Χρόνος ανάγνωσης περίπου:15 λεπτά

Σκέψεις για τον ποιητή της «νέας γέννας», τον επίκαιρο, τον παντοτινό, τον ρομαντικό επαναστάτη, τον Κωστή Παλαμά

Όταν το ημερολόγιο έδειχνε 13 Γενάρη 1959, γεννήθηκε στην Πάτρα ο κορυφαίος εκπρόσωπος της λογοτεχνικής γενιάς του 1880, που ανανέωσε την ελληνική λογοτεχνία, μετά την περίοδο του ρομαντισμού, ο Κωστής Παλαμάς. Σε ηλικία 7 χρονών, έμεινε ορφανός και πήγε να μείνει στο σπίτι του θείου του στο Μεσολόγγι. Σπούδασε στη Νομική, αλλά εγκατέλειψε τις σπουδές του για ν’ αφοσιωθεί στη Λογοτεχνία.

Το 1886 δημοσίευσε την πρώτη του συλλογή «Τα τραγούδια της πατρίδας μου», γραμμένα στη δημοτική. Με τον Κ. Παλαμά, η δημοτική γλώσσα γίνεται το μέσο της ποιητικής έκφρασης, σημειώνοντας καθοριστικές επιτυχίες στον αγώνα κατά της καθαρεύουσας. Από τα τέλη του 19ου αιώνα μέχρι και το 1910, κυκλοφόρησε κάποια από τα σημαντικότερα έργα του, όπως είναι ο «Δωδεκάλογος του γύφτου», «Η φλογέρα του βασιλιά», τα «Ίαμβοι και Ανάπαιστοι», «Ασάλευτη ζωή».

Ο πνευματικός «γίγαντας», ο ποιητής, ο πεζογράφος, ο κριτικός και ο πρωτοπόρος μαχητής του δημοτικισμού, με το αριστούργημά του «Δωδεκάλογος του Γύφτου», οραματίστηκε την κοινωνία του λαού.

Ο Κωστής Παλαμάς σε ηλικία 10 χρονών.

Έμεινε αθάνατος, παρότι μετά τον πόλεμο και έως σήμερα η επίσημη πολιτεία, ανομολόγητα, με το κοινωνικό, εκπαιδευτικό και πολιτιστικό της σύστημα, πετά στη λήθη την παλαμική κληρονομιά του λαού. Γιατί, κληρονομιά του λαού είναι το παλαμικό έργο, παρά τις όποιες ιδεολογικές μεταστροφές και αντιφάσεις του, γι’ αυτό και είναι πάντα ζωντανό!

Και καθώς ο λαός, περιφρονημένος, ξεγελασμένος, «αλυσοδεμένος», μοχθεί ξανά και η ανεργία, η φτώχεια και η εκμετάλλευση κατακλύζουν τη ζωή του, το έργο του Παλαμά παραμένει επίκαιρο. Ξαναλάμπει σαν φάρος για μια νέα «αφύπνιση» του δουλευτή λαού ενάντια στους εκμεταλλευτές του, ενάντια στους πατριδοκάπηλους, πολεμοκάπηλους, ντόπιους και ξένους δυνάστες για μια νέα αναγεννητική πορεία του τόπου.

«Εμείς δε γονατίσαμε σκυφτοί τα πόδια να φιλήσουμε του δυνατού σαν τα σκουλήκια που πατεί μας

μα για ν’ αντισταθή με το σπαθί, βρέθηκε σαν πολύ στοχαστική και σαν πολύ ονειρόπλεχτη η ψυχή μας.»

[Δωδεκάλογος του γύφτου, ΛΟΓΟΣ Ζ΄ Το πανηγύρι της Κακάβας, 1907]

Ο Παλαμάς ανασύνθεσε δημιουργικά μέσα στην ποίησή του την παράδοση και την ιστορία όλου του ελληνικού πολιτισμού, σε μια διαλεκτική ενότητα. Μας πρόσφερε έτσι μεγάλες δημιουργίες, που δεν αποτελούν απλές σελίδες της Ιστορίας μας, αλλά σπουδαία ανεκτίμητα υλικά της ανθρώπινης ευαισθησίας και των σκιρτημάτων της ζωής, στο στερέωμα των συνειδήσεων.

