καλοβαλμένα μυαλά, μα από μυαλά που να καθοδηγούν καλοβαλμένες γροθιές!». (Μ. Πορφυρογένη: «Ρόζα Λούξεμπουργκ », περιοδικό «ΝΕΟΙ ΠΡΩΤΟΠΟΡΟΙ», τεύχος 2, Γενάρης 1932).

Ο Καρλ Λίμπκνεχτ μιλάει σε εργαζόμενους στο Tiergarten, Βερολίνο.

Σε ένα κείμενό του που γράφτηκε λίγες ημέρες μετά τη δολοφονία των δύο ηγετών, τον Γενάρη του 1919 ο Λέον Τρότσκι (Лев Давидович Троцкий‎) αναφέρει μεταξύ άλλων:

«Ναι, πράγματι, συμπλήρωναν ο ένας τον άλλο! Με τη δύναμη της θεωρητικής της σκέψης και την ικανότητά της να γενικεύει, η Ρόζα Λούξεμπουργκ βρισκόταν πολύ πιο πάνω, όχι μόνο από τους εχθρούς της, αλλά επίσης και από τους συντρόφους της. Ήταν ιδιοφυΐα. Το στυλ της, έντονο, ακριβές, θαυμάσιο και αμείλικτο, θα παραμείνει για πάντα ο πραγματικός καθρέφτης της σκέψης της. Ο Λίμπκνεχτ δεν ήταν θεωρητικός. Ήταν άνθρωπος της άμεσης δράσης. Παρορμητικός και εκ φύσεως παθιασμένος, κατείχε μια εξαιρετική πολιτική διαίσθηση, μια εκπληκτική γνώση των μαζών και της κατάστασης και εν τέλει, ένα απαράμιλλο κουράγιο επαναστατικής πρωτοβουλίας».

Ο Καρλ Λίμπκνεχτ ήταν περισσότερο άνθρωπος της πράξης και δεν μπορεί κανείς να ξεχάσει πως όταν ξέσπασε ο Α` Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν ο μόνος από την Κοινοβουλευτική Ομάδα των Γερμανών σοσιαλδημοκρατών που καταψήφισε τις πολεμικές πιστώσεις.

Η δολοφονία της Ρόζας Λούξεμπουργκ και του Καρλ Λίμπκνεχτ υπήρξε χωρίς αμφιβολία ισχυρότατο πλήγμα για το παγκόσμιο επαναστατικό κίνημα εκείνης της εποχής, ανεξίτηλο στίγμα για τη γερμανική και διεθνή σοσιαλδημοκρατία, αλλά και η απόδειξη για τον πραγματικό χαρακτήρα της σοσιαλδημοκρατίας.

Η Ρόζα Λούξεμπουργκ μιλάει σε εργάτες, 1907.

Ο Γερμανός μαρξιστής ιστορικός, που εργάστηκε στο Κεντρικό Ινστιτούτο Ιστορίας της Ακαδημίας Επιστημών της Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας (DDR), Βόλφγκραντ Ρούγκε (Wolfgang Ruge, 1/11/1917-26/12/2006) αναφερόμενος στα γεγονότα της εργατικής επανάστασης στη Γερμανία το 1918 γράφει για τις μέρες του Γενάρη του 1919.

«Η επαναστατική δράση των μαζών που απλωνόταν παντού δεν άφηνε σε ησυχία τους αντεπαναστάτες νικητές στο Βερολίνο. Στις 13 του Γενάρη, έγραψαν οι βερολινέζοι στρατιωτικοί σ᾽ ένα απὀ τα πληροφοριακά δελτία που έστελναν καθημερινά στους Γερμανούς αντιπροσώπους της επιτροπής για την ανακωχή που συνεδρίαζε στην Τρίερ: «Η σοσιαλδηµοκρατική κυβέρνηση χρησιμοποίησε για πρώτη φορά συνειδητά και προγραμματισµένα στρατιωτικά µέσα. Επιτυχία. Κατ αρχήν χτυπήθηκε το κόμμα του «Σπάρτακου». Οι εκλογές για την Εθνοσυνέλευση μπορούν να γίνουν στο Βερολίνο χωρίς σοβαρά εμπόδια. Το μπολσεβίκικο κίνημα, όμως, δεν έχει νικηθεί οριστικά, για το λόγο ότι δεν έχουν εξουδετερωθεί οι ηγέτες του.

