Αποκριές – αποκρές | του Μιχάλη Χουρδάκη –
Μέρος τρίτο
Από το βιβλίο του Μιχάλη Χουρδάκη «Κρητικό διαχρονικό ημερολόγιο (καλαντάρι)», Αθήνα 2007
Μέρος τρίτο
Ένα παραδοσιακό κρητικό αποκριάτικο σκετς για να το πάρουν οι τολμηροί πολιτιστικοί σύλλογοι να κάνουν τι πρόβες τους και να το ανεβάσουν στην πλατεία του χωριού τους την Τσικνοπέφτη ή την Τυρινή αποκρά.
Τα Προξενιά της Παγώνας
Ένα μακρόσυρτο και μονότονο έμμετρο που πριν ακόμη 50 – 60 χρόνους ήταν γνωστό στο Μεραμπέλο όταν ακόμη οι Απόκριες γιορτάζονταν ανεπιτήδευτα από το λαό και όχι με τη σημερινή κοσμικότητα, είναι το παρακάτω. Χαρακτηρίζεται βέβαια άσεμνο αφού περιλαμβάνει αθυροστομίες (ξετσιπώματα), όμως τούτες τις μέρες και επιτρέπονται και συγχωρούνται όλα.
Εξάλλου πολλές περιοχές της χώρας μας γίνονται γνωστές μόνο και μόνο από τέτοιου είδους αποκριάτικες εκδηλώσεις.
Το παρακάτω έμμετρο παρουσιάζονταν υπό μορφή σκετς σε πλατείες αλλά και σε σπίθια. Ας αποβάλλομε τουλάχιστο τούτες τις μέρες την προσποιητή μας σεμνοτυφία για να το απολαύσομε.
Τους στίχους κατάγραψα από τα χείλη του συχωρεμένου φίλου και μεραμπελιώτη ξώμαχου Βαγγέλη Σταυρακάκη – Παστούκη 72 χρόνων το 1981, που με πληροφόρησε τότε ότι η Παγώνα ήταν περιζήτητη στα ξερομέτοχα του βορνού Μεραμπέλου, μάλιστα ο ίδιος είχε παίξει επανειλημένα το ρόλο της Παγώνας με τη μασκαρεμένη παρέα του.
Από το σκετς μπορούν να απαλειφθούν ορισμένοι στίχοι αν θεωρούνται αρκετά τολμηροί.
Κατά την απαγγελία των στίχων, γίνονται και οι ανάλογες μιμήσεις.
Τα Προξενιά τση Παγώνας
(Μικρό αποκριάτικο σκετς)
Ηθοποιοί 3 άντρες μεταμφιεσμένοι ώστε να μη γνωρίζονται
Εισηγητής Εκφωνεί τον πρόλογο και τον επίλογο. (Κλόουν).
Προξενητής Ντυμένος κατάλληλα
Παγώνα Υποψήφια νύφη. Κάνει τη ντροπαλή παρθένα
–
Εισηγητής Κάτσετε όλοι ακίνητοι, σαν την ορθή κολώνα
κι έρχεται ο προξενητής, μαζί με την Παγώνα
κάνει αυτός ότι μπορεί, για να τήνε παντρέψει
την έχει σαν κοπέλι του, μη στάξη και μη βρέξει
Ως η Παγώνα είναι αγνή και είναι και παρθένα
δε θέλει κρεβατώματα, από γαμπρό κανένα
Την παρθενιά τζη προσπαθεί να τη διατηρήσει
για να μη λέει ο καθανείς, την έχει διαγουμίσει
Αν πεις για το πουλάκι τζη, είναι αραχνιασμένο
για να μη λέει ο πασαείς, πως το ΄χει πειραγμένο
(Αποχωρεί)
Προξ. & Παγώνα (Μπαίνει στο κέντρο του ενδιαφέροντος και τραβά την Παγώνα από το χέρι. Την αφήνει)
Προξενητής Έλα παέ Παγώνα μου, να σε παντρέψω θέλω
εβρήκα σου καλό γαμπρό, από το Μεραμπέλο (την αφήνει)
Παγώνα Είπα σου δεν παντρεύομαι, Μεραμπελιώτη άντρα
να με ΄χει του κομπολογιού, την τελευταία χάντρα.