«Δείξε εσύ πως πρώτα είσαι ο άρχοντας

κι ο εξουσιαστής

του θυμού σου, της βουλής σου, της ψυχής σου,

γίνε δουλευτής.

Σβήσε κάθε σου ξεχώρισμα,

ρίχ’ το δαχτυλίδι σου αρραβώνα

μέσα στο κανάλι του λαού,

ένας γίνε από τους στύλους τους αμέτρητους

του μεγάλου έργου του συντροφικού»

[Δωδεκάλογος του γύφτου, ΛΟΓΟΣ Β, Δουλευτής, 1907]

Το 1913 γράφει:

«Εμείς οι εργάτες είμαστε που με τον ίδρωτά μας

ποτίζουμε τη γη για να γεννά

καρπούς, λουλούδια, τ’ αγαθά του κόσμου ολόγυρά μας·

φτωχή, αλουλούδιαστη, άκαρπη, μονάχα η αργατιά,

Εμείς οι εργάτες είμαστε που με τον ίδρωτά μας

ζυμώνουμε του κόσμου το ψωμί,

πιο δυνατά κι απ’ τα σπαθιά τα χέρια τα δικά μας,

και μ’ όλο το αλυσόδεμα, σκάφτουν, και η γη πλουτεί,

…Στου κόσμου τους θησαυριστές το βιος σου, εργάτη, νόμοι

στο τρώνε αδικητές χωρίς ντροπή;»

[«Εμείς οι Εργάτες», από τη συλλογή «Δειλοί και Σκληροί Στίχοι», α’ έκδοση 1928]

Στην σημερινή εποχή της παρακμής, της υποχώρησης και της συστημικής οικονομικής κρίσης, τα λόγια του Παλαμά ακούγονται όχι μόνον επίκαιρα, αλλά στέκουν φάρος λαμπρός, για όσους έρχονται αντιμέτωποι με τη βαθιά αντικοινωνική φύση και τη μαζική διαρθρωτική βία του καπιταλισμού, την φτώχεια και την εξαθλίωση. Οι περιθωριοποιημένες κι εξαθλιωμένες μάζες της κοινωνίας, αναπόφευκτα αναζητούν εναλλακτικούς τρόπους ζωής, που θα τους προστατεύσουν από την καταστροφή που προκαλεί το υπάρχον σύστημα, για να απαλλαγούν από τα βάσανα που βιώνουν καθημερινά στη ζωή και στη δουλειά. Για όσους καταλαβαίνουν, ότι δεν μπορεί να ισχύει η επιμονή κάποιων, ότι πάνω στα θεμέλια της ασχήμιας, του ψεύδους και την εκμετάλλευσης μπορούμε να βελτιώσουμε το σύστημα… Το σύστημα είναι φθαρμένο και η κάθαρση θα έρθει μονάχα μέσω της αναγέννησης. Και το χτίσιμο μιας νέας κοινωνίας προϋποθέτει το γκρέμισμά της απάνθρωπης, εκμεταλλευτικής δυστοπίας που ζούμε.

Αλλά, για να είσαι ο κτίστης, πρέπει να είσαι και ο γκρεμιστής και αυτό βέβαια θέλει απόφαση και τόλμη.

Ο γκρεμιστής

«Ακούστε. Εγώ είμαι ο γκρεμιστής, γιατ’ είμ’ εγώ κι ο χτίστης,

ο διαλεχτός της άρνησης κι ο ακριβογιός της πίστης.

Και θέλει και το γκρέμισμα νου και καρδιά και χέρι.

Στου μίσους τα μεσάνυχτα τρέμει ενός πόθου αστέρι.

Κι αν είμαι της νυχτιάς βλαστός, του χαλασμού πατέρας,

πάντα κοιτάζω προς το φως το απόμακρο της μέρας.

Εγώ ο σεισμός ο αλύπητος, εγώ κι ο ανοιχτομάτης·

του μακρεμένου αγναντευτής, κι ο κλέφτης κι ο απελάτης·

και με το καριοφίλι μου και με το απελατίκι

την πολιτεία την κάνω ερμιά, γη χέρσα το χωράφι.

Κάλλιο φυτρώστε, αγριαγκαθιές, και κάλλιο ουρλιάστε, λύκοι,

κάλλιο φουσκώστε, πόταμοι, και κάλλιο ανοίχτε, τάφοι,

και, δυναμίτη, βρόντηξε και σιγοστάλαξε, αίμα,

παρά σε πύργους άρχοντας και σε ναούς το Ψέμα.