Μα και αν ακόμη είχαν πιαστεί οι αρχηγοί του, η κυβέρνηση ποτέ δεν θα άφηνε να καταδικαστούν σε θάνατο γιατί κάτι τέτοιο βρίσκεται σε αντίθεση µε τις σοσιαλδηµοκρατικές κοµµατικὲς θεωρίες (φυσικά, στην πραγματικότητα, επειδή θα προκαλούσε την έντονη διαμαρτυρία ακόµη και εκείνων των εργατών που επηρέαζε η Σοσιαλδηµοκρατία)… Μπορεί, λοιπόν, κανείς να στηρίξει τις ελπίδες του για την οριστική εξόντωση των αναρχικών Λίμπκνεχτ, Άιχορν, Λούξεμπουργκ και Ράντεν µόνο στο ότι µε την πρώτη ευκαιρία θα τους πυροβολήσουν οι στρατιώτες ή θα τους λιντσάρει το πλήθος.»

Ξυλογραφία (1920) της Käthe Kollwitz, στη μνήμη του δολοφονημένου ηγέτη των εργατών Καρλ Λίμπχνεχτ.

Μπροστά στο χύμα τρομοκρατίας που κατέκλυσε το Βερολίνο και στην αχαλίνωτη δολοφονική καταδίωξη των ηγετών του Κομμουνιστικού Κόμματος, ο Καρλ Λίμπχνεχτ και οι σύντροφοί του έπρεπε να περάσουν στην παρανομία. Όμως, έστω και έτσι, έκαναν ό,τι μπορούσαν για να εξηγήσουν στις μάζες το δίδαγμα της ήττας, να τους εμφυσήσουν καινούργιο θάρρος και να τις βοηθήσουν να καταλάβουν ότι η νίκη μπορεί να κατακτηθεί μόνον όταν οι επαναστατικές δυνάμεις συσπειρωθούν πίσω από μια αποφασιστική και με ξεκάθαρο στόχο ηγεσία.

«Ολόκληρος ο δρόμος του σοσιαλισμού», έγραφε η Ρόζα Λούξεμπουργκ κάτω από την επικεφαλίδα: «Η τάξη επικρατεί στο Βερολίνο» στις 14 του Γενάρη στη Ρότε Φάνε, «είναι -αν εξετάσουμε τους επαναστατικούς αγώνες- σπαρµένος µε σκληρές ήττες. Κι όμως, αυτή η ίδια η ιστορία οδηγεί, βήμα προς βήμα, αδιάκοπα, στην τελική νίκη! Πού θα ήμασταν σήμερα χωρίς εκείνες τις «ήττες», από τις οποίες αντλήσαµε ιστορική εμπειρία, γνώση, δύναμη, ιδεαλισμό!» Για τη συγκεκριμένη περίπτωση εξηγούσε: «Η ηγεσία απέτυχε. Όμως, η ηγεσία µπορεί χαι πρέπει να ξαναδημιουργηθεί απὀ τις µάζες και µέσα από τις μάζες. Οι µάζες είναι το αποφασιστικό, αυτές είναι ο βράχος που πάνω του στηρίζεται η τελική νίκη της επανάστασης.» Με ακλόνητη πεποίθηση καυτηρίασε την «τάξη» που επέβαλαν στο Βερολίνο οι στυγνοί δήμιοι της αστικής τάξης, με ένα λουτρό αίματος, το οποίο ήταν όμως μάταιο και έκλεισε με τις λέξεις ότι η επανάσταση, αύριο κιόλας, θα σηκωθεί θριαμβευτικά, στα ύψη και θα διαλαλήσει: «Ήμουν, είμαι, και θα είμαι!»

Ποτισμένο µε ακλόνητη πίστη ήταν και το άρθρο που δημοσίευσε ο Καρλ Λίμπκνεχτ την επόµενη ηµέρα στη «Ρότε Φάνε».

