Υπατία – ο θάνατος της τελευταίας μεγάλης επιστημόνισσας και φιλοσόφου των Ελληνιστικών χρόνων
«Είναι η μόνη που ζει άθικτη και αιώνια,
ο Θάνατος διαλύει ακόμα και το σύμπαν
αλλά η Ομορφιά θαμπώνει με την φλόγα της.
Όλα ξαναγεννιούνται μαζί της
κι οι κόσμοι πάντα βρίσκονται κάτω από το άσπρο της πόδι.»
Λεκόντ ντε Λιλ (Charles Marie René Leconte de Lisle)
Η πόλη της Αλεξάνδρειας, που ιδρύθηκε από τον Μέγα Αλέξανδρο το 331 Π.Κ.Χ., γρήγορα εξελίχθηκε σε κέντρο πολιτισμού και μάθησης για τον αρχαίο κόσμο. Στην καρδιά του βρισκόταν το Μουσείο (Πανεπιστήμιο) του οποίου η συλλογή, περισσότερων από μισό εκατομμύριο παπύρων, στεγαζόταν στην διάσημη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας.
Η Αλεξάνδρεια μέχρι τον 4ο αιώνα Κ.Χ. ήταν ο χώρος μιας μικρής επιστημονικής αναγέννησης και αυτή φωτίστηκε από την πιο διάσημη ανάμεσα στις γυναίκες επιστημόνησσες και φιλοσόφους. Είναι από τις σημαντικότερες γυναικείες μορφές στον τομέα της ελεύθερης σκέψης και των Επιστημών, προσωπικότητα με ιδιαίτερη ευγλωττία, μετριοφροσύνη και φυσική ομορφιά.
Για δεκαπέντε αιώνες η Υπατία θεωρείται ότι ήταν η μόνη γυναίκα επιστήμονας στην ιστορία. Ακόμα και σήμερα, συχνά είναι η μόνη γυναίκα που αναφέρεται στην ιστορία των μαθηματικών και της αστρονομίας. Αυτή η ευγενική γυναίκα ξεχωρίζει στις σελίδες της ιστορίας, σαν η μεγαλύτερη από τους μάρτυρες παγανιστές, από τους μάρτυρες Εθνικούς φιλοσόφους.
Όταν γεννήθηκε η Υπατία το 370 Κ.Χ., η διανοητική ζωή της Αλεξάνδρειας βρισκόταν σε κατάσταση επικίνδυνης σύγχυσης. Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία γινόταν χριστιανική και όλο και πιο συχνά ο χριστιανός ζηλωτής έβλεπε αιρέσεις και σατανισμό στα μαθηματικά και στην επιστήμη: «οι μαθηματικοί έπρεπε να κατασπαραχθούν από θηρία ή να καούν ζωντανοί» γράφει ο Μακ Κέιμπ (Robert A. McCabe). Οι χριστιανοί «πατέρες» αναβίωσαν τις θεωρίες της επίπεδης γης και του σύμπαντος ως στερέωμα. Στην Αλεξάνδρεια ο Πατριάρχης Αλεξάνδρειας Θεόφιλος, υποκινούσε βίαιες συγκρούσεις μεταξύ Παγανιστών Ελλήνων, Εβραίων και Χριστιανών. Δεν ήταν μια και τόσο ευνοϊκή εποχή για να είναι κανείς επιστήμονας, ερευνητής ή φιλόσοφος.
Ο βίος της Υπατίας
Ο πατέρας της Υπατίας, ο Θέων, ήταν μαθηματικός και αστρονόμος. Ο Θέων ο Αλεξανδρεύς, ήταν ο τελευταίος διευθυντής της Βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας πριν την καταστροφή της, καθώς και του «Μουσείου» (πανεπιστημίου) της. Επέβλεπε από κοντά κάθε πλευρά της εκπαίδευσης της κόρης του. Σύμφωνα με το μύθο, ήταν αποφασισμένος να γίνει η κόρη του ένα «τέλειο ανθρώπινο ον» – ήταν η εποχή που οι γυναίκες θεωρούνταν κάτι παρακάτω από άνθρωποι! Ανατράφηκε με τις θεμελιώδεις αρχές της Πλατωνικής Σχολής. Η Υπατία ήταν πραγματικά μια ξεχωριστή νέα. Ταξίδεψε στην Αθήνα και την Ιταλία και εντυπωσίαζε όσους συναντούσε με την εξυπνάδα και την ομορφιά της.