Των πρωτογέννητων καιρών η πλάση με τ’ αγρίμια ξανάρχεται.

Καλώς να ’ρθεί. Γκρεμίζω την ασκήμια.

Είμ’ ένα ανήμπορο παιδί που σκλαβωμένο το ’χει

το δείλιασμα, κι όλο ρωτά και μήτε ναι, μήτε όχι

δεν του αποκρίνεται κανείς και πάει κι όλο προσμένει

το λόγο που δεν έρχεται, και μια ντροπή το δένει.

Μα το τσεκούρι μοναχά στο χέρι σαν κρατήσω,

και το τσεκούρι μου ψυχή μ’ ένα θυμό περίσσο.

Τάχα ποιός μάγος, ποιό στοιχειό τού δούλεψε τ’ ατσάλι

και νιώθω φλόγα την καρδιά και βράχο το κεφάλι,

και θέλω να τραβήξω εμπρός και πλατωσιές ν’ ανοίξω,

και μ’ ένα Ναι να τιναχτώ, μ’ ένα Όχι να βροντήξω;

Καβάλα στο νοητάκι μου, δεν τρέμω σας, όποιοι είστε·

γρικάω, βγαίνει από μέσα του μια προσταγή: Γκρεμίστε!»

[Δειλοί και σκληροί στίχοι, Λυγμοί και θυμοί, Ο γκρεμιστής, 1928]

Υπέρμαχος πρωτεργάτης του δημοτικισμού, με την ποίηση του χτύπησε αμείλικτα τους υποστηρικτές της καθαρεύουσας:

«Κάμπιες και σκόροι

και παπαγάλοι,

κι εσείς, δασκάλοι,

κι εσείς, ρητόροι,

τι; Με το ζόρι

και τη μεγάλη,

τη Γλώσσα κόρη,

τα γυμνά κάλη,

να τα ντροπιάστε

ζητάτε; Να ’στε

καταραμένοι!

Πέρνα, μπαμπούλα!

Μα ο Στίχος, βούλα

πυρή και μένει».

[Οι πεντασύλλαβοι, 24, 1915-1917]

Η ποίησή του κυοφορούσε το καινούριο, τη δίψα των μαζών για γνώση και ανάπτυξη της επιστήμης. «Ο κόσμος αυτός που έρχεται, φέρνει μέσα του τις παλινωδίες του, τα μεγάλα νεκρά αποθέματα μιας ένδοξης ιστορίας, την αντιφατική ψυχολογία και τον εσωτερικό διχασμό του», έγραψε ο Μ. Αυγέρης. Φύση ποιητική, ανήσυχη, στοχαστική, ανοιχτή στα μηνύματα και στις ιδέες του καιρού του, ο Παλαμάς εξέφρασε τη δική του σχέση με τον καιρό του και αυτό φαίνεται με τον στίχο του:

«Τέχνη και τ’ όνειρο κι η ζωή και η ποίηση και η πράξη»

[Βωμοί, βιβλίο τρίτο, οι νεράιδες, 1915]

25 του Μάρτη 1896. Έναρξη των Ολυμπιακών Αγώνων στο Καλλιμάρμαρο, ώρα 3.30 μ.μ. Ακούγεται για πρώτη φορά, με την υπέροχη μουσική του Κερκυραίου συνθέτη Σπύρου Σαμάρα, ο Ολυμπιακός Ύμνος, σε ποίηση Κωστή Παλαμά.

«Αρχαίο Πνεύμ’ αθάνατον, αγνέ πατέρα
του ωραίου, του μεγάλου και τ’ αληθινού,
κατέβα, φανερώσου κι άστραψ’ εδώ πέρα
στη δόξα της δικής σου γης και τ’ ουρανού.

Στο δρόμο και στο πάλεμα και στο λιθάρι,
στων ευγενών Αγώνων λάμψε την ορμή,
και με τ’ αμάραντο στεφάνωσε κλωνάρι
και σιδερένιο πλάσε κι άξιο το κορμί.

Κάμποι, βουνά και πέλαγα φέγγουν μαζί σου
σαν ένας λευκοπόρφυρος μέγας ναός,
και τρέχει στο ναό εδώ προσκυνητής σου,
Αρχαίο Πνεύμ’ αθάνατο, κάθε λαός.