«Ο Σπάρτακος τσακίστηκε!» έγραφε, «Τι ησυχία! Εμείς όμως δεν τραπήκατε σε φυγή, δεν ηττηθήκαμε! Και αν ακόμη αυτοί μας ρίξουν στις αλυσίδες – είμαστε εδώ και θα μείνουμε εδώ! Και η νίκη θα είναι δική μας. Γιατί, «Σπάρτακος» – σηµαίνει φωτιά και πνεύμα, σηµαίνει ψυχή και καρδιά, σηµαίνει θέληση και δράση της επανάστασης του προλεταριάτου. Και «Σπάρτακος» – σημαίνει όλη την ανάγκη και την επιθυμία για ευτυχία, όλη την αποφασιστικότητα για αγώνα του ταξικά συνειδητοποιημένου προλεταριάτου. «Σπάρτακος» σημαίνει σοσιαλισμός και παγκόσμια επανάσταση. Δεν τέλειωσε ακόμη ο δρόμος του Γολγοθά για τη γερμανική εργατική τάξη – πλησιάζει όμως η μέρα της λύτρωσης. Η μέρα της δίκης των Έμπερτ-Σάιντεμαν-Νόσκε και των καπιταλιστών εξουσιαστών που κρύβονται ακόμη και σήμερα πίσω τους. Μέχρι τον ουρανό φτάνει ο απόηχος των γεγονότων – εμείς συνηθίσαμε να εκσφενδονιζόμαστε από τα ύψη στα βάθη. Το δικό μας το πλοίο, όµως, ακολουθεί το δικό του δρομολόγιο σταθερά και περήφανα, μέχρι το στόχο.

Και αν εμείς δεν θα ζούμε πια όταν αυτός επιτευχθεί, θα ζει το πρόγραµµά μας. Αυτό θα κυριαρχεί στον κόσµο της λυτρωµένης ανθρωπότητας. Παρ᾽ όλα αυτά!»!

Γκράφιτι του Liebknecht και της Luxemburg με τον Ernst Thälmann σε έναν τοίχο του Κοιμητηρίου στο Βερολίνο-Friedrichsfelde.

Αυτά τα άρθρα -ιστορικά ντοκουμέντα της τεράστιας δύναμης των ιδεών και της γλώσσας- ήταν η τελευταία συμβολή αυτών των δύο φλογερών επαναστατών στον απελευθερωτικό αγώνα του γερμανικού λαού. Στις 15 του Γενάρη, ο Καρλ Λίμπχνεχτ και η Ρόζα Λούξεμπουργκ συνελήφθησαν και σύρθηκαν στο στρατηγείο του τάγματος της φρουράς του ιππικού. Στο ξενοδοχείο Έντεν, Αξιωματικοί και τυχοδιώκτες, που γλεντούσαν στο ξενοδοχείο για τη νίκη της αντεπανάστασης, περιγελούσαν και έβριζαν τους κρατούμενους. Αργά το βράδυ, έριξαν τους φρικτά κακοποιηµένους Ρόζα και Καρλ μέσα σε αυτοκίνητα, για να τους μεταφέρουν, δήθεν, στις φυλακές του Μοαμπίτ. Λίγα λεπτά, όµως, αργότερα, ακούστηκαν πυροβολισµοί στην περιοχή του Τιργκάρτεν. Ο Καρλ Λίμπχνεχτ πυροβολήθηκε πισώπλατα, ενώ προσπαθούσε, υποτίθεται, να δραπετεύσει. Η Ρόζα Λούξεμπουργκ δολοφονήθηκε ύπουλα, τη χτύπησαν με το κοντάκι του όπλου. Οι στρατιώτες πέταξαν το πτώμα της στο κανάλι.

Οι δολοφόνοι του Λίμπχνεχτ και της Λούξεμπουργκ είναι γνωστοί. Η κυβέρνηση αρνήθηκε να δικαστούν οι ένοχοι από ένα έκτακτο δικαστήριο, µε τον ισχυρισμό ότι θα ήταν «αδικαιολόγητη ανάμιξη» στις υποθέσεις της στρατιωτικής δικαιοσύνης, και έτσι παρουσιάστηκαν σε ένα δικαστήριο του δικού τους τάγματος, δηλαδή του δολοφονικού σώματος. Οι περισσότεροι από αυτούς που πήραν μέρος στη δολοφονία, ανάμεσά τους και εκείνοι που εισέπραξαν ένα μέρος της αμοιβής των 100.000 μάρκων, που είχαν οριστεί για τη δολοφονία του Λίμπχνεχτ και της Λούξεμπουργκ, αφέθηκαν ελεύθεροι «λόγω έλλειψης αποδεικτικών στοιχείων». Μόνο δύο αξιωματικοί καταδικάστηκαν για «απόπειρα δολοφονίας», σε χαμηλές ποινές φυλάκισης, μια βδομάδα όμως αργότερα κατάφεραν να δραπετεύσουν από τη φυλακή.