Δίπλα στον πατέρα της, η Υπατία έλαβε εξαιρετική μόρφωση, την οποία ανέπτυξε και καλλιέργησε σε τέτοιο βαθμό, ώστε τελικά τον ξεπέρασε. Η ίδια, συνέχισε το έργο του πατέρα της, διδάσκοντας φιλοσοφία, μαθηματικά και αστρονομία.
Σπούδασε στη νεοπλατωνική σχολή του Πλούταρχου του Νεότερου και της κόρης του Ασκληπιγένειας στην Αθήνα. Την εποχή εκείνη υπήρχε διάκριση μεταξύ των νεοπλατωνικών σχολών της Αλεξάνδρειας και της Αθήνας. Η σχολή της Αθήνας τόνιζε περισσότερο τη μαγεία και την απόκρυφη επιστήμη. Αλλά για τους Χριστιανούς, όλοι οι Πλατωνιστές ήταν επικίνδυνοι αιρετικοί. Οι νεοπλατωνικοί ήταν ασκητικοί και παρέπεμπαν στον Πυθαγορισμό και η Υπατία τηρούσε πιστά αυτές τις αρχές, αλλά δεν απαιτούσε από τους μαθητές της, που ήταν διαφόρων θρησκειών, ανάλογους περιορισμούς. Όπως κάθε φιλόσοφος της αρχαιότητας, έτσι και η Υπατία προσπαθούσε να βοηθήσει τους μαθητές της να αντιληφθούν την πραγματική ομορφιά της ζωής και την αληθινή γνώση.
Όταν επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια έγινε δασκάλα των μαθηματικών και της φιλοσοφίας. Αν και μόλις είκοσι πέντε ετών, δίνει διαλέξεις στο Μουσείο σχετικά με την πλατωνική και τη νεοπλατωνική φιλοσοφία. Την περιβάλλει πλήθος νέων, γνωρίζει όλους τους σημαντικούς ανθρώπους της πόλης η ίδια είναι άτομο με μεγάλη επιρροή. Η φήμη της εξαπλώθηκε πολύ γρήγορα, έχοντας ως αποτέλεσμα, να γεμίσει η Αλεξάνδρεια σπουδαστές, από όλα τα μέρη της αυτοκρατορίας, που ήλθαν για να σπουδάσουν φιλοσοφία. Το Μουσείο σιγά – σιγά είχε χάσει την υπεροχή του και η Αλεξάνδρεια τώρα είχε ξεχωριστά σχολεία για Παγανιστές, για Εβραίους και για Χριστιανούς. Ωστόσο, η Υπατία δίδασκε σε ανθρώπους κάθε θρησκείας και μετά τον πατέρα της ανέλαβε μια έδρα Φιλοσοφίας στην πόλη. Το σπίτι της έγινε κέντρο διανοουμένων και συγκέντρωνε σχολαστικιστές που συζητήσουν επιστημονικά και φιλοσοφικά ερωτήματα.
Τα έργα της
Σύμφωνα με το λεξικό Σούδα, η Υπατία έγραψε σχόλια στην «Αριθμητική» του Διοφάντη του Αλεξανδρέως, στα «Κωνικά» του Απολλώνιου από την Πέργη και στον «αστρονομικό κανόνα» του Πτολεμαίου. Αυτά τα έργα χάθηκαν, αλλά οι τίτλοι τους σε συνδυασμό με τις επιστολές του μαθητή της Συνέσιου του Κυρηναίου, ο οποίος την συμβουλευόταν για θέματα όπως η κατασκευή ενός αστρολάβου, δείχνουν ότι είχε αφοσιωθεί ιδιαίτερα στην αστρονομία και στα μαθηματικά, ενώ η ύπαρξη κάποιων αυστηρά φιλοσοφικών έργων της είναι άγνωστη. Για τη σημασία της στον χώρο του πνεύματος μιλούν με θαυμασμό και πολύ σεβασμό οι επιστολές του Συνέσιου.