Αρχαίο Πνεύμ’ αθάνατο, κάθε λαός. πατέρα
του ωραίου, του μεγάλου και τ’ αληθινού,
Στο δρόμο και στο πάλεμα και στο λιθάρι,
στων ευγενών Αγώνων λάμψε την ορμή!
»

Ο αυτόπτης μάρτυρας, μεγάλος παιδαγωγός της άθλησης, προπονητής το 1896 της ομάδας γυμναστικής του Εθνικού Γ.Σ., Ιωάννης Χρυσάφης γράφει: «μόλις αι βροντώδεις και παρατεταμέναι ζητωκραυγαί όλου του θεατηρίου (!) εσίγησαν ήρχισεν εις το μέσον ακριβώς του Σταδίου η εκτέλεσις, υπό μιας αληθώς γιγαντιαίας, διά τας Αθήνας της εποχής εκείνης, ορχήστρας και χορωδίας, του Ολυμπιακού Υμνου του διασήμου Ελληνος μουσικοδιδασκάλου Σπύρου Σαμάρα, του τονισθέντος επί των αληθώς πινδαρικών στίχων του ποιητού Κωστή Παλαμά …».

Ο ύμνος παραγγέλθηκε στον ποιητή τον Μάη του 1895 από την Επιτροπὴ Ολυμπιακών Αγώνων, ύστερα απὸ επιμονὴ των Δημ. Βικέλα και Τιμ. Φιλήμονος. Η παραγγελία θεωρήθηκε σαν μία νίκη των Δημοτικιστών. Μελοποιήθηκε από τον Κερκυραίο μουσουργό Σπύρο Σαμάρα καί απετέλεσε τον ύμνο των Ολυμπιακών Αγώνων, που οργανώθηκαν στο Στάδιο το 1896. Από την Oλυμπιάδα του Τόκιο, το 1952, καθιερώθηκε ως ο επίσημος ύμνος των Αγώνων και ακούγεται στην ελληνική γλώσσα σε κάθε Oλυμπιάδα.


Το 1897 γράφει στο πέμπτο βιβλίο των «Βωμών» τον ύμνο της Κρήτης.

«Ύμνος της Κρήτης

Από βυθούς ωκεανικούς προβάλλει

κι αγάλια ξετυλίγετ’ ένας κόσμος.

Κι απ’ το χέρι της δύναμης, το χάος

καθώς απλώθη κι έγινε με μύρια

πρόσωπα πλάση,

έτσι κι ο κόσμος ξεχωρίζει εμπρός μου…

Σα γοργόνες ανήμερες που η σάρκα

τους αρχινώντας παρθενοπλασμένη

ξετυλιέται και γίνεται του κήτους

φτεροσπαθάτη ουρά, τις Έχτρες βλέπω

και τους Πολέμους.

Και σαν καράβια με πανιά απλωμένα

που αρματωμένα πλένε αφροκοπώντας

καμαρωτά απ’ την πρύμην ώς την πλώρη,

γιομάτα θησαυρούς, βλέπω τις Νίκες

και τους Θριάμβους!

Και σαν πουλιά, κατάλευκα πουλάκια,

λαβωμέν’ από αλάθευτα τουφέκια,

που το δρόμο τους βάφουν με το αίμα,

κοιτάζω τις Σκλαβιές και τα Μαρτύρια.

Και σα νεράιδες

φωτόχυτες αεροκαμωμένες

βλέπω τις Δόξες —μες στων οραμάτων

το θάμπωμα— αγναντεύω τα Τραγούδια

κι αυτά σαν παιγνιδιάρικα να τρέχουν

χρυσά δελφίνια.

Και σα μαυρίλα που βαριά σκεπάζει

πελάγη και ουρανούς βλέπω το Χάρο,

ενώ σαν αφροτίναχτη θεά Κύπρη

μια δεύτερη φορά, φαντάζει αγνάντια

κι η Αθανασία.

Και σαν τη μάνα του ήλιου, σαν τη βρύση

του φωτός που ακουμπάει ψηλά στ’ αστέρια

την κορφή και στα τάρταρα βυθίζει

τη ρίζα, την απέραντην Ελλάδα

στερνά ξανοίγω.