Προξενητής Παντρέψου συ Παγώνα μου, να βγω από την έγνοια
Παγώνα Δεν παντρεύομαι καλέ μου, τρίκλωνε βασιλικέ μου.
Ιντά ΄ναι δα κι η παντρειγιά, που κάνουν οι αθρώποι
να θέτει ο γεις ανάσκελα, κι ο άλλος να πιλώθει.
Προξενητής Παντρέψου συ Παγώνα μου, να ησυχάσω πούρι
έναν καλό ντεληκανή, απού ΄ναι κελεπούρι
Παγώνα Δεν παντρεύομαι σου το ΄πα, μπάρμπα μπου σου λέω σώπα,
Θυμούμαι το ντεληκανή, στα πρώτα πρωτοβρέξα
που μ’ έπιασε και μ’ έβαλε, στα δυο ντου σκέλια μέσα.
Προξενητής Εβρήκα ένα καλό γαμπρό, κι είναι καρδαμωμένος
Παγώνα Εκείνος τρώει κάρδαμο, κι είναι δυναμωμνένος
Θυμούμαι όντε με πίλωθε, μέσα στο πατητήρι
κι εφώνιαζα τση μάνα μου, να ΄ρθει να του τη σύρει
Προξενητής Εσκέφτηκα πως τόνε θες, και σου ΄βρηκα ένα γέρο.
Παγώνα Του γέρου απού μου ΄βρηκες, το νεύρο δεν τσιτώνει
ήπεσε το πουλάκι ντου, την τρύπα δε σαμώνει
Προξενητής Παντρέψου Παγωνάκι μου, κι ένα βοσκό σου βρήκα
Παγώνα Δεν είμαι για τα μούτρα ντου, γιατί βρωμεί τραγίλα
Βρούβες εβγήκα στο βουνό, να πάω να μαζώξω
και ο βοσκός εφώναζε, έλα να σε πλακώσω
Προξενητής Κατέχω ίντα σκέφτεσαι, και σου ΄βρηκα διακάκι
Παγώνα Κατέχω το διακάκι σου, που σα με ανεμίσει
δυο μέτρα τράφο ξεπερνά, να ΄ρθεί ναμε πηδήσει
Προξενητής Σα δε θες και το διακάκι, σου ΄βρηκα καλογεράκι
Παγώνα Δε θέλω ΄γώ καλόγερο, ούτε καλογεράκι
Τα ράσα πήγε κι ήβαλε, να σώσει τη ψυχή ντου
μα παίζει το πουλάκι ντου, απού ΄χει στο βρακί ντου.