Τα περισσότερα από τα γραπτά της Υπατίας ξεκίνησαν σαν σημειώσεις για τους μαθητές της. Κανένα δεν έχει διασωθεί ολοκληρωμένο, αν και είναι πιθανό τμήματα του έργου της να έχουν ενσωματωθεί στις εκτενείς πραγματείες του Θέωνα. Μερικές πληροφορίες για τα επιτεύγματά της προέρχονται από διασωσμένα γράμματα του μαθητή και φίλου της Συνέσιου (ο οποίος προσπάθησε να συνδέσει τον πρόωρο χριστιανισμό με τον Νεοπλατωνισμό), που αργότερα έγινε ο πλούσιος και ισχυρός Επίσκοπος της Πτολεμαΐδας.
Ό,τι γνωρίζουμε για τα Μαθηματικά της, είναι μόνο ένα μικρό υποσύνολο του έργου της. Σε μεγάλο βαθμό θεωρείται φιλόσοφος δασκάλα και λόγια. Επιμελήθηκε έργα Γεωμετρίας, Άλγεβρας και Αστρονομίας και ήξερε πώς να κάνει αστρολάβους και υγροσκόπια. Οι συνεισφορές της στην Αλεξανδρινή Φιλοσοφία και η εξερεύνησή της για την πιθανή επέκταση και δημιουργία προχωρημένων μαθηματικών της αρχαιότητας αξίζουν προσεκτική μεταχείριση. Το σημαντικότερο έργο της Υπατίας ήταν στην Άλγεβρα. Έγραψε σχόλια στην «Αριθμητική» του Διόφαντου σε 13 βιβλία. Τα σχόλια της Υπατίας περιελάμβαναν εναλλακτικές λύσεις και πολλά νέα προβλήματα που προέκυπταν σαν συνέπεια στα χειρόγραφα του Διόφαντου.
Η Υπατία έγραψε επίσης μια διατριβή «Περί των Κωνικών» του Απολλώνιου σε οκτώ βιβλία. Ο Απολλώνιος ο Πέργας ήταν ένας αλεξανδρινός γεωμέτρης του 3ου Π.Κ.Χ. αιώνα, που προσπάθησε να εξηγήσει τις ασυνήθιστες τροχιές των πλανητών. Το κείμενο της Υπατίας ήταν μια εκλαΐκευση της εργασίας του. Η Υπατία γοητευόταν από τις κωνικές τομές (τα γεωμετρικά σχήματα που σχηματίζονται όταν ένα επίπεδο τέμνει ένα κώνο). Οι κώνοι του Απολλώνιου θεωρούνται από τα πιο δύσκολες επιστημονικές εντρυφήσεις της αρχαιότητας και ήταν αυτοί που έθεσαν τα θεμέλια για πολλά από αυτά που στο μέλλον έγιναν γνωστά ως «προβολική γεωμετρία». Μετά το θάνατό της, οι κωνικές τομές αγνοήθηκαν μέχρι την αρχή του 17ου αιώνα, όταν οι επιστήμονες συνειδητοποίησαν ότι πολλά φυσικά φαινόμενα, όπως οι τροχιές πλανητών, περιγραφόταν με τον καλύτερο τρόπο με τις καμπύλες που προκύπτουν από κωνικές τομές.
Εκτός από τη φιλοσοφία και τα μαθηματικά, η Υπατία είχε ενδιαφέρον για τη μηχανική και την πρακτική τεχνολογία. Τα γράμματα του Συνέσιου περιέχουν σχέδια για αρκετά επιστημονικά όργανα περιλαμβανομένου κι αστρολάβου, για την μέτρηση των θέσεων του άστρων, πλανητών και του ήλιου και για τον υπολογισμό της ώρας.
Η Υπατία ανέπτυξε ακόμα μια συσκευή για τη διύλιση του νερού, ένα όργανο για τη μέτρηση της στάθμης του νερού και ένα διαβαθμισμένο υδρόμετρο από μπρούτζο για τη μέτρηση της ειδικής βαρύτητας ή πυκνότητας ενός υγρού.