Κι όλα· κι οι Έχτρες κι οι Πόλεμοι, και οι Νίκες

και οι Θρίαμβοι, κι οι Σκλαβιές και τα Μαρτύρια,

όλες οι Δόξες, όλα τα Τραγούδια,

κι η Αθανασία κι ο Θάνατος κι απάνω

σ’ όλα η Ελλάδα,

όλα όλα παναρμόνια δεμένα

σ’ ένα χορό, σε μια πομπή, προβαίνουν

από βυθούς ωκεανικούς βγαλμένα

στα γαλάζια νερά μας, και μαγεύουν

του Αιγαίου το κύμα.

Περνούν ακρογιαλιές ασημωμένες

και νησιά σμαραγδένια χαιρετάνε,

κι όλα αράζουν στην άκρη του πελάγου

του ολόφωτου, εκεί πέρα που ριζώνει

άτρομα η Κρήτη!

Της αστραπής και της βροντής η Κρήτη,

και των κελαηδισμών και των αγώνων,

των αιμάτων και των τροπαίων η Κρήτη,

των τυράννων ακοίμητη φοβέρα,

η Κρήτη, η Κρήτη!

Κι όλα στοιχειά και αχάλαστα και κάνουν

σαν από τ’ άστρα ολόχυτη αρμονία,

και φτερά έχουν και χέρια και στα χέρια

και στα φτερά νά η Κρήτη προς τα ύψη

της αποθέωσης!

Ω Κρήτη, όπως ολόχαρα σε βλέπουν

τα μάτια τα θεϊκά της Φαντασίας,

άμποτε και τα μάτια τα δικά μας

να σε ιδούν της ελεύτερης πατρίδας

τρανή κορόνα!»

[Βωμοί, βιβλίο πέμπτο, Ύμνος της Κρήτης, 1897]

Ο λαός με το αλάθητο ένστικτο και αίσθημά του αγάπησε το παλαμικό έργο. Ο ουμανισμός και διεθνισμός του Παλαμά ήταν δοσμένος στους καταφρονεμένους και βαριόμοιρους και λαχταρούσε τη μέρα που…

«κι ο άνθρωπος ο βαριομοίρης

θα υψωθεί θριαμβευτής

σε μια γη πλατιά προφήτης

μιας πλατύτερης ψυχής»

[Δωδεκάλογος του γύφτου, ΛΟΓΟΣ Γ, Αγάπη, 1907]

Ο Παλαμάς τραγούδησε την ανάγκη της νέας κοινωνικής «γέννας» με πολλά ποιήματά του. Χαρακτηριστικό του παλαμικού ρομαντικού «σοσιαλισμού» είναι και το παρακάτω, πολύ επίκαιρο, σονέτο:

«Οι δύναμες και οι γνώμες των Καισάρων

του ολέθρου ξαπολύσαν τους λεγεώνες

για τον πόλεμο, μ’ όλων των ταρτάρων

τη βοήθεια, πρωτόφαντο στους αιώνες.

Σεισμοί καταλυτές απ’ των Ταινάρων

τ’ άντρα ώς του Ρήνου τους βυθούς· Γοργόνες

και Βαλκύρες ρεκάζουν: «Άρον άρον!

Σταύρωσον!» Και με σκήπτρα, με κορόνες

οι σταυρωτήδες. Τα Έθνη, οι σταυρωμένοι.

Μα ορμή εκδικήτρα τα Έθνη τα σηκώνει

και των Καισάρων καταγής οι θρόνοι.

Κι από Έθνη κι από Καίσαρες πιο απάνου

κι από το θέλημα όποιου λαοπλάνου,

Σπάρτακε, εσένα η Νέμεση ανασταίνει».

[Τα δεκατετράστιχα, σειρά πέμπτη, 47, 1919]

Σαν σήμερα στις 27 Φλεβάρη του 1943, ο ποιητής αφήνει την τελευταία του πνοή. Την επομένη στις 28 Φλεβάρη του 1943, χιλιάδες κόσμου διέσχιζε τους δρόμους της Αθήνας. Κάτω από τη γερμανική κατοχή, συνόδευσαν τη σορό του Κωστή Παλαμά προς το Α Νεκροταφείο. Η κηδεία του Κωστή Παλαμά εξελίχθηκε σε αντιστασιακή πράξη, μετατράπηκε σε αντικατοχική διαδήλωση. Χιλιάδες πατριώτες έψαλλαν τον εθνικό ύμνο μπροστά στους ένοπλους Γερμανούς. Με το θάνατό του ένωσε το λαό, τον εμψύχωσε, κι με κείνην την αυθόρμητη διαδήλωση, ουσιαστικά προσκυνούσαν το μεγαλείο της ψυχής και της πέννας του. «Στο φέρετρο του Κωστή στηρίζεται όλη η Ελλάδα», δήλωσε ο Άγγελος Σικελιανός.

