Το τραγούδι της κουτσουνάρας | της Άννας Τακάκη Πρώτη βροχή του φθινοπώρου. Στην αρχή οι ψιχάλες αραιές να σχηματίζουν το μωσαϊκό στην ταράτσα της αυλής μας. Ύστερα οι χοντρές ψιχάλες που πλήθαιναν κι έφερναν την πρώτη βροχή, δώρο ακριβό τ’ ουρανού προς στη γη, το πρώτο τους φίλημα. Καθώς το πάθος ετούτο τ’ ουρανού αγρίευε, μόνιαζε κι άλλα σύννεφα, σκούραΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Γεροντοκατάσταση… | του Αντώνη Κουκλινού Το μπαστουνάκι τζη βαστά και σολατσέρνει απόξω στη-ν αυλή. Στεμμένο έχει το τσικάλι στη μπαρασθιά και πάει πότε λίγο και σηκώνει το πούμα, γιατί ξεχειλά το νερό και θα σβήσει τη φωθιά. Στύφνο με βλιταράκια κι ένα κολοκυθάκι με μνια πατάτα βράζει. Το καλύτερο φαΐ για να δειπνήσεις, ονόστιμο και αλαφρύ. Ένα βολταράκι εκάμανε στοΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Η γαλάζια κορδέλα | της Άννας Τακάκη Ο λόγος σήμερο για μια κορδέλα, μια γαλάζια κορδέλα, εκείνη που ονειρεύτηκα πολύ πριν μπω στο Γυμνάσιο. Έτσι κι αλλιώς η κορδέλα μαζί με την μπλε ποδιά ήταν υποχρεωτική σε όλες τις τάξεις του Γυμνασίου. Στο Δημοτικό, τουλάχιστο στα δικά μου χρόνια, δεν ήταν απ’ό,τι θυμάμαι υποχρεωτικό. Τη φορούσαν όμως τα κορίτσια πουΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Ο κερατάς του χωριού | του Μιχάλη Στρατάκη Για να σκαρφαλώσω στην κορφή του Στρούμπουλα και να προσκυνήσω τον Τίμιο Σταυρό εξεκίνησα, μα στο μιτάτο του φίλου μου κατέληξα. Οι αέρηδες εφταίγανε, απού εξεσηκώνανε και τα χαλίκια από τη στράτα, κι η μπόρα απού εξέσπασε κι έφερε μου το μαντάτο πως θα κλουθούσανε κι άλλες συναδερφές τση. Επογιάγυρα, το λοιπόν,ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Μνια εμπειρία ζωής…| του Αντώνη Κουκλινού Το κοπέλι βαστά στα χέργια ντου το κινητό και παίζει… Κάθεται και παρατηρεί τσοι γκριμάτσες του σαστισμένος. Τα δαχτύλια ντου ανεβοκατεβαίνουνε στην οθόνη και πότε πότε χτυπά τ’ ατζί ντου νευριασμένο. Σκέφτεται με ήντα τρόπο θα του αποσπάσει τη προσοχή. -Αντράκι μου παρέτησε ετούτονά απού βαστάς κι έλα παέ να σου πω. -Δε μπορώΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Ο Κατσιλούπαρδος | της Άννας Τακάκη Το ’χε, καθώς φαίνεται, το ελάττωμα από τα γεννοφάσκια του. Ετσά ’τανε κι ο παππούς του. Κατσιλούπη* τον παρανομοιάζανε τον παππού, Κατσιλούπαρδο* τον έγγονα. Μόνο πως ο παππούς ελούπαζε* για άλλους λόγους. Για να μπει στα κατσιρμά* να κλέψει ξένο βιος, ν’ ανεβεί λουπά λουπά στη μάντρα και να κλέψει κιανένα πρόβατο γή κιανέναΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Με φως κι αγάπη | του Αντώνη Κουκλινού Ετρεμόσβηνε το φτύλι τση λάμπας να σβήσει και μόνταρε να φέρει τη (μ)πίργια, να τση βάλει μνια σταλιά πετρέλαιο. Ανεσηκώνει το πανί στο νεροχύτη από κάτω, να πχιάσει το μπουκάλι. Χωρίς τη (μ)πίργια δεν τα καταφέρνει γιατί τρέμουνε τα χέργια ντου, μα δεν αφέγγει κιόλας. Ήβαλε πετρέλαιο στη λάμπα και ίσα ίσαΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Η φυρομυαλισμένη | της Άννας Τακάκη -Ζηνοβία, ωρή Ζηνοβιό! πετάξου στην αποθήκη να μου φέρεις δυο πατάτες να τσοι βάλω στο ψητό. Σήμερο θα ρθει ο σάντολός σου από το Λιμάνι να του κάνομε το τραπέζι. Ίσα ογλήγορα μέχρι να μαλάξω ζύμη να κάμομε και δυο κατουμέργια. Σάλευγε, γιατί θέλω να πιάσεις ύστερα την παρασύρα να σκουπίσεις την αυλή κιΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Οι παππουδο-γιαγιάδες… | του Αντώνη Κουκλινού Τροζαμένη την έχουνε τη κακονίζικη. Η νύφη εβγήκενε καλόγεννη και κάθα χρόνο σχεδόν, τσοι ξεπορδαλιάζει και ένα κουτσούβελο. Τέσσερα ζωή να χουνε, μα πολλά ζωηρά και ώρες ώρες γίνεται η μέση τζη, ένα καβδούκι να τα παλεύγει. Αγλακούνε στην αυλή και δεν αφήνουνε πράμα να μη ντο βάλουνε στη μέση. Το ασερνικό ζωή ναΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…