Ο Θάνατος της
Το ότι η Υπατία ανακατεύτηκε στα πολιτικά θέματα της Αλεξάνδρειας είναι αδιαμφισβήτητο. Σαν φιλόσοφος, που ασπάστηκε την ελληνική επιστημονική σκέψη και σαν πολιτικό πρόσωπο με επιρροή, η Υπατία βρέθηκε σε πολύ επικίνδυνη θέση σε μια όλο και πιο χριστιανική πόλη. Το 412 Κ.Χ. ο Κύριλλος, ένας φανατικός χριστιανός, έγινε Πατριάρχης της Αλεξάνδρειας. Μεγάλη εχθρότητα αναπτύχθηκε μεταξύ του Κυρίλλου και του Ορέστη, του Ρωμαίου Κυβερνήτη της Αιγύπτου, ενός παλιού μαθητή και καλού φίλου της Υπατίας. Αμέσως μόλις πήρε την εξουσία, ο Κύριλλος, άρχισε να διώκει τους Εβραίους, διώχνοντας χιλιάδες από αυτούς από την πόλη. Έπειτα, παρά τη σφοδρή αντίθεση του Ορέστη, έστρεψε την προσοχή του στο να καθαρίσει την πόλη από τους νεοπλατωνιστές. Αγνοώντας τις εκκλήσεις του φίλου της Ορέστη, η Υπατία αρνήθηκε να απαρνηθεί τις ιδέες της και να ασπασθεί το Χριστιανισμό για να γλυτώσει.
Ο Κύριλλος, ο οποίος αργότερα αναγορεύτηκε στον πατέρα του δόγματος της Χριστιανικής Τριάδας και αγιοποιήθηκε για το ζήλο του, έβλεπε στην Υπατία μια συνεχή απειλή για τη διάδοση της Χριστιανικής πίστης. Ο Κύριλλος χαρακτηρίζει την Υπατία «χειρότερη από ερπετό, γνώστη όλων των τεχνασμάτων της λογικής». Η όμορφη, σοφή, άψογη, λογική και ερωτική Υπατία εμφανίζει όλα τα χαρακτηριστικά που την κάνουν μισητή στον πατριάρχη. Την μισεί για την επιτυχία της και δεν μπορεί να συγχωρήσει την ανωτερότητα της, το θάρρος της και τις γνώσεις της, ούτε φυσικά την «αμαρτωλή εξωσυζυγική διαγωγή των ειδωλολατρισσών». Θεωρούσε την Υπατία ως «μάγισσα, εκπρόσωπο του Κακού».
Οι δολοφόνοι της Υπατίας, παρακινημένοι από τον Κύριλλο, ήταν Παραβολικοί, φανατικοί μοναχοί της εκκλησίας του Αγ. Κυρίλλου της Ιερουσαλήμ, με επικεφαλής τον Πέτρο τον Αναγνώστη, πιθανώς υποβοηθούμενοι από Νιτριανούς μοναχούς. Ο φόνος της έγινε την 7η Μάρτη του 415 Κ.Χ., με την φαιδρή δικαιολογία, ότι ήταν υπαίτια για τη μη συμφιλίωση του Ρωμαίου Έπαρχου Ορέστη και του Επισκόπου Αλεξανδρείας Κύριλλου. Ο Κύριλλος δημιούργησε το απαραίτητο πολιτικό κλίμα, που επέτρεψε μια τέτοια θηριωδία. Παρά τις προσπάθειες να τον απαλλάξουν από το στίγμα του δολοφόνου, το αδιαμφισβήτητο γεγονός παραμένει ότι όχι μόνο δεν έκανε καμία προσπάθεια να αποτρέψει το αποτρόπαιο και βίαιο έγκλημα, αλλά φανάτισε τον όχλο των Χριστιανών εναντίον της. Τον Κύριλλο τον ανακήρυξαν άγιο αργότερα…
Ο φόνος της Υπατίας περιγράφεται στα γραπτά του ιστορικού του 5ου αι. Σωκράτη του Σχολαστικού:
