Ούτε η πρώτη στο Παρίσι ούτε η τελευταία στον κόσμο. Μικρές ιστορίες γυναικών. Maid | της Ζωής Δικταίου
Στον καιρό μας, καιρός των συκοφαντημένων αθώων,
τυλιγμένη στη φθινοπωρινή πάχνη, μια κουρούνα,
ρεμβάζοντας από το παρτέρι τη τζαμαρία, περίμενε το μερίδιο της
από το πρωινό της Maid.
Στη μικρή κουζίνα είχε ετοιμάσει ζεστή πικρή σοκολάτα,
τρεις κουταλιές κακάο και μια κουβερτούρα,
πρόσθεσε λίγο μέλι όσο ήταν ακόμη στο μπρίκι,
την αρωμάτισε με κανέλλα,
συμπληρώνοντας λίγες σταγόνες Grand Marnier
έσκυψε πάνω από τον ατμό ανασαίνοντας βαθιά το άρωμα.
Γέμισε το μεγάλο φλιτζάνι, ενθύμιο,
μια μικρή ραγισματιά
στο χείλος, την είχε καλύψει με λιωμένο ασήμι,
κάθε φορά όμως που την άγγιζε, θυμόταν,
το σημάδι από ένα τραύμα,
–απόρροια μιας συμπλοκής–, που είχε η γιαγιά της στα χείλη.
Έκοψε τέσσερις λοξές, πλαγιαστές φέτες από τη μπαγκέτα,
που είχε ήδη τσιμπολογήσει στη διαδρομή από το φούρνο στο σπίτι.
Ανοίγοντας το γυάλινο βάζο με το βούτυρο, «μόνο τόσο λίγο…»,
πριν προλάβει να κάνει ένα μορφασμό δυσφορίας
για το ελάχιστο του βάζου,
θυμήθηκε και πάλι τη γιαγιά,
«όσο πιο λίγο μένει, τόσο περισσότερο απλώνεται…»
Μια ματιά στο δρόμο, πρόσεξε τα φύλλα στις δεντροστοιχίες,
τόσο μικρά κι όμως λίκνιζαν τον άνεμο,
στάθηκε στο μισάνοιχτο παράθυρο,
η κουρούνα εξοικειωμένη είχε πλησιάσει στο γείσο,
ανεβοκατεβάζοντας το ράμφος προτιμούσε τη βρόμη,
από τα ψίχουλα.
«Υποκλίνομαι πρώτα στα φτερά, και μετά στα θέλω σου»,
ο ψίθυρος,
το τραγούδι από την πλατεία Place du Tertre,
με τη φωνή του Yves Montand, «Le Temps des Cerises»,
ποίηση του Jean Baptiste Clément,
«ένα μόνο τραγούδι», πόσες αναμνήσεις,
και όλα τα κρίματα του θεού, στους αγώνες.
Η Maid, θα συνέχιζε να υμνεί, τη μίμηση του ωραίου ως πρέπον,
θα συντηρούσε με όποιο κόστος,
την ανάγκη της να μείνει στρατευμένη στην τέχνη,
και με αυτή, την τέχνη, ονειρευόταν,
να φτάσει σε βαθιά γεράματα με το ρολόι της ακούρδιστο,
να αφήνεται στο φως,
να διαμαρτύρεται στους δρόμους,
να μαθητεύει σε απορίες και λάμψεις περπατώντας στη βροχή,
να γοητεύεται στον αποδημητικό καιρό
από την ομορφιά του κάρβουνου και των παστέλ,
μα και των αφηρημένων σχημάτων με τα ζωηρά χρώματα,
μέχρι το ταξίδι στη μουσική,
ελεύθερη, αδέσμευτη, πίνοντας πικρή σοκολάτα,
μελετώντας ποιητές,
τους «διερμηνείς των θεών», υποστήριζε ο Πλάτωνας,
να μπορούσε να αισθάνεται την αξία της δημιουργίας,
να αγνοεί, εξουσίες και πρέπει,
να συντάσσεται με την αλήθεια, και τ’ αθέριστα στάχυα του έρωτα.
Όχι, δεν θ’ ανέβαινε ποτέ, η Maid,
στη «χρυσή καρότσα» της βασίλισσας, όχι,
φοβόταν πως ό,τι γυαλίζει οδηγεί στον κατήφορο,
έβλεπε με καθαρά μάτια και ξάστερο νου,
κι είχε ακόμη ο κόσμος, πολλές, «καρότσες και βασίλισσες»,
εξαιρετικά επικίνδυνες
όταν δοξάζονται στο όνομα της λήθης.