Η κηδεία του Κ. Παλαμά εξελίχθηκε σε αντικατοχικό συλλαλητήριο. Φωτογραφία από το πλήθος του κόσμου που συνόδεψε τον ποιητή στην τελευταία του κατοικία. 28/2/1943

«Ηχήστε οι σάλπιγγες

Ηχήστε οι σάλπιγγες… Καμπάνες βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα…
Βογκήστε τύμπανα πολέμου… Οι φοβερές
σημαίες, ξεδιπλωθείτε στον αέρα!

Σ’ αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα!
Ένα βουνό με δάφνες αν υψώσουμε ως το Πήλιο κι
ως την Όσσα,
κι αν το πυργώσουμε ως τον έβδομο ουρανό,
ποιόν κλεί, τι κι αν το πεί η δικιά μου γλώσσα;

Μα εσύ Λαέ, που τη φτωχή σου τη μιλιά,
Ήρωας την πήρε και την ύψωσε ως τ’ αστέρια,
μεράσου τώρα τη θεϊκή φεγγοβολιά
της τέλειας δόξας του, ανασήκωσ’ τον στα χέρια

γιγάντιο φλάμπουρο κι απάνω από μας
που τον υμνούμε με καρδιά αναμμένη,
πες μ’ ένα μόνο ανασασμόν: «Ο Παλαμάς!»,
ν’ αντιβογκήσει τ’ όνομά του η οικουμένη!

Ηχήστε οι σάλπιγγες… Καμπάνες βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα…

Βογκήστε τύμπανα πολέμου… Οι φοβερές
σημαίες, ξεδιπλωθείτε στον αέρα!

Σ’ αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα! Ένας λαός,
σηκώνοντας τα μάτια του τη βλέπει…
κι ακέριος φλέγεται ως με τ’ άδυτο ο Ναός,
κι από ψηλά νεφέλη Δόξας τονε σκέπει.

Τι πάνωθέ μας, όπου ο άρρητος παλμός
της αιωνιότητας, αστράφτει αυτήν την ώρα
Ορφέας, Ηράκλειτος, Αισχύλος, Σολωμός
την άγια δέχονται ψυχή την τροπαιοφόρα,

που αφού το έργο της θεμέλιωσε βαθιά
στη γην αυτήν με μιαν ισόθεη Σκέψη,
τον τρισμακάριο τώρα πάει ψηλά τον Ίακχο
με τους αθάνατους θεούς για να χορέψει.

Ηχήστε οι σάλπιγγες… Καμπάνες βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα…
Βόγκα Παιάνα! Οι σημαίες οι φοβερές
της Λευτεριάς ξεδιπλωθείτε στον αέρα!
».

[Άγγελος Σικελιανός, Ηχήστε οι σάλπιγγες, 27/2/1943]

Ο Άγγελος Σικελιανός στην ομιλία του στον «Παρνασσό» το 1936 με θέμα: «Ο Παλαμάς ασκητής και μύστης», είπε: «Ο Παλαμάς εμόχθησε, έλπισε, αγάπησε, αιμάτωσε, αγωνίστηκε, ενίκησε, για μας. Ο Παλαμάς λοιπόν, είναι ένας άγιος».