«Ην τις γυνὴ ἐν τῇ Ἀλεξανδρείᾳ, τοὔνομα Ὑπατία· αὕτη Θέωνος μὲν τοῦ φιλοσόφου θυγάτηρ ἦν· επί τοσοῦτον δὲ προὔβη παιδείας, ὡς ὑπερακοντίσαι τοὺς κατ’ αὐτὴν φιλοσόφους͵ τὴν δὲ Πλατωνικὴν ἀπὸ Πλωτίνου καταγομένην διατριβὴν διαδέξασθαι, καὶ πάντα τὰ φιλόσοφα μαθήματα τοῖς βουλομένοις ἐκτίθεσθαι· διὸ καὶ οἱ πανταχόθεν φιλοσοφεῖν βουλόμενοι κατέτρεχον παρ’ αὐτήν. Διὰ τὴν προσοῦσαν αὐτῇ ἐκ τῆς παιδεύσεως σεμνὴν παρρησίαν καί τοῖς ἄρχουσι σωφρόνως εἰς πρόσωπον ἤρχετο· καὶ οὐκ ἦν τις αἰσχύνη ἐν μέσῳ ἀνδρῶν παρεῖναι αὐτήν· πάντες γὰρ δι’ ὑπερβάλλουσαν σωφροσύνην πλέον αὐτὴν ᾐδοῦντο καὶ κατεπλήττοντο. Κατὰ δὴ ταύτης τότε ὁ φθόνος ὡπλίσατο· ἐπεί γὰρ συνετύγχανε συχνότερον τῷ Ὀρέστῃ, διαβολὴν τοῦτ’ ἐκίνησε κατ’ αὐτῆς παρὰ τῷ τῆς ἐκκλησίας λαῷ͵ ὡς ἄρα εἴη αὕτη ἡ μὴ συγχωροῦσα τὸν Ὀρέστην εἰς φιλίαν τῷ ἐπισκόπῳ συμβῆναι. καί δὴ συμφρονήσαντες ἄνδρες τὸ φρόνημα ἔνθερμοι͵ ὧν ἡγεῖτο Πέτρος τις ἀναγνώστης͵ ἐπιτηροῦσι τὴν ἄνθρωπον ἐπανιοῦσαν επί οἰκίαν ποθέν· καὶ ἐκ τοῦ δίφρου ἐκβαλόντες͵ επί τὴν ἐκκλησίαν ᾗ ἐπώνυμον καισάριον συνέλκουσιν͵ ἀποδύσαντές τε τὴν ἐσθῆτα ὀστράκοις ἀνεῖλον· καὶ μεληδὸν διασπάσαντες, επὶ τὸν καλούμενον Κιναρῶνα τὰ μέλη συνάραντες πυρὶ κατηνάλωσαν. Τοῦτο οὐ μικρὸν μῶμον Κυρίλλῳ καὶ τῇ Ἀλεξανδρέων ἐκκλησίᾳ εἰργάσατο· ἀλλότριον γὰρ παντελῶς τῶν φρονούντων τὰ Χριστοῦ φόνοι καὶ μάχαι καὶ τὰ τούτοις παραπλήσια. καὶ ταῦτα πέπρακται τῷ τετάρτῳ ἔτει τῆς Κυρίλλου ἐπισκοπῆς, ἐν ὑπατείᾳ Ὁνωρίου τὸ δέκατον, καὶ Θεοδοσίου τὸ ἕκτον, ἐν μηνί Μαρτίῳ, νηστειῶν οὐσῶν» [Σωκράτης ο Σχολαστικός «Εκκλησιαστική Ιστορία», βιβλίο Ζ ́, κεφάλαιο 15].
Με δυο λόγια και σε ελεύθερη απόδοση:
«Όλοι οι άνθρωποι την σεβόταν και την θαύμαζαν για την απλή ταπεινοφροσύνη του μυαλού της. Ωστόσο, πολλοί με πείσμα την ζήλευαν και επειδή συχνά συναντούσε και είχε μεγάλη οικειότητα με τον Ορέστη, ο λαός την κατηγόρησε ότι αυτή ήταν η αιτία που ο Επίσκοπος και ο Ορέστης δεν γινόταν φίλοι. Με λίγα λόγια, ορισμένοι πεισματάρηδες και απερίσκεπτοι κοκορόμυαλοι με υποκινητή και αρχηγό τους τον Πέτρο, έναν οπαδό αυτής της Εκκλησίας, παρακολουθούσαν αυτή τη γυναίκα να επιστρέφει σπίτι της γυρνώντας από κάπου. Την κατέβασαν με τη βία από την άμαξά της, την μετέφεραν στην Εκκλησία που ονομαζόταν Καισάριουμ (Caesarium), την γύμνωσαν εντελώς, της έσκισαν το δέρμα και έκοψαν τις σάρκες του σώματός της με κοφτερά κοχύλια μέχρι που ξεψύχησε, διαμέλισαν το σώμα της, έφεραν τα μέλη της σε ένα μέρος που ονομαζόταν Κίναρον και τα έκαψαν.»