Οι προγονικές φωτογραφίες με τα στέμματα
είχαν τόσο, μα τόσο πολύ ξεθωριάσει, για εκείνη,
είχαν σβήσει μαζί με ένα σωρό εθιμοτυπίες, που δε σήμαιναν
τίποτα πια,
αυτό, το φανταχτερό παρελθόν της χλιδής των εστεμμένων,
που πατούσε σε χιλιάδες εγκλήματα και ανοχύρωτες ψυχές,
αυτή η αλαζονεία της απληστίας,
που άνοιγε πληγές,
δεν την άγγιζε,
ούτε καν της κέντριζε την περιέργεια,
ήξερε όμως καλά, πως και στη σύγχρονη εποχή
υπήρχαν αφοσιωμένοι,
κάποιοι, όταν ξυπνούσαν από το αρρωστημένο τους εγώ,
σερνόταν πίσω από τη «χρυσή καρότσα», νέοι και γέροι,
άντρες και γυναίκες,
με τα κίνητρα της κίβδηλης ευημερίας,
για μια δήθεν ειρήνη σε σαθρό υπόστεγο μέλλον,
αγνοώντας πως η πραγματική δύναμη του ανθρώπου,
είναι στο πνεύμα,
και ναι,
ομολόγησε στον εαυτό της,
γοητευμένη από τα άχραντα του φθινοπώρου του βίου της,
«δεν είναι πάντα η εποχή των κερασιών».
Κέρκυρα 8 Σεπτέμβρη 2022, ο νους στη Μονμάρτη
Αύριο, εν ονόματι της αγάπης
Ζωή Δικταίου
Ζωή Δικταίου
Η Χαρούλα Βερίγου – Μπάντιου, (λογοτεχνικό ψευδώνυμο Ζωή Δικταίου) γεννήθηκε στον Άγιο Νικόλαο της Κρήτης το 1962. Μεγάλωσε στο Τζερμιάδων του Οροπεδίου Λασιθίου. Είναι πτυχιούχος της Σχολής Τουριστικών Επαγγελμάτων Κέρκυρας. Εργάστηκε στον Ξενοδοχειακό Τομέα, καθώς και στις Σχολές Τουριστικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης ως Διοικητικός Υπάλληλος. Την γοητεύουν τα γιασεμιά, τα φεγγάρια, τα βλέμματα, τα δακρυσμένα μάτια, τα κιτρινισμένα χαρτάκια της θύμησης, οι ξεχασμένοι δρόμοι, τα βουνά, τα ξέφτια από τις δαντέλες του παλιού καιρού. Πιστεύει στην αγάπη. Συνεργάζεται με τα Διαδικτυακά Περιοδικά, Ποιείν, Fractal, Ατέχνως κ.α. Στίχοι της έχουν μελοποιηθεί από τους: Νίκο Ανδρουλάκη, Γιώργη Κοντογιάννη, Ανδρέα Ζιάκα, Γιάννη Νικολάου, Αλέξανδρο Χατζηνικολιδάκη και Θοδωρή Καστρινό.
Η μέχρι τώρα εργογραφία της περιλαμβάνει τα βιβλία:
– Αύριο, μια ελιά η μέσα πατρίδα, Εκδόσεις: Φίλντισι, Φεβρουάριος 2023, Αθήνα
– Λασίθι, Τόπος Μέγας – Η κούπα των θεών, Αφήγημα, Εκδόσεις: Φίλντισι, Μάιος 2021, Αθήνα
– Αύριο, αφή αλμύρας οι λέξεις, Ποιητική συλλογή, Εκδόσεις: Φίλντισι, Νοέμβριος 2020, Αθήνα
– Αθιβολή γαρύφαλλο και θύμηση κανέλλα, Διηγήματα, Εκδόσεις: Φίλντισι, Νοέμβριος 2019, Αθήνα
– Αύριο στάχυα οι λέξεις, Ποιητική συλλογή, Εκδόσεις: Φίλντισι, Σεπτέμβριος 2018, Αθήνα
– Οι άλλες ν’ απλώνουν ρούχα κι εσύ τριαντάφυλλα, Διηγήματα, Εκδόσεις: Φίλντισι, Φεβρουάριος 2018, Αθήνα
– Μια κούρσα για τη Χαριγένεια, Μυθιστόρημα, Εκδόσεις: Φίλντισι, Μάιος 2017, Αθήνα
– Αύριο, νυχτώνει φθινόπωρο, Μυθιστόρημα, Εκδόσεις: Φίλντισι, Ιούνιος 2015, Αθήνα
– Ιστορίες για φεγγάρια, Παιδική Λογοτεχνία, Εκδόσεις: Έψιλον, 1996, Αθήνα
Συμμετοχές σε συλλογικά έργα
– Γράμματα της ποίησης, Ποιητική ανθολογία, Εκδόσεις: Ατέχνως, 2020, Αθήνα
– Μονόλογοι, Ποιητική ανθολογία, Εκδόσεις: το βιβλίο, 2017, Αθήνα
– Λογοτεχνικά Μονοπάτια, Εκδόσεις: Όστρια, 2022, Αθήνα
– Λογοτεχνικό Ολόγραμμα 1, Έκδοση της Εταιρείας Κοινωνικού Έργου και Πολιτισμού, Τυπογραφείο Γιώργου Κωστόπουλου, Δεκέμβριος 2022, Αθήνα