Εργογραφία του Κωστή Παλαμά

(από το Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου)

Ι.Ποίηση
• Μισολόγγι. Μεσσολόγγι, τυπ. Δυτική Ελλάς, 1878.
• Τραγούδια της πατρίδος μου. Αθήνα, 1886.
• Ύμνος εις την Αθηνάν. Αθήνα, τυπ. αφων Περρή, 1889.
• Τα μάτια της ψυχής μου. Αθήνα, τυπ. Εστίας, 1892.
• Ίαμβοι και ανάπαιστοι. Αθήνα, τυπ. Εστίας, 1897.
• Τάφος. Αθήνα, Εστία, 1898.
• Οι χαιρετισμοί της Ηλιογέννητης. Πειραιάς, τυπ. Σφαίρα, 1900.
• Η ασάλευτη ζωή. Αθήνα, τυπ.Εστίας, 1904.
• Ο Δωδεκάλογος του Γύφτου. Αθήνα, τυπ. Εστίας, 1907.
• Η φλογέρα του Βασιλιά με την Ηρωική τριλογία, Πρόλογο κι Επίλογο. Αθήνα, τυπ. Εστίας, 1910.
• Οι καημοί της λιμνοθάλασσας και Τα Σατυρικά γυμνάσματα. Αθήνα, Φέξης, 1912.
• Η Πολιτεία και η Μοναξιά. Αθήνα, Εστία, 1912.
• Βωμοί. Αθήνα, Εστία, 1915.
• Τα παράκαιρα. Αθήνα, Ι.Ν.Σιδέρης, 1919.
• Τα δεκατετράστιχα. Αλεξάνδρεια, τυπ. Κασιμάτη-Ιωνά, 1919.
• Οι πεντασύλλαβοι – Τα παθητικά κρυφομιλήματα – Οι λύκοι – Δυο λουλούδια από τα ξένα. Αθήνα, Κολλάρος, 1925.
• Δειλοί και σκληροί στίχοι. Σικάγο, τυπ. Ο Νεοελληνικός Μέρκουρι, 1928.
• Ο κύκλος των τετραστίχων. Αθήνα, τυπ. Ο Κοραής, 1929.
• Περάσματα και χαιρετισμοί. Αθήνα, τυπ. Εστίας, 1931.
• Οι νύχτες του Φήμιου. Αθήνα, τυπ. Εστίας, 1935.
• Βραδινή φωτιά. 1944. (μεταθανάτια έκδοση από το γιο του ποιητή Λέανδρο).

.
ΙΙ.Κριτική- Αυτοβιογραφικά κείμενα- Μελέτες
• Το έργον του Κρυστάλλη. Αθήνα, τυπ.Εστίας, 1894.
• Διονυσίου Σολωμού · Άπαντα τα ευρισκόμενα. Αθήνα, τυπ. Π.Δ.Σακελλαρίου, 1901.
• Γράμματα. Αθήνα, τυπ.Εστίας, 1904.
• Γράμματα2. Αθήνα, τυπ.Εστίας, 1907.
• Ηρωικά πρόσωπα και κείμενα. Αθήνα, εκδ. της «Φοιτητικής Συντροφιάς», 1911.
• Τα πρώτα κριτικά. Αθήνα, Φέξης, 1913.
• Αριστοτέλης Βαλαωρίτης. Αθήνα, τυπ. Εστίας, 1914.
• Ιούλιος Τυπάλδος. Αθήνα, τυπ. Π.Δ.Σακελλαρίου, 1917 (στη σειρά «Διαλέξεις Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσού12» Διαλέξεις περί ελλήνων ποιητών του ΙΘ΄ αιώνος)
• Βιζυηνός και Κρυστάλλης. Αθήνα, τυπ. Π.Δ.Σακελλαρίου, 1917 (στη σειρά Διαλέξεις Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσού16· Διαλέξεις περί ελλήνων ποιητών του ΙΘ΄ αιώνος).
• Ανατόλ Φρανς. Αθήνα, Πανεπιστήμιο Αθηνών, 1925.
• Γύρω στο Σολωμό. Αθήνα, τυπ. Προμηθεύς, 1927.
• Πεζοί Δρόμοι Α΄. Αθήνα, Ζηκάκης, 1928.
• Πεζοί δρόμοι Β΄. Αθήνα, Ζηκάκης, 1928.
• Προσφώνησις· του αντιπροέδρου της Ακαδημίας Αθηνών… Αθήνα, τυπ. Εστίας, 1929.
• Ο Γκαίτε στην Ελλάδα. Αθήνα, Δημητράκος, 1932.
• Τα χρόνια μου και τα χαρτιά μου · Η ποιητική μου Α’. Αθήνα, τυπ. Εστίας, 1933.
• Πεζοί δρόμοι Γ΄· Κάποιων νεκρών η ζωή. Αθήνα, Δημητράκος, 1934.
• Τα χρόνια μου και τα χαρτιά μου2. Αθήνα, τυπ. Εστίας, 1940.