Ο έπαρχος Ορέστης ανέφερε τη δολοφονία και ζήτησε από τη Ρώμη να ξεκινήσει έρευνες. Η έρευνα αναβλήθηκε πολλές φορές λόγω «έλλειψης μαρτύρων». Αργότερα, ο Ορέστης παραιτήθηκε και έφυγε από την Αλεξάνδρεια. Ο Κύριλλος ισχυρίσθηκε ότι η Υπατία ήταν ζωντανή και ζούσε στην Αθήνα…
Ο φόνος της Υπατίας συγκλόνισε την αυτοκρατορία και τη μεταμόρφωσε σε «μάρτυρα για τη φιλοσοφία», με αποτέλεσμα οι μελλοντικοί νεοπλατωνικοί όπως ο Δαμάσκιος να γίνουν όλο και πιο ένθερμοι στην αντίθεσή τους στον Χριστιανισμό.
Η δολοφονία της Υπατίας – το τέλος της αρχαιότητας
Έτσι, χάθηκε το 415 Κ.Χ. η μεγαλύτερη γυναίκα μύστης του αρχαίου κόσμου και μαζί της έπεσε και η Νεοπλατωνική Σχολή της Αλεξάνδρειας. Πολλοί ερευνητές, χωρίζουν την εποχή του Ελληνικού φιλοσοφικού κόσμου από την εποχή του Χριστιανισμού σύμφωνα με την ημερομηνία του θανάτου της το 415 και του 529, που ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός (Flavius Petrus Sabbatius Iustinianus) έκλεισε την Αθηναϊκή Σχολή. Η δολοφονία της Υπατίας σημαίνει το τέλος της αρχαιότητας, της λογικής, της αρμονίας του θαυμαστού, της ζωής και σημαίνει τον κατήφορο προς τον σκοταδισμό των Χριστιανικών αιώνων. Η Υπατία ήταν η τελευταία Ελληνίδα φιλόσοφος, εθνική επιστήμονας του δυτικού κόσμου και η δολοφονία της συνέπεσε με τα τελευταία χρόνια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Στη συνέχεια, η επιστήμη και η φιλοσοφία μαραίνονται και μαζί τους χάνεται η πνευματική ζωή της Αλεξάνδρειας. Και αφού, για τα επόμενα τουλάχιστον 1000 χρόνια, δεν υπήρξαν σημαντικές πρόοδοι στα μαθηματικά, την αστρονομία και τη φυσική σε όλο τη Δύση, η Υπατία έγινε σύμβολο του τέλους της αρχαίας επιστήμης. Από τα χρόνια της Υπατίας, ο Χριστιανισμός εξαπλώθηκε γρήγορα, γιατί επιλέχθηκε από την ανερχόμενη αριστοκρατία περιφερειακής καταγωγής, ως ιδεολογικό όπλο για την ανατροπή της παραδοσιακής αριστοκρατίας της αυτοκρατορίας, η οποία ήταν δεμένη με την ελληνορωμαϊκή κουλτούρα και την εθνική θρησκευτικότητα, τον παγανισμό. Οι αιώνες εδραίωσης του Χριστιανισμού, συνοδεύτηκαν με βία, αίμα και καταστροφή του μεγαλύτερου μέρος της αρχαίας σκέψης και τέχνης. Περιόρισαν την ελεύθερη σκέψη, τον λογικό στοχασμό, την φιλοσοφία, την επιστήμη, την αυτοδιάθεση και την ερωτική ανεξαρτησία. Στην Αλεξάνδρεια, το πιο διάσημο κτίσμα που καταστράφηκε από τον χριστιανικό όχλο με παρακίνηση του αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας Θεόφιλου, ήταν το Σεράπειο, το 391, όπου στεγαζόταν και μία πολύ μεγάλη βιβλιοθήκη, παράρτημα της ξακουστής Βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας. Μετά τον θάνατο της Υπατίας το 415 Κ.Χ. επικράτησε η αρχή της πολιτικής σκληρών διώξεων κατά των Ελλήνων εθνικών φιλοσόφων. Οι καταστροφές ναών, βιβλιοθηκών, χώρων λατρείας, φιλοσοφικών και ρητορικών σχολών είναι αμέτρητες. Το μεγαλύτερο μέρος της αρχαίας σκέψης και τέχνης καταστράφηκε από τους Χριστιανούς, και όσα έχουμε στα χέρια μας ως κλασσικές σπουδές και ως αρχαία τέχνη συνίστανται σε απομεινάρια και ερείπια που τους ξέφυγαν. Μια διαδικασία που κράτησε χοντρικά μέχρι τον 6ο αιώνα. Ο βαρβαρισμός των σκοτεινών αιώνων και της Ιερής Εξέτασης ξεκίνησε… Κατά την Εποχή του Διαφωτισμού, η Υπατία έγινε σύμβολο της αντίθεσης στον Καθολικισμό.
