Mε την Ιθάκη του ονείρου κατάντικρυ | της Ζωής Δικταίου
Ρόδισε η σκέψη
στα φλογισμένα άνθη της ροδιάς
με την Ιθάκη του ονείρου κατάντικρυ
και το δράκο του παραμυθιού στο φεγγάρι.
Στη θάλασσα η ομολογία της ενοχής
μια μαρμαρυγή και μια λέξη ψάχνεις
απ’ αυτές που γυρνούν και σε παιδεύουν
εκεί, στην άκρη του νου,
εκεί, που ξεθωριάζουν οι παλιές θύμησες,
όταν προβάλουν ατάραχα
με μια ανεξήγητη ιδιαιτερότητα
σαν μέσα από περιπετειώδη διαδρομή
ή σαν σκιές στην ομίχλη
γυρνούν, εκεί που κάποτε
είχαν πρωταγωνιστήσει.
Θα επιστρέφεις το δάκρυ
μα δεν θα θέλεις να ειπωθεί η ίδια λέξη,
δεν θα θέλεις,
σ’ ένα κόσμο που τρεμοπαίζει
και γίνεται διαφανής, το ξέρεις,
δεν θα πάψω ποτέ να είμαι εκείνη
που φοβάται πως δεν κάνει για εσένα,
αλλά σε κάνω δικό μου
κάθε ξημέρωμα
με μια οριστική μορφή
που δεν καταφέρνει να ξεφύγει.
Ετικέτα φθαρμένη, γραφή άγνωστη
στο σακίδιο της εναλλακτικής ζωής
κλειδωμένοι οι πόθοι και τα ενθύμια
κι ας έχουν ξεπεράσει τη χρησιμότητα τους,
όταν ξαφνικά μια θλίψη
υποδεικνύει πως τελειώνει ο χρόνος
στιγμιότυπα που δεν επαναλαμβάνονται
θαρρείς κάποιος
αντιγράφει σελίδες του Σεπτέμβρη.
Στη διαμαρτύρηση της κατάκλειστης πόρτας
εναντιώθηκε ο καιρός
η βροχή πάνω στο τζάμι
και πάνω στη βιτρίνα της καρδιάς
κι όμως δε μπορείς να το αρνηθείς
υπήρξες κάποτε ευτυχισμένος
γι’ αυτό αγαπάς τη μοναξιά,
γι’ αυτό τα τείχη που όρθωσες
δε σου προκαλούν απόγνωση
και να που ο αποχωρισμός
φαντάζει και πάλι άηχος εφιάλτης
μιας δήθεν προσωπικής νίκης.
Ζωή Δικταίου
[Από την ποιητική συλλογή «Αύριο, αφή αλμύρας οι λέξεις», 2020]
[Η εικόνα που συνοδεύει το ποίημα είναι το ψηφιακό έργο «the puddle», 2020, του δημιουργού Max Suleimanov, από το Καζακστάν]
Ζωή Δικταίου (Χαρούλα Βερίγου)
Γεννήθηκα στην Κρήτη το 1962. Στο Τζερμιάδων μεγάλωσα, εκεί έμαθα και τα πρώτα γράμματα. Δεν έγινα δασκάλα όπως ονειρευόμουν. Με κέρδισε η Τουριστική Εκπαίδευση. Ζω στην Κέρκυρα. Πιστεύω στην αγάπη. Με γοητεύουν φεγγάρια, γιασεμιά, κιτρινισμένα χαρτάκια της θύμησης, όσο και οι ξεφτισμένες δαντέλες του παλιού καιρού. Καινούρια ανάγνωση πάντα η βροχή. Όχημα μαγείας οι λέξεις. Δεν αναρωτιέμαι πια γιατί γράφω. Όπως αναπνέω, μιλάω, ονειρεύομαι, συμφιλιώνομαι με τη ζωή και τον θάνατο, έτσι και η ανάγκη μου να γράφω. Ακουμπώ στο παρελθόν, όμως η λέξη που με καθορίζει είναι το «Αύριο». Με το μολύβι του έρωτα σπασμένο στο χέρι και την προοπτική του ονείρου στ` ανοικτά της ψυχής, αύριο, ακριβή η άνθηση της άνοιξης μέσα στην αλήθεια του φθινοπώρου. Στίχοι μου έχουν μελοποιηθεί από τον Γιάννη Νικολάου, τον Νίκο Ανδρουλάκη, τον Γιώργη Κοντογιάννη και τον Αλέξανδρο Χατζηνικολιδάκη.
Εργογραφία:
Λασίθι, Τόπος Μέγας – Η κούπα των θεών, Αφήγημα, Δεκέμβριος 2020
Αύριο, αφή αλμύρας οι λέξεις, Ποιητική συλλογή, Νοέμβριος 2020
Αθιβολή γαρύφαλλο και θύμηση κανέλλα, Διηγήματα, Νοέμβριος 2019
Αύριο στάχυα οι λέξεις, Ποιητική συλλογή, Σεπτέμβριος 2018
Οι άλλες ν’ απλώνουν ρούχα κι εσύ τριαντάφυλλα, Διηγήματα, Φεβρουάριος 2018
Μια κούρσα για τη Χαριγένεια, Μυθιστόρημα, Μάιος 2017
Αύριο, νυχτώνει φθινόπωρο, Μυθιστόρημα, Ιούνιος 2015
Ιστορίες για φεγγάρια, Παιδική Λογοτεχνία, 1996, Αθήνα
Αύριο στάχυα οι λέξεις, Σεπτέμβρης 2018
Αύριο, αφή αλμύρας, Νοέμβρης 2020
Συμμετοχές σε συλλογικά έργα:
«Γράμματα της ποίησης», Ποιητική ανθολογία, 2020, Αθήνα
«Μονόλογοι», Ποιητική ανθολογία, 2017, Αθήνα