.
ΙΙΙ.Διηγήματα
• Θάνατος παλληκαριού. Αθήνα, τυπ. Εστίας, 1901.
• Διηγήματα. Αθήνα, Ι.Ν.Σιδέρης, 1920.

.
IV.Θέατρο
• Τρισεύγενη· Δράμα σε τέσσερα μέρη. Αθήνα, τυπ. Εστίας, 1903.

.
V.Μεταφράσεις
• Andre Laurie, Πρόας ο Νικίου. 1898.
• Emile Verhaeren, Η Ελένη της Σπάρτης. Αθήνα, Τα έργα, 1916.
• Ξανατονισμένη μουσική. Αθήνα, Εστία, 1930.

.
VI.Αλληλογραφία
• Γράμματα στη Ραχήλ. 1960.
• ΑλληλογραφίαΑ΄ (1875-1915)• Εισαγωγή – Φιλολογική Επιμέλεια- Σημειώσεις Κ.Γ.Κασίνη. Αθήνα, έκδοση του Ιδρύματος Κωστή Παλαμά, 1975.
• ΑλληλογραφίαΒ΄ (1916-1928)• Εισαγωγή – Φιλολογική Επιμέλεια- Σημειώσεις Κ.Γ.Κασίνη. Αθήνα, έκδοση του Ιδρύματος Κωστή Παλαμά,1978.
• ΑλληλογραφίαΓ΄ (1929-1941) )• Εισαγωγή – Φιλολογική Επιμέλεια- Σημειώσεις Κ.Γ.Κασίνη. Αθήνα, έκδοση του Ιδρύματος Κωστή Παλαμά, 1981.
• ΑλληλογραφίαΔ΄ • Γράμματα στη Λιλή Ζηρίνη• Εισαγωγή – Φιλολογική Επιμέλεια- Σημειώσεις Κ.Γ.Κασίνη. Αθήνα, έκδοση του Ιδρύματος Κωστή Παλαμά, 1986.
• ΑλληλογραφίαΕ΄· Γράμματα στη Στέλλα Διαλέττη. Αθήνα, έκδοση του Ιδρύματος Κωστή Παλαμά.

.
VII. Συγκεντρωτικές εκδόσεις
• Σονέτα· Φιλολογική επιμέλεια Κάρολος Μητσάκης. Αθήνα, 1995.
• ΆπανταΑ΄-ΛΓ΄. Αθήνα, Ίδρυμα Κωστή Παλαμά, 1992. 1. Για διεξοδική και βιβλιογραφία του Κωστή Παλαμά βλ. τα :Κατσίμπαλης Κ.Γ. , Παλαμική Βιβλιογραφία. Αθήνα, Εστία, 1932. Κατσίμπαλης Κ.Γ., Βιβλιογραφία Κωστή Παλαμά,Α΄-Γ΄. Αθήνα, Σεργιάδης, 1943. Κατσίμπαλης Κ.Γ., Βιβλιογραφία Κωστή Παλαμά (1943-1953). Αθήνα, Σεργιάδης, 1953. Κατσίμπαλης Κ.Γ., Βιβλιογραφία Κωστή Παλαμά (1954-1958). Αθήνα, 1959. Κατσίμπαλης Κ.Γ., Βιβλιογραφία Κωστή Παλαμά (1959-1963). Αθήνα, 1964. Κατσίμπαλης Κ..Γ., Βιβλιογραφία Κωστή Παλαμά (1964-1969). Αθήνα, 1970. Κασίνης Κ.Γ., Βιβλιογραφία Κωστή Παλαμά (1911-1925). Αθήνα, ΄Ιδρυμα Κωστή Παλαμά, 1973, Κασίνης Κ.Γ., «Βιβλιογραφία Κωστή Παλαμά 1932-1942· Πρώτη καταγραφή», Νέα Εστία, Χριστούγεννα 1993, σ.273-344.

Δανιήλ Τσιορμπατζής

Τι όμορφο που είναι να ζεις / να μπορείς να διαβάζεις τον κόσμο / τη ζωή να τη νιώθεις τραγούδι αγάπης / τι όμορφο που είναι να ζεις / σαν παιδί να απορείς και να ζεις.
Αναγνώσεις:181