Με το χτύπημα των βερολινέζων εργατών, το πρώτο δεκαπενθήμερο του Γενάρη 1919 και τη δολοφονία των Καρλ Λίμπχκνεχτ και Ρόζα Λούξεμπουργκ, η αντεπανάσταση πέτυχε τον άμεσο στόχο της. Οι «ελεύθερες εκλογές» για τη Συνταγματική Εθνοσυνέλευση της 19ης Γενάρη, που πραγματοποιήθηκαν κάτω από συνθήκες κυριαρχίας των στρατιωτών, επέφεραν το επιθυμητό αποτέλεσµα. Τα παλιά αστικά κόμματα, που στην πλειοψηφία τους κάτω από «λαϊκά» ονόματα από τα μέσα του Δεκέμβρη είχαν αρχίσει πάλι να βγαίνουν από το καβούκι τους, κατάφεραν να συγκεντρώσουν μια ισχνή πλειοψηφία. Οι δεξιοί σοσιαλδημοκράτες πήραν εντεκάµισι εκατομμύρια ψήφους και αναδείχτηκαν η πιο ισχυρή κοινοβουλευτική παράταξη. Το ΑΣΚΓ ψηφίστηκε από 2.2 εκατομμύρια εκλογείς. Το ΚΚΓ δεν πήρε μέρος στις εκλογές. Μπόρεσε να στείλει τους πρώτους βουλευτές του στη Βουλή μόλις ένα χρόνο αργότερα, όταν, τον Ιούνη του 1920, στις εκλογές για το Ράιχσταγκ πήρε μισό εκατομμύριο ψήφους.

Διαδήλωση στη μνήμη του Καρλ Λίμπχνεχτ και της Ρόζα Λούξεμπουργκ στο ανατολικό Βερολίνο, 15 Γενάρη 1988.

Η Εθνοσυνέλευση δεν συγκαλέστηκε στην πρωτεύουσα, επειδή η αντεπανάσταση φοβόταν την ηττημένη, ακόμη, όμως, διαπνεόµενη από επαναστατική θέληση εργατιά της. Έγινε στη Βαϊμάρη, που είχε καταληφθεί από εθελοντικά τµήµατα στρατού και όπου οι δεξιοί σοσιαλδημοκράτες και οι αστοί πολιτικοί μπορούσαν να παρουσιαστούν επιτυχώς, στη διάρκεια της διαδικασίας ίδρυσης της νέας Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, σαν οι πνευματικοί κληρονόμοι των Γκαίτε και Σίλερ. Στις αρχές του Φλεβάρη, εκλέχτηκε εκεί ο Έμπερτ πρόεδρος του Ράιχ και ο Σάιντεµαν διορίστηκε πρωθυπουργός του Ράιχ. Αυτός σχηµάτισε μια κυβέρνηση συνασπισμού, αποτελούμενη απὀ το ΣΚΓ, το αστικοκοινοβουλευτικό Δημοκρατικό Κόμμα και το καθολικό Κεντρώο Κόμμα. Τα µοναρχικά κόμματα και το ΑΣΕΚΓ πέρασαν στην αντιπολίτευση.»

[Από το βιβλίο του Βόλφγκραντ Ρούγκε «Η επανάσταση του Νοέμβρη 1918 στη Γερμανία – Η λαϊκή εξέγερση ενάντια στο γερμανικό ιμπεριαλισμό και μιλιταρισμό 1918-1919» (Γερμανικός τίτλος «Novemberrevolution. Die Volkserhebung gegen den deutschen Imperialismus und Militarismus 1918/19. Dietz, Berlin 1978), για την ελληνική γλώσσα Σύγχρονη Εποχή, 2012, ISBN: 978-960-224-256-8]


Θεματοφύλακας ιστορικής μνήμης


Δανιήλ Τσιορμπατζής

Τι όμορφο που είναι να ζεις / να μπορείς να διαβάζεις τον κόσμο / τη ζωή να τη νιώθεις τραγούδι αγάπης / τι όμορφο που είναι να ζεις / σαν παιδί να απορείς και να ζεις.
Αναγνώσεις:171