Προξενητής Παντρέψου ΄συ Παγώνα μου, ένα παπά σου δίνω
Παγώνα Τον παπά σου δεν τον θέλω και να σκάσεις δεν τον παίρνω
Είναι μεταχειρισμένος, στο χωριό μας γροικισμένος
Προξενητής Παντρέψου Παγωνάκι κου, να πάρεις χασαπάκι
απού ΄ναι νέος κι όμορφος, κι έχει παχύ μουστάκι
Παγώνα Το χασάπη δεν τον θέλω, και να σκάσεις δεν τον παίρνω
Όλη μέρα κρέας σφάζει, και το βράδυ δα νυστυάζει
Προξενητής Κι αν σου δώσω μπαρμπεράκι που ΄χει αλαφρύ χεράκι;
Παγώνα Δεν παντρεύομαι μπαρμπέρη, με το αλαφρύ το χέρι
Όλη μέρα μπαρμπερίζει, και το βράδυ ροχαλίζει
Προξενητής Σου βρήκα τον κατάλληλο. Να πάρεις μαναβάκι,
απού με τέχνη περισσή, σου βγάνει το βρακάκι
Παγώνα Δε θέλω ΄γώ μπακάληδες, ούτε και μαναβάκι
Αν κατέχει να το βγάνει, δεν κατέχει να το βάνει
Προξενητής Παντρέψου Παγωνάκι μου, να πάρω το μπαχτσίσι
κι εγώ δα βάλω το γαμπρό, το πουλάκι οσυ να ξύσει
Παγώνα Θέλω το ΄γώ το ξύσιμο, θέλω και ποτιστήρι
μα ως θωρώ τα πράματα, χαλώ σου το χατήρι
Προξενητής Μη με κάνεις άνω – κάτω, σου ΄βρηκα ένα βαρβάτο
Παγώνα Δεν παντρεύομαι βαρβάτο, όλο δα με θέτει κάτω
Κι όσα φτερά και κόκκαλα, έχει ο πετεινός του
τόσες φορές με βάτεψε, στ’ αλωνοχώραφό του
Προξενητής Θέλω το ΄γω να παντρευτείς, κι ένα μικιό σου βρήκα
Παγώνα Δε θέλω ΄γω πολλά μικιό, γιατί σα μου μουντάρει
κατέχω ίντα δα ΄ξωθώ, μέχρι να με μολάρει
Προξενητής Παντρέψου Παγωνάκι μου, και νερουλά σου βρήκα
Παγώνα Ο νερουλάς απού μου λες, είπε μου μιαν ημέρα
Έτοιμη είν’ η βρύση μου, και φέρε το σταμνί σου
ως δα γεμίζεις το σταμνί, δα πιάνω το πουλί σου
Προξενητής Πρέπει να ανεγογυρευτείς, σου βρήκα περβολάρη
Παγώνα Κατέχεις ίντα μου ΄λεγε, οψές ο περβολάρης;
Πάρε με περβολάρη σου, κι απλέρωτο αργάτη
να σου φυτεύω καθ’ αργά, αγγούρια στο κρεβάτι
Προξενητής Παντρέψου Παγωνάκι μου, το μετεωρολόγο
Παγώνα Δεν παντρεύομαι καλέ μου, το μετεωρολόγο
Είπε μου πάλι οπροχθές, ανί χιονίζει όξω
έχω ένα σκούληκα ζεστό, και δα σου τόνε μπώξω
Προξενητής Παγώνα καταγάλιασε, και ήσυχο σου βρήκα
Παγώνα Ήθελα ΄γω τον ήσυχο, μα ίντα θαρείς πως κάνει
που δεν κατέχει το πουλί, με μαστοριά να βάνει
Θυμούμαι απού με ΄ριξε, απάνω στο μποτζάλε
και του ΄λεγα σιργουλευτά, πιο μέσα τόνε βάλε
Προξενητής Εβρήκα σου Παγώνα μου, το χοντροκαμωμένο
Παγώνα Δεν παντρεύομαι καλέ μου το χοντροκαμωμένο
γιατί ΄χει το πουλάκι μου, πολλά μεταπιασμένο
Προξενητής Παντρέψου συ Παγώνα μου, το νιο που ΄χει μποστάνι
Παγώνα Σαν την καρπούζα θέλει αυτός, πρώτα να με φαλιάρει
να δικιμάσει από μπροστά, κι οπίσωνα με πάρει
Προξενητής Εσύ δε θες ντεληκανή, και γάιδαρο σου βρήκα
