Θε μου, κι ας ήταν μπορετό | της Άννας Τακάκη
Θε μου, κι ας ήταν μπορετό ν’ανοίξω πίσω πόρτα
να βγω σεργιάνι στη ζωή, ως ήβγαινα και πρώτα.
Να δω αθρώπους ήρεμους, και γελαστά κοπέλια,
ν’ακούσω μουσικές φωνές σ’αλώνια και σ’αμπέλια.
Να βρω πεζούλι παστρικό να κάτσω σε μιαν άκρα
και ν’ αγναντέψω του χωριού τα πέτρινα τα κάστρα.
Κι απέ να πάρω το σταμνί, νερό να το γεμίσω
κρυγιό νερό του πηγαδιού, πόθους να ξεκεντήσω.
Ν’ ανέβω στο νερόμυλο, ν’ανοίξω τα πανιά του
να δω τον κόσμο ’πό ψηλά μ’ όλα τα θάματά του.
Γύρα να κάμω στις αυλές και στσ’ όμορφους μπαξέδες
να κόψω κρίνους, γιασεμιά, αθούς και μενεξέδες.
Ν’ αποσταθώ στη ροδαρά που στάθηκα κοράσι
μ’ άγιόκλημα ν’ αγκαλιαστώ, μύρα να με κεράσει.
Να πορπατήξω ήθελα σ’ ολάνθιστα σοκάκια
ν’ανέβω στα ψηλά βουνά σε βράχους, σε χαράκια.
Να δω τον ήλιο πλια λαμπρό μέρα το μεσημέρι
το χρύσωμα τσ’ ανατολής, τση δύσης πρώτο αστέρι.
Άγιο φως να το θωρώ να πάρω το στη χέρα
να το βαστώ, να το φορώ, να πάω παραπέρα.
Να βρω μια πέτρα λαξευτή να κάτσω να λογιάσω
πως η ζωή ’ναι περασά… Μια φορά θα περάσω.
Δεν έχει δεύτερη ζωή κι απού μπορεί την πρώτη
να την περνά ακριμάτιστος, μ’ αγάπη και σεμνότη.
Έρχονται φεύγουν οι καιροί, σπεράδα κάν’ η σκέψη
να σύρει πορτομάνταλο, να μπάσει λίγη φέξη.
Θε μου, κι ας ήταν μπορετό ν’ανοίξω πίσω πόρτα
να ’ταν ακόμη η ζωή ως ήτονε και πρώτα.
Μα κλείν’ η πόρτα η παλιά, μια χαραμάδα ’φήνει
να φέγγει φως η λησμονιά, μην ποδιαβεί κι εκείνη.
.
Άννα Τακάκη
[από την ανέκδοτη ποιητική συλλογή «Φωνές του Νότου»]
[Η εικόνα που συνοδεύει το ποίημα είναι του Πολωνού καλλιτέχνη Michal Mierzejewski με τίτλο «Είναι όλα στο μυαλό σου», 2016]