Σύγχρονη αναφορά για την Υπατία έγινε από τον Άγγλο ιστορικό Έντουαρντ Γκίμπον (Edward Gibbon) του 19ου αιώνα. Στη Γαλλία ένα άρθρο στην «Εγκυκλοπαίδεια» της οποίας συνεκδότης υπήρξε ο Βολταίρος ή Φρανσουά Μαρί Αρουέ (François-Marie Arouet), εξύμνησε την Υπατία ως πρόδρομο του Διαφωτισμού. Ο Φρίντριχ Σίλλερ (Friedrich Schiller) σχεδίασε ένα θεατρικό έργο πάνω στις συνθήκες της δολοφονίας της και στην Αγγλία εκδόθηκε στα μέσα του περασμένου αιώνα το πολυδιαβασμένο μυθιστόρημα «Υπατία» του Τσαρλς Κίνγκσλεϊ (Charles Kingsley), με το οποίο η αρχαία φιλόσοφος έγινε ευρύτερα γνωστή. Τον εικοστό αιώνα, η Υπατία έγινε σύμβολο για τα δικαιώματα των γυναικών και πρόδρομος του φεμινιστικού κινήματος.
Ο Αμερικανός ιστορικός Τζον Ντρέιπερ (John William Draper) στο έργο του «History of the intellectual Development of Europe» (1875), την περιγράφει ως «σθεναρή υποστηρίκτρια της επιστήμης απέναντι στην θρησκεία» και την θεωρεί μια ηρωική μορφή στην διαμάχη μεταξύ δύο δυνάμεων της Ευρωπαϊκής ιστορίας: «την ελεύθερη πνευματική έρευνα για την ανεύρεση της αλήθειας στον υλικό κόσμο, εναντίον της δεισιδαίμονας θρησκευτικής καταπιεστικής παραλογικής».
Η Υπατία ήταν ένας από τους τελευταίους μεγάλους στοχαστές της αρχαίας Αλεξάνδρειας, του Ελληνιστικού κόσμου και μια από τις πρώτες γυναίκες που σπούδασαν και δίδαξαν μαθηματικά, αστρονομία και φιλοσοφία. Η Υπατία προσέφερε πολλά στις Επιστήμες της Φιλοσοφίας, των Μαθηματικών και της Αστρονομίας. Προς τιμήν της,
◊ ο πολύ μεγάλος σκουρόχρωμος αστεροειδής της Κύριας Ζώνης Αστεροειδών με απόλυτο μέγεθος 8,18 που ανακαλύφθηκε το 1884 από τον Ρώσο αστρονόμο Βίκτορ Κνόρε (Виктор Карлович Кнорре) γερμανικής καταγωγής, πήρε το όνομά του από την ιστορική μορφή της Υπατίας της Αλεξανδρινής και ονομάζεται «238 Υπατία» (Hypatia). Με βάση το φάσμα, ταξινομείται ως αστεροειδής τύπου C και πιθανότατα αποτελείται από πρωτόγονο ανθρακούχο υλικό. Όπως πολλοί αστεροειδείς αυτού του τύπου, η επιφάνειά του έχει πολύ σκούρο χρώμα.
◊ Επίσης, Υπατία (Hypatia) ονομάζεται ένας σεληνιακός κρατήρας που βρίσκεται κατά μήκος του βορειοδυτικού άκρου του Sinus Asperitatis, ενός κόλπου στο νοτιοδυτικό άκρο της Mare Tranquillitatis. Ο κρατήρας Υπατία είναι ένας ασύμμετρος σχηματισμός με ένα τραχύ, ακανόνιστο εξωτερικό χείλος που κόβεται σε πολλά σημεία από στενές σχισμές. Περίπου 70 χιλιόμετρα βόρεια του κρατήρα Υπατία υπάρχει ένα σύστημα γραμμικών αυλακώσεων που ονομάζονται Rimae Hypatia. Αυτό διασχίζει τη Mare Tranquillitatis για μήκος περίπου 180 χιλιομέτρων και γενικά ακολουθεί μια πορεία προς τα νότια-νοτιοανατολικά.