Παγώνα Όι γιατί με στρίμωξε, οπίσω απ’ το μπεντένι
Χοντρή ΄ναι η παντέρμη ντου, και στη φωλιά δε μπαίνει
Προξενητής Αφού δεν τα κατάφερα, για να σε μεταπείσω
θέσε εσύ ανάσκελα, κι εγώ δα σε πηδήσω
Παγώνα Το ΄θελα ΄γω το πήδημα, μα όι από σένα πάλι
μικιή ΄ναι η παντέρμη σου, και θέλω πλεια μεγάλη
Προξενητής Ε, τότεσάς Παγώνα μου, άκου τη συμβουλή μου
Όντε δ’ ασπρίσει ο κόκορας, κι όντε μαυρίσει ο γλάρος
τότε δα παντρευτείς κι εσύ, να μπω κι ε΄γω κουμπάρος
Παγώνα Μαύρη ΄μαι και κατέχω το, άσκημη και θωρώ το
μα εκειά που το ΄χουν όλες τως, το ΄χω κι εγώ χαρώ το
Φαίνομαι ακατάδεχτη, μα ΄χω δικό μου τρόπο
να μη χαλώ εγώ ποτέ, χατήρι των αθρώπω
Εισηγητής (έρχεται κοντά τους κι έχει ένα αγγούρι σε δίσκο)
Προξενητής όσα κι αν πει, πηγαίνουν όλα στράφι
θωρώ το Παγωνάκι μας, να κάθεται στο ράφι
Σαν το μεγαλο θησαυρό, το βλέπει το πουλίτζη
μόλις δα δει αρσενικό, το λύνει το βρακί τζη
Σε όλα τούτα που ΄παμε, μια είναι η ουσία
παρθένα είν’ η Παγώνα μας, αυτό ΄χει σημασία
Εσκέφτηκα αγαπητοί, βραβείο τζη αξίζει
ένα αγγούρι μακρουλό, για να το κανακίζει
(Δίνει στην Παγώνα το αγγούρι)
Παγώνα: (Το παίρνει, το καμαρώνει, ενώ ένας –βαλτός – που βρίσκεται στο ακροατήριο χειροκροτεί για να παρασύρει και τους υπόλοιοπους σε χειροκρότημα. Αφού σταματήσουν τα χειροκροτήματα)
Εισηγητής: Όσά ΄παμε και κάναμε, μην παραξηγηθείτε μα κι αν παραξηγήσετε, πάτε να γα….νωθείτε!
Νίσπιτας
O Μιχάλης Εμμ. Χουρδάκης (Νίσπιτας) είναι ένας σπουδαίος και πολυγραφότατος Λαογράφος της Ανατολικής Κρήτης, γεννήθηκε το 1939 στη Νεάπολη Λασιθίου, κι εκεί κατοικεί ακόμη. Τελείωσε το κλασσικό εξατάξιο Γυμνάσιο στον τόπο γέννησης του και σπούδασε ηλεκτρονικά στην Αθήνα. Ασχολήθηκε επί 20 χρόνια με την κατασκευή και εμπορία ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών συσκευών στην Αθήνα, αλλά εργάστηκε και 18 χρόνια ως ξενοδοχοϋπάλληλος στον Άγιο Νικόλαο. Ο λόγος που παράτησε την τέχνη του για να γίνει ξενοδοχοϋπάλληλος είναι επειδή ήθελε να εργάζεται νύχτα για να μπορεί την ημέρα να συγκεντρώνει το Λαογραφικό του υλικό. Είναι μέλος της Εταιρείας Γραμμάτων και Τεχνών Ανατολικής Κρήτης, της Πολιτιστικής και Ιστορικής Εταιρείας Απάνω Μεραμπέλου, μέλος του Συλλόγου Μικρασιατών και Ποντίων Μεραμπέλου -λόγω της Μικρασιατικής καταγωγής της μητέρας του (εξ Αδάνων Μ. Ασίας)- καθώς και της Διεθνούς Εταιρείας Λογοτεχνών. Τον Αύγουστο του 1982 έβγαλε το πρώτο τεύχος του περιοδικού «Ρίζες». Έχει κυκλοφορήσει πολλά Λαογραφικά και ιστορικά βιβλία κι έχει βραβευτεί με Πανελλήνια βραβεία και εύφημες μνείες.